______________
Είμαι χίμαιρα, με μέλη πολλαπλά και αταίραστα, που όμως χωνεύονται σε ένα σώμα και μία, συχνά πολλαπλά εκφερόμενη, συνείδηση.
Σπούδασα Αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ο χώρος ήταν μυθικός αλλά λίγα μυθικά πρόσωπα είχαν απομείνει. Έμαθα όμως να ξεχωρίζω και να επιμένω στην αγάπη μου για την ομορφιά. Έμαθα πως η κίνηση μέσα στον χώρο συνδέει τα πάντα μεταξύ τους και είναι αυτή, ο χώρος του κενού, που πρώτα σχεδιάζουμε. Η σημασία του κενού. Έμαθα πως ο τόπος, ο γεωγραφικός τόπος, είναι αυτό που τα περιέχει όλα και έμαθα πόσο οι ανώνυμες κατασκευές, η προφορική ποίηση της αρχιτεκτονικής μπορεί να είναι η πεμπτουσία της. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου ήρθα σε επαφή με την τυπογραφία, λόγω της απασχόλησής μου, μέσα σε μία ομάδα με τη δημιουργία ενός φανζίν λογοτεχνικού περιοδικού, του Μαύρου Μουσείου. Το φτιάχναμε όλο σε μακέτα με τα χέρια μας κι αυτή ήταν μία σημαντική γνώση που κράτησα ως τώρα — το βιβλίο, το αναγνωστικό αντικείμενο, δεν είναι μόνο περιεχόμενο, εξίσου σημαντική και ενθουσιαστική διαδικασία είναι η κατασκευή της μορφής του, και στην μορφή του τα γράμματα είναι εικόνα και το κενό είναι το λευκό.
Συνέχισα να σπουδάζω εισαγόμενη στο περιβάλλον της σοφίας και της έρευνας που ήταν τότε το Centre Louis Gernet στο Παρίσι, όπου έκανα την διδακτορική διατριβή μου. Παρακολουθούσα τις διαλέξεις του Pierre Vidal Naquet, που με μάθαιναν πώς διαβάζεται ένα αρχαίο κείμενο, με τα κενά του και τις συμπληρώσεις των κριτικών υπομνημάτων, κι έμαθα την σημασία του ποιητικού θραύσματος, εκείνες του Marcel Detienne, με την αγάπη του για τα ρήματα και τον εμπνευστικό ενθουσιασμό του για τον Ομηρικό Ύμνο στον Απόλλωνα, τον θεό αρχιτέκτονα, αλλά κι εκείνες του Jacques Derrida που με μάθαιναν πώς η ποίηση διαβάζεται λέξη προς λέξη και παραβαίνοντας κάθε κανόνα.
Τότε ακόμα κατάλαβα, μέσα από την ανθρωπολογία και τη συνολική έρευνα για τη γνώση των αρχαιοελληνιστών, πως η ποίηση αρχικά ήταν προφορική, ήταν μουσική, πως ο τρόπος που διαβάζουμε έχει να κάνει με τον χώρο της γραφής και τις συνήθειες, τον συμβολισμό, την θρησκεία, τις εμπειρίες και τις δομές της κοινωνίας και πως η ανάγνωση πάντα ήταν επιτελεστική. Οι λέξεις είναι τεράστιες, υπάρχουν άνθρωποι που θυμούνται σε ποιo κείμενο συναντάς ποια, και από τότε το λεξικό είναι το πιο μυστικό καθημερινό μου εργαλείο για να σκάψω το λόγο και το αίσθημα.
Στην διδακτορική μου διατριβή που αφορούσε την αρχαϊκή Ελλάδα, ασχολήθηκα με τη μνήμη, τον χώρο της κίνησης και τους δρόμους ως αναγνώσματα, γραμμές εγγραφής κειμένου, κυρίως πάνω σε κτήρια και αγάλματα. Διάβασα έτσι και τα επικά ποιήματα και τις αφηγήσεις ως διαδρομές στον χρόνο και στον χώρο, και η κίνηση με τους ρυθμούς της και τα εμπόδια της, έγινε απόλυτη θεά όχι μόνο στον χώρο πλέον αλλά και στον λόγο. Η συνειδητοποίηση του ότι ο χώρος διαβάζεται με ολόκληρο το σώμα μαζί και το βλέμμα, με έσπρωξε στο να βλέπω την ανάγνωση τρισδιάστατη και πανταχού παρούσα.
Η έννοια της δομής και της κατασκευαστικότητας, του ρυθμού και των αναλογιών, της εισόδου και των χώρων μετάβασης, το χτίσιμο και η συνέπεια του, η υλικότητα και η σημασία των αισθήσεων, η συναισθησία, η σημασία της ύλης για την φαντασία και την μνήμη, η απόλυτα χωρική διάσταση του ήχου και ως συνέπεια η δυνατότητα του χώρου να μπορεί να ‘χωράει’ ηχητικά τα πάντα, είδη και άτομα και στοιχεία, η σημασία του κόσμου δηλαδή της οργάνωσης και της αλληλεξάρτησης των υλικών οντοτήτων και των στοιχείων, είναι αυτά που μεταφέρω από την αρχιτεκτονική στην αίσθησή μου για την ποίηση. Πολλά από αυτά ήταν το όχημα ώστε να εννοήσω την ποίηση ως πολυφωνία δηλαδή ένα χώρο φιλοξενίας και συνύπαρξης των διαφορετικών όντων και των φωνών τους. Το σώμα αποτελείται από μέλη και η ποίηση το ίδιο.
Έτσι οργανώνω τα βιβλία μου σαν τόπους και σαν οικοδομήματα και ησυχάζω. Μόνο που οι λέξεις δεν είναι -μόνο- δομικό υλικό. Οι λέξεις πονάνε οι λέξεις σφάζουν. Αυτό μου το μαθαίνει η ζωή, σιγά-σιγά. Και με οδηγεί στη σιωπή.
Φοίβη Γιαννίση