Από τα έγκατα αναδύθηκε ο θάνατος· ο θάνατος έρχεται πάντα από τα έγκατα: το όνομά του είναι Τιμανφάγια.
Κατάματα τον κοίταξε ο Δον Αντρές Λορένσο Κουρμπέλο, ο καθολικός ιερέας της πολίχνης Γιάιζα. Σπαράγματα του χαμένου πλέον χειρόγραφου υπομνήματός του διέσωσε ο γεωλόγος Λέοπολντ φον Μπουχ, που μετέφερε την αφήγηση σε μια διάλεξη του στην Πρωσική Ακαδημία Επιστημών το 1819:
«Στις 1 Σεπτεμβρίου 1730 άνοιξε η γη. Ένα τεράστιο βουνό υψώθηκε και φλόγες ξεπήδησαν από την κορυφή. Μετά από δέκα μέρες, η λάβα άρχισε να κυλάει στη θάλασσα σαν ένα πύρινο ποτάμι. Αμέτρητα ψάρια άρχισαν να επιπλέουν νεκρά. Δυο μήνες μετά, τα βόδια έπεσαν νεκρά απ’ τις αναθυμιάσεις. Γύρω στον τρίτο μήνα, η λάβα είχε καλύψει ήδη όλα τα γειτονικά χωριά και αφανίσει τη γόνιμη πεδιάδα».
Σήμερα που το τουριστικό λεωφορείο διασχίζει αυτή την έρημη γη, ένας ιερέας ίσως να έμπαινε στον πειρασμό να διερωτηθεί: «Υπάρχεις Κύριε; Μπορεί παντού αλλού, μα όχι εδώ. Μπορεί εδώ, μα πουθενά αλλού». Εγώ πάλι αναλογίζομαι ότι αρχή και τέλος έχουν ίδια όψη. Κι ένα παιδί ρωτάει φωναχτά: «Όλο αυτό το έκανε η φωτιά;» – κι αρνείται να ξανακοιτάξει έξω από το παράθυρο.
Κι όμως εδώ, στου Λανσαρότε την ολόμαυρη ράχη, όπου ο θάνατος δούλευε μέρα-νύχτα έξι χρόνια, ο αέρας έφερε ζωή· η ζωή έρχεται πάντα από τον αέρα: πράσινες και πορτοκαλί συμβιωτικές λειχήνες, σβέλτες κατάμαυρες σαύρες, νυκτόβια νεκροφάγα έντομα, άκαρπες συκιές, σαν αυτή που φύτεψε ο ερημίτης Ιλάριο όταν έζησε εδώ με μοναδική του συντροφιά μια καμήλα.
Ας σημειωθεί ότι κανένα από τα παραπάνω αθόρυβα πλάσματα δεν είδε στην επίσκεψή του το μελλοντικό Νομπέλ των γαλλικών γραμμάτων.[1] Οι μεγάλοι λευκοί άνδρες τυφλώνονται συχνά κατά τις εξωτικές «διαμονές» τους.[2] Ακόμα και ο μικροσκοπικός αλμπίνος κάβουρας που ενδημεί στα σκοτεινά νερά αυτής της Μακαρίας νήσου γνωρίζει πιο πολλά σχετικά με τις αντιστάσεις της έμβιας ύλης απ’ ό,τι διάφοροι πεφωτισμένοι συγγραφείς.
Θα μπορούσαν τουλάχιστον να μιλήσουν με τους ντόπιους, που λέγεται ότι έχουν τρελαθεί από τους ισχυρούς ανέμους που σφυροκοπούν τα χίλια ηφαίστεια του νησιού. Από ζωύφια κι από τρελούς μαθαίνεις την αλήθεια.
Αλλά για να γυρίσουμε στο Τιμανφάγια, αν κάποιος από σας θελήσει να εντρυφήσει στην εξίσωση Deus sive Natura, του συνιστώ να σπεύσει στο κοντινότερο ταξιδιωτικό γραφείο.
Προσκυνητή, κράτα αυτό το εισιτήριο στη γλώσσα σου σαν να ήταν όστια.