[ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ή ΠΕΡΑ ΑΠ᾽ ΑΥΤΗΝ ]

Ολυμπιακοί Αγώνες

«Η Κόλαση είναι οι (Γ)άλλοι» ― Δημήτρης Καλοκύρης



Τα πιο διαδεδομένα επιχειρήματα υπέρ της διοργάνωσης είναι τρία. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, υποστηρίζεται, αναπτύσσουν την άμιλλα μεταξύ ερασιτεχνών αθλητών που διαγωνίζονται, καθιερώνουν μια οικουμενική αντίληψη για την ανθρωπότητα και ευνοούν το μέρος όπου διεξάγονται.

Στην πραγματικότητα, πρώτον, είναι αδύνατον για ερασιτέχνες χωρίς δημόσια ή ιδιωτική στήριξη να διεκδικήσουν συμμετοχή σε Ολυμπιακά αθλήματα, που προϋποθέτουν συστηματική προπόνηση. Η επαγγελματική επιδίωξη ρεκόρ αναιρεί παραδοσιακές όψεις συναγωνισμού. Εφόσον δεν αποδεικνύεται, η χρήση χημικών βοηθημάτων ή άλλων μεθόδων επικράτησης διαλανθάνει, ακόμη και αν τα αναβολικά αδυνατούν να υποκαταστήσουν όλες τις αναβολές άθλησης.
Δεύτερον, όπως σε κάθε αντίστοιχη διοργάνωση, ο ανταγωνισμός μεταξύ εθνικών ομάδων, υπέρ των οποίων αθροίζονται χρυσά, αργυρά και χάλκινα έπαθλα, καθιστά τους Ολυμπιακούς μία από τις θεαματικότερες εκφράσεις εθνικισμού και όχι οικουμενικότητας. Η συσσώρευση ρεκόρ έρχεται να επικαλύψει αστοχίες ανάπτυξης σε κράτος δικαίου. Πρόκειται για ένα είδος συμβολικού εκσυγχρονισμού, όπως συμβαίνει και με εμβληματικά μνημεία ή κτήρια σε πολλές χώρες.
Τρίτον, χρεώνονται, όταν δεν κακοποιούνται, με μελλοντικά άχρηστες υποδομές η πόλη και η χώρα, όπου σε παροξυσμό περιέρχονται αθλητές και φίλαθλοι από όλον τον κόσμο, εφόσον δεν ισχύει κάποιο εμπάργκο. Θεωρούν ότι αναβιώνουν ένα παρελθόν, που είναι αμφίβολο αν με τον τρόπο αυτόν υπήρξε. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι στα Ολυμπιακά χωριά καταγράφονται ρεκόρ χρήσης προφυλακτικών. Μασκότ οργιάζουν. Το κιτς θριαμβεύει.

Ασφυκτικές πιέσεις από διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες για τη δημιουργία μεγαλοπρεπών χώρων για το άθλημά τους, μέτρα ασφαλείας εναντίον τρομοκρατικών απειλών σε διοργάνωση με παρόμοια τηλεθέαση και ράλι ανατιμήσεων καθιστούν ανέφικτο κάποιο συλλογικό όφελος. Ευκαιρία για εργολάβους αποτελούν τα έργα, που συχνά κατασκευάζονται από μετανάστες, ενώ άστεγοι και άποροι εκκενώνονται.
Κάθε τέσσερα χρόνια στην Ολυμπία όταν συγκεντρώνονταν από τις πόλεις τους, οι Έλληνες επιβεβαίωναν τη συγγένειά τους, ενώ εκεχειρία επικρατούσε κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Προέκυπτε και βάση αναφοράς για να υπολογίζουν χρονολογίες. Τώρα που αλλιώς μετρούν τα χρόνια, στρατο-βιομηχανικά και άλλα συμπλέγματα ακυρώνουν κάθε εκεχειρία, που συνιστά ευχή, την οποία μόνο διεθνής πίεση και αγανάκτηση για γενοκτονίες μπορούν να επιβάλλουν.
Στη διαδικασία συγκρότησης σύγχρονου κράτους, κυρίως Έλληνες της διασποράς επιχείρησαν να αναβιώσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Επρόκειτο όμως για διεθνές διακύβευμα, το οποίο εκπρόσωποι ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων δεν ήταν διατεθειμένοι να αφήσουν στη διάθεση των ιθαγενών.
Δεν θα συνέφερε οι Αγώνες να διεξάγονται στον ίδιο τόπο, όπου έτοιμα θα υπήρχαν στάδια και εγκαταστάσεις ή θα προγραμματιζόταν η ανανέωσή τους. Αυτό θα έβαζε πλαφόν σε υπερβάσεις, που εξασφαλίζει η διαδικασία του κατεπείγοντος, όταν άλλη καθυστέρηση δεν χωρά. Να πηγαίνουν στο ίδιο μέρος θα ήταν επίσης βαρετό για τα μέλη του διεθνούς θιάσου που συμμετέχει στις διοργανώσεις αυτές.
Ούτε τρεις εβδομάδες μετά τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, που προκηρύχθηκαν στη Γαλλία, γίνεται η έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι για τρίτη φορά, μετά το 1900 και το 1924. Πόλη των φώτων, διαφωτιστών και ηλεκτρολόγων, τα Παρίσια, όπως έλεγαν άλλοτε, παρρησίας ευκαιρία ίσως θα έπρεπε να αποτελούν σχετικά με τις Ολυμπιακών διαστάσεων απολογίες για τους Αγώνες.
Αν κολυμβητές είναι έτοιμοι να βουτήξουν στα μολυσμένα νερά του Σηκουάνα των Παρισίων, γιατί όχι και στην Κυπαρισσία; Δίπλα άλλωστε είναι τα Φιλιατρά, που κοσμεί πύργος του Άιφελ σε μικρή κλίμακα. Αν ο Βίκτωρ Ουγκό, που αγαπούσε την Ελλάδα, γνώριζε ελληνικά, ίσως «Αθλητές» να έγραφε. Άθλιοι όμως προέκυψαν. Ευτυχώς, αθλιότητα και αλήθεια διατηρούν στοιχεία παρήχησης.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Αγώνες φαγητού

Τα γούστα του Αυγούστου

του Άγγελου Πεφάνη



Αύγουστος, ο τελευταίος μήνας του καλοκαιριού, ο ισορροπιστής, ο δρόμος διέλευσης αναμνήσεων, μπαλόνι που θα σκάσει, ένα μεγαλοπρεπές παφφφφ, πάνω στις πρώτες βροχές. Δεν λαμβάνετε υπόψη την κλιματική αλλαγή; Όχι.
Ας στρώσουμε λοιπόν μια πλεξούδα κυμάτων και πλατς-πλατς του βυθού τα βάθη να διερευνήσουμε, έτσι που ήρθαν τα πράγματα δεν έχουμε παρά να χαρούμε έστω δι ολίγον, να χαρούμε με το τίποτα, το παγωτό από χέρι σε χέρι, φυσικά και δεν σιχαίνομαι, άλλωστε όλα τα μικρόβια παγώνουν, αναστέλλουν τη δράση τους, αποδομούνται όταν η γεύση είναι συναρπαστική, η παρουσία μιας γλώσσας που κινήθηκε απαλά πάνω στη ίδια επιφάνεια είναι εξαιρετικό γεγονός, το θέμα είναι να βολευόμαστε με τη φαντασία ότι γλείψαμε κάτι τρομακτικά μοναδικό. Άλλωστε, η τιμή του καρπουζιού αυξήθηκε πάνω από 30%. Είναι βέβαια και το φως που ξετρυπώνει (άλλος προδότης αυτός) τα αδύνατα σημεία ή αυτά που έχουν κάποια υστέρηση, αλλά ποιος δίνει σημασία, όταν το δειλινό απλώνεται, οι αβαθείς υποσχέσεις, οι ατέλειες των λόγων και, πολύ περισσότερο, των σωμάτων εξανεμίζονται. Αύγουστος, η τελευταία εκπυρσοκρότηση, οι δρομείς εγκαταλείπουν την αφετηρία, τα μεταναστευτικά πουλιά μας αποχαιρετούν με την απορία τι να συμβαίνει μετά τη αποχώρησή τους, απορία αναπάντητη, οι απαντήσεις από τα απομείναντα ζώντα είναι πάντα αλληλοσυγκρουόμενες γιατί οι άνθρωποι ξεχύνονται ποικιλοτρόπως να προλάβουν την ηχώ της εκκίνησης πριν θρυμματιστεί από την πτώση της θερμοκρασίας.
Η επερχόμενη πτώση της θερμοκρασίας απειλεί και την διαστολή των συναισθημάτων της αυγουστιάτικης αναζήτησης, ευτυχώς που οι άνθρωποι κυρίως, αλλά και άλλα έμβια, έχουν την ικανότητα να οργανώνουν τις κρυψώνες προστασίας των διεσταλμένων συναισθημάτων και, καθώς οι μέρες του Αυγούστου τελειώνουν, η εκτόξευση είναι η μόνη λύση συνύπαρξης, έστω δι ολίγον στη σκιά των κυμάτων ή των μικρών θάμνων της ακρογιαλιάς, πριν περάσει η ένοπλη φρουρά της καθημερινότητας. Εντάξει, και μια βεράντα δεν είναι άσχημη ιδέα.
Τα γούστα του Αυγούστου, ότι κι αν παραγγείλετε θα το έχετε, στο τραπέζι ή στο κρεβάτι ή στη φαντασία σας, έτσι, για να υπάρχει κάτι ενδιαφέρον, να παίζει ο χρόνος και να μη ζητά τα ρέστα και σκυλοβρίζει και θυμώνει δικαίως. Υπάρχει κάποιος οδηγός απολαύσεων; Φυσικά υπάρχει, ξεφυλλίστε, όπως υποστηρίζουν οι μεγάλοι φιλόσοφοι και πολλοί πρωτοεμφανιζόμενοι ποιητές, το σώμα σας από την οσφυική μοίρα και κάτω, άφοβα.

—Πότε θ' αρχίσει το έργο;

Ο Γιώργος Πανουσόπουλος με τον Γιώργο Τσεμπερόπουλο (φωτ. Σ.Κ.)



Θυμάμαι σαν τώρα να βρισκόμαστε με τον Γιώργο Πανουσόπουλο σ’ ένα θεωρείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με τον Ταχτσή ανάμεσά μας, να παίζεται μια ταινία από τις γνωστές τότε πολλές πολύ αργές και πολύ κουλτουριάρικες, να έχει προχωρήσει σχεδόν μισή ώρα, και να στρεφόμαστε κι οι τρεις ταυτόχρονα και να λέμε την ίδια ακριβώς φράση: —Πότε θ' αρχίσει το έργο;

Οπωσδήποτε ο Πανουσόπουλος με τον Περάκη και τον Τσεμπερόπουλο, από τον Αβδελιώδη ακολουθούμενοι, είναι από εκείνους που δεν «οδήγησαν μια γενιά σε βαθιά χασμουρητά». Αντίθετα, αντιθέτως. Κατάφεραν να κάνουν κινηματογράφο ζωντανό, ταινίες με αρχή, μέση και τέλος, με το ύφος του καθενός τους ευδιάκριτο και πάντα παρόν, με την αξία τους, με τις αξίες τους.
Ο Πανουσόπουλος, μάλιστα, που μαζί του κι εγώ έγραψα δύο σενάρια, για το «Μ’ αγαπάς;» και για το «Μια μέρα τη νύχτα», είχε πάντα, και στη διάρκεια των γυρισμάτων, το μυαλό του ανοιχτό στης ζωής τον συχνά ανώτερο από τα σχέδια των ανθρώπων τρόπο, ώστε να μη νοιώθει ποτέ κανείς στις ταινίες του τις καλές πράγματα αφύσικα κι από τη ζωή λιγότερα να υπάρχουν.
Θυμάμαι τώρα και κάτι άλλο: όταν γύριζε το «Μ’ αγαπάς;» —το έχω άραγε κι αυτό ξαναγράψει; —, στο επεισόδιο με τον Αργύρη Μπακιρτζή οδηγό, στην κηδεία με τον έρωτα στο λεωφορείο, με πήρε μια μέρα από ’κει στο τηλέφωνο να μου πει: —Σωτήρη, έκανα ένα ζουμ στα χωράφια στο τέλος να σβήσω τη σκηνή, και, χωρίς να το ’χω δει από πριν, η κάμερα έδειξε ένα τάφο έξω από το νεκροταφείο, μόνο του στα χωράφια! Τι κάνουμε τώρα, το κρατάμε, ή θα φανεί φτιαχτό, ψεύτικο;

Του είπα τη γνώμη μου. Να το κρατήσει. Γιατί τ’ αληθινά πράγματα και στο σινεμά, πιστεύω κι εγώ, αληθινά μοιάζουν.


( Από το ανέκδοτο βιβλίο Νουάρ στιγμές )

Οι βλαβερές συνέπειες της γραφής



Η ποίηση είναι μία ιδιαίτερα χειρωνακτική εργασία, έστω και αν αυτό δεν γίνεται αποδεκτό από χειρώνακτες, που προτιμούν να χαρακτηρίζονται πνευματικοί άνθρωποι, όπως έχουμε ξαναπεί. Ταυτόχρονα, η ποίηση αποτελεί μήτρα κάθε τέχνης του λόγου. Ποίηση εν κινήσει συνιστά το έργο τραγικών ποιητών, από όπου προκύπτει το θέατρο, ενώ από την αφηγηματικότητα του έπους ξετυλίγεται η μυθιστοριογραφία. Στον ανταγωνισμό σημασίας και ήχων, που συνέχει τους στίχους, κρυφά υπερτερεί το αφτί, αν και ο οφθαλμός τα πανθ’ ορά. Κατά συνέπεια, η ποίηση ασυνεχώς παραπέμπει σε προφορικότητα, ενώ συνιστά γραπτή τέχνη μετά την επινόηση της γραφής, που θεμελιώνει τον χειρωνακτικό χαρακτήρα της.
Ο λόγος είναι διαρκώς έντεχνος, ασφαλώς και στις πιο naif εκδοχές του. Αυτό σημαίνει ότι λόγος και τέχνη του λόγου συνεκτείνονται. Επομένως, ακόμη και αν η ποίηση δεν είναι τα πάντα, γιατί υπάρχουν τα μαθηματικά, τα πάντα είναι ποίηση. Ποίηση είναι οι αρχαίες επιγραφές, όπου συνδυάζονται ο λόγος της γραφής με την αριθμητική των μετρήσεων, σφηνοειδώς καταγράφοντας το πλεόνασμα της παραγωγής, που με τα λόγια τουλάχιστον αποθηκεύεται για να βγει ο χειμώνας. Οι κυβερνητικές (δηλαδή cybernetic) αυτές εγγραφές σε δίγαμμες ―με Γεωργία και Γραφή το διπλό Γ― κοινότητες, που «φαντάζονται» (όπως κάνουν οι ποιητές) τι περιέχουν οι αποθήκες, είναι τα πρώτα ποιήματα. Ακολουθούν ύμνοι στη ζωή, τους θεούς και τον έρωτα.
Την εργασία της γραφής καλείται να φέρει εις πέρας το ανθρώπινο σώμα, πριν τελειοποιηθούν μορφές επεξεργασίας ηχογραφήσεων όσων λέγονται ή ασύρματης καταγραφής σκέψεων, που θα καταλήγουν σε κείμενα χωρίς να μεσολαβεί ανθρώπινο χέρι. Η σάρκα προεξέχει. Περίληψη και σκελετός όμως δεν υπάρχουν χωρίς οστά. Εξαιρώντας σκουλήκια και ό,τι σέρνεται στον παράδεισο, η ελευθερία της κίνησης είναι από τα κόκκαλα βγαλμένη. Κουκούτσι αποτελεί το κόκκαλο και η μετακίνηση είναι το άνθος του. Όταν δύο ή περισσότερα οστά, που κινούνται, έρχονται σε επαφή, σχηματίζεται άρθρωση. Οι αρθρώσεις δεν λησμονούν τις παραμορφωτικές συνέπειες της γραφής στο σώμα όσων γράφουν. Τα άτομα αυτά μπορούν να αποκληθούν αρθρΩγράφοι.
Τα υπολείμματα 69 ενηλίκων ανδρών, τριάντα εκ των οποίων ήταν γραφιάδες, από τη νεκρόπολη του Αμπουσίρ εξέτασε πρόσφατη έρευνα Τσέχων αρχαιολόγων. Πρόκειται για τον τόπο ταφής διακεκριμένων ατόμων από την αιγυπτιακή πρωτεύουσα Μέμφιδα κατά την τρίτη χιλιετία, μεταξύ 2700 και 2180, πριν από το έτος μηδέν κοινής χρονολόγησης, στον Οίκο του Όσιρι (Αμπού Σιρ), τον αρχαίο Βούσιρι, κοντά στο Κάιρο, όπου έχουν βρεθεί οι περισσότεροι πάπυροι. Με 1% του πληθυσμού να μπορεί να διαβάσει και να γράψει, δεν ήταν όπως τώρα. Είχαν αυξημένο κύρος οι γραφείς, που έφηβοι άρχιζαν καριέρα που κρατούσε δεκαετίες. Σε στάση που πιέζει τη σπονδυλική στήλη, σταυροπόδι ή οκλαδόν στο ένα πόδι, με τα μπράτσα να μη στηρίζονται και το κεφάλι σκυμμένο μπροστά, απεικονίζονται σε αναπαραστάσεις. Από πλευράς τους οι αρχαιολόγοι συνδέονται με το Εθνικό Μουσείο και το Πανεπιστήμιο του Καρόλου στη γενέτειρα του Κάφκα.
Σε σύγκριση προς άτομα με άλλη δουλειά, Αιγύπτιοι γραφείς εμφανίζουν εκφυλιστικές αλλαγές στις αρθρώσεις, που δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο σε προχωρημένη ηλικία. Διαπιστώνεται υψηλότερη συχνότητα σε βλάβες σε γοφούς, αντίχειρες και σαγόνια. Αντιστρόφως, δηλαδή από βλάβες στις αρθρώσεις, θα μπορούσαν να εντοπιστούν ποιοι έχουν υποστεί τις βλαβερές συνέπειες της γραφής. Γενικά βρέθηκαν μικρές διαφορές σε χαρακτηριστικά του σκελετού μεταξύ γραφέων και μη γραφέων. Με σταθερές πάντως τις διαφορές μεταξύ των δύο αυτών ομάδων, στους γραφείς καταγράφονται οστεοαρθρίτιδα μεταξύ κάτω γνάθου και κρανίου, στη δεξιά κλείδα, τον δεξιό ώμο, τον δεξιό αντίχειρα, το δεξιό γόνατο και τη σπονδυλική στήλη, ιδίως κοντά στον λαιμό. Σημάδια πίεσης εντοπίστηκαν επίσης στο βραχιόνιο και το αριστερό οστό του ισχίου, όπως και βαθουλώματα στις επιγονατίδες και αλλοιώσεις στον δεξιό αστράγαλο. Αλλαγές γύρω από τη γνάθο μπορεί να συνδέονται όχι μόνο με τη στάση των γραφέων, αλλά και τη συνήθειά τους να μασούν τη γραφίδα, ώστε να αποκτά χαρακτηριστικά βούρτσας κατάλληλης για γράψιμο. Αλλοιώσεις στον αντίχειρα αποδίδονται στον τρόπο με τον οποίο τσιμπούσαν κρατώντας σταθερές τις γραφίδες.
Εξετάζοντας λείψανα προφανώς είναι αδύνατον να διαπιστωθούν σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα ή πονοκέφαλοι, από τους οποίους οι Αιγύπτιοι γραφείς πρέπει να υπέφεραν, ενώ γενικά η δουλειά γραφείου συνδέεται με καταπόνηση των οφθαλμών, εξαρθρήματα και προβλήματα μέσης. Βιοαρχαιολόγοι, που δεν συμμετείχαν στην έρευνα, καλωσόρισαν τις διαπιστώσεις της, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για ωραία υπόθεση, καθώς επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες οδηγούν σε σκελετικές αλλαγές. Κάποιοι δεν παρέλειψαν να προσθέσουν την ανάγκη οι αλλαγές αυτές συστηματικά να συγκριθούν με το τι συμβαίνει στα σώματα των ανθρώπων σήμερα, αφού τα αρθριτικά ενός σκελετού δεν οδηγούν με βεβαιότητα στην επιβεβαίωση του επαγγέλματος του νεκρού.
Ό,τι και αν συνέβαινε στην Αίγυπτο, οι βλαβερές συνέπειες της γραφής δεν μπορούν να παραγραφούν. Ορθοπεδικοί, που μεταξύ χειρουργείων διαβάζουν μυθιστορήματα, ενώ προσεύχονται στην Παναγία των Παρισίων, αναρωτιούνται για ποιον χτυπά την καμπάνα ο κωδωνοκρούστης Κουασιμόδος. Μήπως η παραμόρφωση του σώματός του, όπως κάθε υπερβολική μόρφωση, ήταν αποτέλεσμα της στάσης του Ουγκό ενώ έγραφε το βιβλίο; Γεγονός παραμένει ότι μουσικοί καταλήγουν κουφοί. Άνθρωποι της εικόνας, ζωγράφοι, φωτογράφοι και κινηματογραφιστές, τυφλώνονται. Από τις μύτες των πουέντ ή το γυμνό πάτωμα του σύγχρονου χορού χορευτές στροβιλίζονται προς την αναπηρία. Όσα συμβαίνουν σε σύντεκνους και σύντεχνους αισθήματα ανταγωνισμού προκαλούν σε ζηλόφθονους συγγραφείς, που να αποκαλύψουν θέλουν το σαράκι της γραφής, το οποίο κατατρώει το μεδούλι της γραφίδας. Αν κατά σύμπτωση μεγαλώνοντας δεν υποφέρουν από αρθριτικά, θα βρουν άλλο λόγο για να στραβώσουν.




ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Σκοπός της ποίησης είναι η κατάργηση των ποιητών
https://www.hartismag.gr/hartis-63/klimakes/skopos-tis-poiisis
Μοναδική ολιστική θεραπεία της ζωής είναι ο θάνατος
οι βλαβερές συνέπειες της ανάγνωσης
https://www.hartismag.gr/hartis-54/stigmata/oi-vlaveres-sinepeies-tis-anaghnosis

Γιώργος Σγουράκης (1946-2024)

Ο Γιώργος και η Ηρώ Σγουράκη με τον Οδυσσέα Ελύτη

«Η αδιάκοπη δημιουργική πορεία 42 ολόκληρων χρόνων στην ελληνική τηλεόραση είναι συνυφασμένη με την ίδια την ύπαρξή μας.
Ένα όνειρο ζωής, με προσδοκίες, ιδέες, οράματα, ελπίδες και ασφαλώς πίστη στις αρχές που διδαχθήκαμε από τους γονείς και τους δασκάλους μας και όσους μας γαλούχησαν με στέρεες πνευματικές και πολιτιστικές αξίες και ιδανικά.
Θέσαμε ως στόχο να υπηρετήσουμε το πνεύμα και να κάνουμε ευρύτερα γνωστές τις απόψεις των ανθρώπων της πνευματικής, καλλιτεχνικής, πολιτικής, κοινωνικής ζωής του τόπου μας, οι οποίοι αναδεικνύουν με τη ζωή και το έργο τους ποικίλες πτυχές της ελληνικότητας και της πολιτιστικής μας ταυτότητας.
Πιστεύουμε ότι προχωρήσαμε με συνέπεια και συναίσθηση της ευθύνης μας σε καταγραφές, με αντικειμενικό, όσο γίνεται, τρόπο, οι οποίες αποτελούν πλέον ντοκουμέντα, τεκμήρια ιστορικής μνήμης, προκειμένου να γνωρίσουν οι μελλοντικές γενιές το ήθος, τη στάση ζωής, την αξία και την ποιότητα του ελληνικού πνεύματος.
Η διάσωση και διάδοση της πολιτιστικής μας παρακαταθήκης υπήρξε αταλάντευτος οδηγός σε κάθε μας βήμα.
Αποτυπώσαμε σε φιλμ και βίντεο πρόσωπα, χώρους, γεγονότα, ιστορικά στοιχεία. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι γνώρισε ο ελληνικός λαός όσα δεν διδάσκονται, δυστυχώς ακόμα και σήμερα, στα σχολεία.
Το συνολικό μας έργο συνοψίζεται ως τώρα σε 900 περίπου ταινίες και θέματα. Η εμβληματική εκπομπή Μονόγραμμα αφορά καταγραφές 400 προσωπικοτήτων. Το αρχειακό υλικό συμπληρώνεται με τις ειδικές εκδόσεις, σπάνια ηχητικά ντοκουμέντα εκατοντάδων ωρών, εικαστικά στοιχεία, χειρόγραφα, αυτόγραφα, χιλιάδες φωτογραφίες και ακόμα 500 περίπου ώρες ραδιοφωνικών εκπομπών.
Ο Τύπος χαρακτήρισε το Μονόγραμμα «Εθνικό Αρχείο και αυτό αποτελεί, μαζί με τη βράβευσή μας από την ΕΡΤ για τα 30 χρόνια παρουσίας του στην κρατική τηλεόραση, ύψιστο τίτλο τιμής.
Θα συνεχίσουμε το έργο μας με τις ίδιες αρχές και την πίστη ότι εκφράζουμε όσα προσδοκά ο ελληνικός λαός από την κρατική τηλεόραση».



Τζένη Μαστοράκη (1949-2024)


Δραπετεύω μέσ’ απ’ τις λέξεις
που δεν είπα.
Εγκαταλείπομαι
στις ώρες που πιο πολύ αγάπησα.
Αυτή η σιγή δεν έχει τέλος.

(Διόδια, Κέδρος 1972)




Θεώρημα

Τώρα πια σας έδειξα
πως τετραγώνισα
τους κύκλους των ονείρων
στο σχήμα ενός φωταγωγού
συνοικιακής πολυκατοικίας.
Η σεμνή αυτή τελετή έληξε.
Παρακαλείσθε
όπως διαλυθείτε
ησύχως.
                    (Διόδια, Κέδρος 1972)

               

Περίληψη

Παιδί, η μάνα μου
μου φόραγε κατάσαρκα το Πατερημών
και γαλάζια φυλαχτά της Τήνου.
Έπαιρνε ένα μεγάλο κλειδί
και διπλοκλείδωνε τον ύπνο μου.
Το πρωί μέτραγε τα όνειρα
και τα κατάγραφε σ’ ένα τετράδιο.
Τώρα μου ξορκίζει
το τραγούδι απ’ τα χείλια
όταν κοιμάμαι,
και κάθε βράδυ το κρεβάτι μου
γίνεται ένα κεντημένο κάντρο
που γράφει: «Ελευθερία ή Θάνατος».

                                (Το σόι, Κέδρος 1978)


Μικρή ωδή στον Θείο Ιούλιο,
για να ‘ρχεται τα βράδια σφυρίζοντας, μ’ ένα σβηστό φανάρι

Ανεξιχνίαστος θα μείνει ο πνιγμός, θηλιές και σείστρα, οι ναυτίλοι ωχροί, κι οι άλλοι γαλανοί σαν γίγαντες.

Και όπως ο ταξιδευτής που, επιστρέφοντας, βλέπει άξαφνα το αερόστατο κι ανάβει, διάτρητο από βέλη αγρίων -έτσι να φτάνεις από τα νωπά μεσάνυχτα σε τρομερές αυλές και σε χορτώνες, να ‘ρχεσαι σαν από τα ξένα, και τρυπώντας τους βρεγμένους τοίχους,

εντροπαλός, για να σου λέω ιστορίες.

                                (Ιστορίες για τα βαθιά, Κέδρος 1983)

Να μη λύνονται ούτε να τελειώνουν ποτέ οι κρυφές διηγήσεις, να γυρίζουν τα πρόσωπα καθαρμένα απ’ τη μνήμη, και το αίσθημα πάντα να κρατεί τα ιστία, όπως πλόες που ήταν να γίνουν, και ενάντια βουλή τους ματαίωσε, ή τα ιστία ανύπαρκτα, πιθανόν και τα σκάφη.

Και οι ήρωες τότε, ολάρμενοι, στα ψηλά των βουνών θ’ ανατέλλουν, απολώντας το έρμα σε κούφιους κρατήρες, αστροπλόοι, δεσμώτες βαριάς νηνεμίας, και ξανά αυτοδύτες που φέγγουν,

μελετώντας την πτώση, τ’ ακριβά της πετρώματα.

                                (Μ’ ένα στεφάνι φως, Κέδρος 1989)

Αλλά δε θέλει να λησμονηθεί,
γιατί κανείς, κανείς δε θέλει να τον λησμονούνε,
και να θυμίζει θέλει μια φορά,
που τρυφερή κορόνα τους την είχαν


(Μ’ ένα στεφάνι φως, Κέδρος 1989)