Χάρτης 53 - ΜΑΪΟΣ 2023
https://www.hartismag.gr/hartis-53/pyxides/ekho-ekfraseis-diples-eleni-tzatzimaki-petros-ghkolitsis-foivi-ghiannisi
————
Συνομιλητής: Βασίλης Λαμπρόπουλος
————
¤¦Με
τίτλο μια φράση της Ζωής Καρέλλη («Πορτραίτο», 1952) η παρούσα σειρά
σύντομων δοκιμιακών κειμένων επιχειρεί να στρέψει την προσοχή στο
πολλαπλό ερευνητικό βλέμμα σύγχρονων ποιητριών και ποιητών από την
Ελλάδα που καταπιάνονται επί μακρόν όχι μόνο με το λογοτεχνικό τους έργο
αλλά ταυτόχρονα με επιστήμες και άλλες τέχνες. Συγκεκριμένα, πολλά από
τα βιβλία ποίησης που κυκλοφόρησαν ήδη από τις αρχές του 21ου αιώνα
είναι γραμμένα από συγγραφείς που έχουν πραγματοποιήσει συστηματικές
σπουδές μεγάλης ποικιλίας, σε όλο το φάσμα των επιστημών και των τεχνών.
Στα κείμενα που ακολουθούν (στο παρόν και σε επόμενα τεύχη), είκοσι
ποιήτριες και ποιητές μιλούν για την σχέση της επιστημονικής τους
πορείας με το λογοτεχνικό τους έργο και την διαμόρφωση της ποιητικής
τους πορείας.
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ :
Γιάννης Δούκας, Λένια Ζαφειροπούλου, Παναγιώτης Ιωαννίδης,
Χάρης Ψαρράς, Πατρίτσια Κολαϊτη, Ιωάννα Λιούτσια,
Τώνια
Τζιρίτα Ζαχαράτου, Λένα Καλλέργη, Νίκος Ερηνάκης,
Ελένη Τζατζιμάκη,
Πέτρος Γκολίτσης, Φοίβη Γιαννίση,
Ορφέας Απέργης, Κωνσταντίνος
Παπαχαράλαμπος, Ναταλία Κατσού,
Όλγα Παπακώστα, Θοδωρής Χιώτης,
Παναγιώτης Αρβανίτης, Άννα Γρίβα
______________
Ποίηση, μουσική, φιλολογική έρευνα. Όλα αρχίζουν και τελειώνουν στη σχέση μου με τον λόγο και τις απροσμέτρητες δυνατότητές του. Πίσω και από τις τρεις μου ιδιότητες, κρύβεται πάντα η αγωνία μου για τις λέξεις και το παιχνίδι τους. Αναρωτιέμαι πού μπορούν να φτάσουν οι λέξεις, και, άλλοτε μέσα απ’ το κουκούλι του ήχου, άλλοτε μέσα από τη σιωπή των ποιημάτων, άλλοτε μέσα από την κατασκοπευτική ματιά του ερευνητή, επιδιώκω να υπολογίσω από άκρη σε άκρη το τέντωμά τους, πόσο μεγάλες ή μικρές μπορούν να γίνουν και πόσο πιο μακριά μπορούν να φτάσουν.
Η μουσική γεννιέται όταν συναντηθούν μελωδία και αρμονία. Η τζαζ μουσική παίρνει σχήμα, όταν αυτές οι δύο μαλώσουν, συμφιλιωθούν και πολλαπλασιαστούν ρυθμικά μέσα στο διηνεκές του αυτοσχεδιασμού: η τζαζ τότε γίνεται γλώσσα, ένας κώδικας επικοινωνίας ανάμεσα στους μουσικούς την ώρα που jamάρουν επί σκηνής λέγοντας ο καθένας τη δική του ιστορία με το όργανό του. Οι βοκαλίστριες, αναμετριόμαστε συχνά με το ScatSinging: φωνήματα σαν μικρές κραυγές νοήματος που από μόνα τους δεν λένε και πολλά, αλλά με την επέλαση του ρυθμού και του ήχου, και μια κάποια μαεστρία από την τραγουδίστρια, χτίζουνε κι αυτά τη δική τους ιστορία που ξαναγράφει το τραγούδι. Κι αυτή η ιστορία, ποτέ μα ποτέ δεν ξαναλέγεται η ίδια ακριβώς – πόσο διαφορετικά, άραγε, είναι τα πράγματα στην ποίηση αλλά και στην ανάλυση ενός κειμένου;
Κατά τη γνώμη μου, καθόλου. Υπάρχω στη μουσική και στη λογοτεχνία, γράφοντας ή διαβάζοντας, με ακριβώς τον ίδιο μηχανισμό: γέννα τη λέξη, σκότωσε τη λέξη, βρες την πιο σωστή και ύστερα προσπάθησε να τις βάλεις στη σωστή σειρά νεκρές και ζωντανές ώστε να μπορέσουνε να πουν μια ιστορία. Είναι σαν το παιχνίδι Jenga, όποιο τουβλάκι τραβήξεις ή προσθέσεις απότομα μπορεί να οδηγήσει στην κατάρρευση. Αλλά αυτή η αβεβαιότητα είναι και η δέσμευση μας προς την τέχνη: το παιχνίδι να μην τελειώσει ποτέ.
_________________
Ο ποιητής είναι η καρδιά —ναι, ο μυς με τις τέσσερις κοιλότητες— του νεωτερικού σώματος (η τρόμπα που σπρώχνει αδιάκοπα, ως γνωστόν, το αίμα), αλλά αντί να αιματώνει όλα τα μέλη του σώματος, από τα ακροδάχτυλα μέχρι της κεφαλής τις ρίζες, ασχολείται με τα νοητικο-φανταστικά μορφώματα και με τις παραισθήσεις του εγκεφάλου﮲ προκαλώντας δυσλειτουργίες και αλλοιώσεις μακροχρόνιες, βλάβες ανεπανόρθωτες που οδηγούν σε δρόμους άλλους.
Αν μη τι άλλο, ή καλύτερα αντίστοιχα, η οικονομική πολιτική −κι όμως δεν πρόκειται για άλμα− πρέπει να επεμβαίνει και να διαβεβαιώνει διαρκώς την σωστή αιμάτωση του όλου σώματος, καθιστώντας σαφές σε όλα τα μέρη του συνόλου πως όποια τεχνητή διάκριση αργά ή γρήγορα θα καταστεί επιζήμια για το μετεωριζόμενο, αίολο ψευδο-σύνολο.
Εγώ που σ’ έβγαλα απ’ το μουνί της μάνας σου
Οι παραδοσιακοί συνεχιστές του Χέγκελ είναι γνωστοί ως δεξιοί Χεγκελιανοί, ενώ οι αριστεροί είναι οι νέοι Χεγκελιανοί.
Θέση-αντίθεση; «της μάνας σου το μουνί», που έλεγε η γιαγιά μου η Ανθή, δεν οδηγούν σε σύνθεση, είναι αδύνατη η υπέρβαση των αντιθέτων, «Aufheben, myass», αρχιπατέρα των φανατικών καπάτσων, πρωτο-μαλάκα Χέγκελ, μαλάκιο των μεταφυσικών εγχειρημάτων, δεν επανέρχεται η ολότητα, η σύνθεση, και σίγουρα όχι μέσω εσού, στρογγυλοκάθισε λοιπόν ως η άλλη ολότητα, αυτιστική αν όχι σιχαμένη ματαιότητα —βλέπε και διχασμένη— μαζί με τους ομοίους σου, τους τόσο υποκριτές, τους τάχα αδερφούς, στη φυλακή που ο ίδιος έγινες, και εσαεί θα είσαι, εις τον αιώνα σας τον ψευδοάπαντα, μακριά από εμάς, και εμείς θα αναπνέουμε τον λιγοστό πεπερασμένο αέρα που μας έλαχε, και που εν μέρει —μόνοι— φτιάξαμε, τα ιπτάμενα σερνάμενα, άσε μας στην αγάπη μας και μες στην περατότητά μας, να ανθίζουμε και έπειτα θα πάψουμε μονάχοι, μακριά από εσένα, στα όμορφα παρτέρια μας, τα σμιλευμένα από τα χέρια μας, με χώμα και νερό από εδώ γύρω, νέοι κυλιόμενοι, αναδυόμενοι σε ένα δικό μας μίκρο —ολότελα δικό μας— χωροχρόνο. Παφλάζουμε σε πέρατα που είτε μπορείς να διανοηθείς. Βγάζουμε φωτιές από τα μάτια μας, να σε κρατάμε μακριά.
______________
Είμαι χίμαιρα, με μέλη πολλαπλά και αταίραστα, που όμως χωνεύονται σε ένα σώμα και μία, συχνά πολλαπλά εκφερόμενη, συνείδηση.
Σπούδασα Αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ο χώρος ήταν μυθικός αλλά λίγα μυθικά πρόσωπα είχαν απομείνει. Έμαθα όμως να ξεχωρίζω και να επιμένω στην αγάπη μου για την ομορφιά. Έμαθα πως η κίνηση μέσα στον χώρο συνδέει τα πάντα μεταξύ τους και είναι αυτή, ο χώρος του κενού, που πρώτα σχεδιάζουμε. Η σημασία του κενού. Έμαθα πως ο τόπος, ο γεωγραφικός τόπος, είναι αυτό που τα περιέχει όλα και έμαθα πόσο οι ανώνυμες κατασκευές, η προφορική ποίηση της αρχιτεκτονικής μπορεί να είναι η πεμπτουσία της. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου ήρθα σε επαφή με την τυπογραφία, λόγω της απασχόλησής μου, μέσα σε μία ομάδα με τη δημιουργία ενός φανζίν λογοτεχνικού περιοδικού, του Μαύρου Μουσείου. Το φτιάχναμε όλο σε μακέτα με τα χέρια μας κι αυτή ήταν μία σημαντική γνώση που κράτησα ως τώρα — το βιβλίο, το αναγνωστικό αντικείμενο, δεν είναι μόνο περιεχόμενο, εξίσου σημαντική και ενθουσιαστική διαδικασία είναι η κατασκευή της μορφής του, και στην μορφή του τα γράμματα είναι εικόνα και το κενό είναι το λευκό.
Συνέχισα να σπουδάζω εισαγόμενη στο περιβάλλον της σοφίας και της έρευνας που ήταν τότε το Centre Louis Gernet στο Παρίσι, όπου έκανα την διδακτορική διατριβή μου. Παρακολουθούσα τις διαλέξεις του Pierre Vidal Naquet, που με μάθαιναν πώς διαβάζεται ένα αρχαίο κείμενο, με τα κενά του και τις συμπληρώσεις των κριτικών υπομνημάτων, κι έμαθα την σημασία του ποιητικού θραύσματος, εκείνες του Marcel Detienne, με την αγάπη του για τα ρήματα και τον εμπνευστικό ενθουσιασμό του για τον Ομηρικό Ύμνο στον Απόλλωνα, τον θεό αρχιτέκτονα, αλλά κι εκείνες του Jacques Derrida που με μάθαιναν πώς η ποίηση διαβάζεται λέξη προς λέξη και παραβαίνοντας κάθε κανόνα.
Τότε ακόμα κατάλαβα, μέσα από την ανθρωπολογία και τη συνολική έρευνα για τη γνώση των αρχαιοελληνιστών, πως η ποίηση αρχικά ήταν προφορική, ήταν μουσική, πως ο τρόπος που διαβάζουμε έχει να κάνει με τον χώρο της γραφής και τις συνήθειες, τον συμβολισμό, την θρησκεία, τις εμπειρίες και τις δομές της κοινωνίας και πως η ανάγνωση πάντα ήταν επιτελεστική. Οι λέξεις είναι τεράστιες, υπάρχουν άνθρωποι που θυμούνται σε ποιo κείμενο συναντάς ποια, και από τότε το λεξικό είναι το πιο μυστικό καθημερινό μου εργαλείο για να σκάψω το λόγο και το αίσθημα.
Στην διδακτορική μου διατριβή που αφορούσε την αρχαϊκή Ελλάδα, ασχολήθηκα με τη μνήμη, τον χώρο της κίνησης και τους δρόμους ως αναγνώσματα, γραμμές εγγραφής κειμένου, κυρίως πάνω σε κτήρια και αγάλματα. Διάβασα έτσι και τα επικά ποιήματα και τις αφηγήσεις ως διαδρομές στον χρόνο και στον χώρο, και η κίνηση με τους ρυθμούς της και τα εμπόδια της, έγινε απόλυτη θεά όχι μόνο στον χώρο πλέον αλλά και στον λόγο. Η συνειδητοποίηση του ότι ο χώρος διαβάζεται με ολόκληρο το σώμα μαζί και το βλέμμα, με έσπρωξε στο να βλέπω την ανάγνωση τρισδιάστατη και πανταχού παρούσα.
Η έννοια της δομής και της κατασκευαστικότητας, του ρυθμού και των αναλογιών, της εισόδου και των χώρων μετάβασης, το χτίσιμο και η συνέπεια του, η υλικότητα και η σημασία των αισθήσεων, η συναισθησία, η σημασία της ύλης για την φαντασία και την μνήμη, η απόλυτα χωρική διάσταση του ήχου και ως συνέπεια η δυνατότητα του χώρου να μπορεί να ‘χωράει’ ηχητικά τα πάντα, είδη και άτομα και στοιχεία, η σημασία του κόσμου δηλαδή της οργάνωσης και της αλληλεξάρτησης των υλικών οντοτήτων και των στοιχείων, είναι αυτά που μεταφέρω από την αρχιτεκτονική στην αίσθησή μου για την ποίηση. Πολλά από αυτά ήταν το όχημα ώστε να εννοήσω την ποίηση ως πολυφωνία δηλαδή ένα χώρο φιλοξενίας και συνύπαρξης των διαφορετικών όντων και των φωνών τους. Το σώμα αποτελείται από μέλη και η ποίηση το ίδιο.
Έτσι οργανώνω τα βιβλία μου σαν τόπους και σαν οικοδομήματα και ησυχάζω. Μόνο που οι λέξεις δεν είναι -μόνο- δομικό υλικό. Οι λέξεις πονάνε οι λέξεις σφάζουν. Αυτό μου το μαθαίνει η ζωή, σιγά-σιγά. Και με οδηγεί στη σιωπή.