Τα πιο διαδεδομένα επιχειρήματα υπέρ της διοργάνωσης είναι τρία. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, υποστηρίζεται, αναπτύσσουν την άμιλλα μεταξύ ερασιτεχνών αθλητών που διαγωνίζονται, καθιερώνουν μια οικουμενική αντίληψη για την ανθρωπότητα και ευνοούν το μέρος όπου διεξάγονται.
Στην πραγματικότητα, πρώτον, είναι αδύνατον για ερασιτέχνες χωρίς δημόσια ή ιδιωτική στήριξη να διεκδικήσουν συμμετοχή σε Ολυμπιακά αθλήματα, που προϋποθέτουν συστηματική προπόνηση. Η επαγγελματική επιδίωξη ρεκόρ αναιρεί παραδοσιακές όψεις συναγωνισμού. Εφόσον δεν αποδεικνύεται, η χρήση χημικών βοηθημάτων ή άλλων μεθόδων επικράτησης διαλανθάνει, ακόμη και αν τα αναβολικά αδυνατούν να υποκαταστήσουν όλες τις αναβολές άθλησης.
Δεύτερον, όπως σε κάθε αντίστοιχη διοργάνωση, ο ανταγωνισμός μεταξύ εθνικών ομάδων, υπέρ των οποίων αθροίζονται χρυσά, αργυρά και χάλκινα έπαθλα, καθιστά τους Ολυμπιακούς μία από τις θεαματικότερες εκφράσεις εθνικισμού και όχι οικουμενικότητας. Η συσσώρευση ρεκόρ έρχεται να επικαλύψει αστοχίες ανάπτυξης σε κράτος δικαίου. Πρόκειται για ένα είδος συμβολικού εκσυγχρονισμού, όπως συμβαίνει και με εμβληματικά μνημεία ή κτήρια σε πολλές χώρες.
Τρίτον, χρεώνονται, όταν δεν κακοποιούνται, με μελλοντικά άχρηστες υποδομές η πόλη και η χώρα, όπου σε παροξυσμό περιέρχονται αθλητές και φίλαθλοι από όλον τον κόσμο, εφόσον δεν ισχύει κάποιο εμπάργκο. Θεωρούν ότι αναβιώνουν ένα παρελθόν, που είναι αμφίβολο αν με τον τρόπο αυτόν υπήρξε. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι στα Ολυμπιακά χωριά καταγράφονται ρεκόρ χρήσης προφυλακτικών. Μασκότ οργιάζουν. Το κιτς θριαμβεύει.
Ασφυκτικές πιέσεις από διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες για τη δημιουργία μεγαλοπρεπών χώρων για το άθλημά τους, μέτρα ασφαλείας εναντίον τρομοκρατικών απειλών σε διοργάνωση με παρόμοια τηλεθέαση και ράλι ανατιμήσεων καθιστούν ανέφικτο κάποιο συλλογικό όφελος. Ευκαιρία για εργολάβους αποτελούν τα έργα, που συχνά κατασκευάζονται από μετανάστες, ενώ άστεγοι και άποροι εκκενώνονται.
Κάθε τέσσερα χρόνια στην Ολυμπία όταν συγκεντρώνονταν από τις πόλεις τους, οι Έλληνες επιβεβαίωναν τη συγγένειά τους, ενώ εκεχειρία επικρατούσε κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Προέκυπτε και βάση αναφοράς για να υπολογίζουν χρονολογίες. Τώρα που αλλιώς μετρούν τα χρόνια, στρατο-βιομηχανικά και άλλα συμπλέγματα ακυρώνουν κάθε εκεχειρία, που συνιστά ευχή, την οποία μόνο διεθνής πίεση και αγανάκτηση για γενοκτονίες μπορούν να επιβάλλουν.
Στη διαδικασία συγκρότησης σύγχρονου κράτους, κυρίως Έλληνες της διασποράς επιχείρησαν να αναβιώσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Επρόκειτο όμως για διεθνές διακύβευμα, το οποίο εκπρόσωποι ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων δεν ήταν διατεθειμένοι να αφήσουν στη διάθεση των ιθαγενών.
Δεν θα συνέφερε οι Αγώνες να διεξάγονται στον ίδιο τόπο, όπου έτοιμα θα υπήρχαν στάδια και εγκαταστάσεις ή θα προγραμματιζόταν η ανανέωσή τους. Αυτό θα έβαζε πλαφόν σε υπερβάσεις, που εξασφαλίζει η διαδικασία του κατεπείγοντος, όταν άλλη καθυστέρηση δεν χωρά. Να πηγαίνουν στο ίδιο μέρος θα ήταν επίσης βαρετό για τα μέλη του διεθνούς θιάσου που συμμετέχει στις διοργανώσεις αυτές.
Ούτε τρεις εβδομάδες μετά τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, που προκηρύχθηκαν στη Γαλλία, γίνεται η έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι για τρίτη φορά, μετά το 1900 και το 1924. Πόλη των φώτων, διαφωτιστών και ηλεκτρολόγων, τα Παρίσια, όπως έλεγαν άλλοτε, παρρησίας ευκαιρία ίσως θα έπρεπε να αποτελούν σχετικά με τις Ολυμπιακών διαστάσεων απολογίες για τους Αγώνες.
Αν κολυμβητές είναι έτοιμοι να βουτήξουν στα μολυσμένα νερά του Σηκουάνα των Παρισίων, γιατί όχι και στην Κυπαρισσία; Δίπλα άλλωστε είναι τα Φιλιατρά, που κοσμεί πύργος του Άιφελ σε μικρή κλίμακα. Αν ο Βίκτωρ Ουγκό, που αγαπούσε την Ελλάδα, γνώριζε ελληνικά, ίσως «Αθλητές» να έγραφε. Άθλιοι όμως προέκυψαν. Ευτυχώς, αθλιότητα και αλήθεια διατηρούν στοιχεία παρήχησης.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Αγώνες φαγητού