Γύριζε, λέει, η ΑΕΚ από το Λίβερπουλ, να συνεχίσουν μετά για την Αθήνα, από εκείνη την 3-0 ήττα το 1972, όπου ακόμα μέσα μου υπάρχει η φωνή πάλι του Βασίλη Γεωργίου που μετέδιδε το παιχνίδι, να λέει στην αρχή του:
— Ξεκινάει ο αγών. Κάνουμε εμείς σέντρα, τη μπάλα την έχει ο Παπαϊωάννου. Μέχρι στιγμής πάμε πολύ καλά…
Στο Χίθροου μάλλον, μου έλεγε ο Μίμης Παπαϊωάννου συναντήθηκαν τότε με την «Μπενφίκα» του τρομερού Εουσέμπιο. Ο Εουσέμπιο τον έψαχνε, ήθελε να ξαναδεί τον Λευκό Πελέ, όπως τον αποκαλούσε.
— Εσείς πώς πήγατε;, τον ρώτησε ο Παπαϊωάννου.
— Ε, φεύγει κανείς από αυτό το νησί με λιγότερα από τρία;, του απάντησε εκείνος.
— Γιατί, Μίμη, ο μεγάλος αυτός παίκτης σ’ έλεγε «Λευκό Πελέ»;
— Γιατί είχαμε συναντηθεί με την Πορτογαλία σ’ ένα ματς Ενόπλων του ΣΙΣΜ. Θυμάσαι που ο Ουρουγουανός Κουμπίλια, αυτός με την κοιλίτσα πια, στο Καραϊσκάκη είχε κάνει μια κεφαλιά-ψαράκι στη ρίζα της δοκού, κι όπως γύριζε η μπάλα από πάνω του προσπάθησε να την ξαναχτυπήσει έτσι όπως ήταν μπρούμυτα, σηκώνοντας και τα δυο του πόδια ανάποδα σε «σκορπιό»;
— Ε, ναι. Ξεχνιούνται τέτοια πράγματα; Δεν τα ’χε καταφέρει όμως…
— Ε, εγώ όμως το είχα πετύχει αυτό σε ίδια φάση σ’ εκείνο το ματς με την Πορτογαλία…
Το σκεφτόμουνα, την είδα αυτή τη σκηνή στον χώρο του αοράτου πολλές φορές, την ξαναβλέπω και τώρα. Με τον Μίμη Παπαϊωάννου, τον γλυκό δικό μας πρόδρομο του Μέσι, να τα πετυχαίνει όλα μέσα στο γήπεδο, πολλά παραπάνω απ’ όλους, σ’ εποχή δύσκολη αλλά καθόλου περιχαρακωμένη, καθόλου όπως συχνά σήμερα πρετ-α-πορτέ.
( Από το ανέκδοτο βιβλίο του Σωτήρη Κακίση «Νουάρ Στιγμές» )