≈ Ση­μειώ­σεις από το πε­ρι­βάλ­λον. Κα­τα­γρα­φές από την επι­και­ρό­τη­τα ή πέ­ρα απ' αυ­τήν ≈

Πλα­στός Ελύ­της στο δια­δί­κτυο!

Με εορ­τα­στι­κές ευ­χές και άπει­ρα θαυ­μα­στι­κά με­λο­μα­κά­ρο­να, ήρ­θε δια­δι­κτυα­κά ένα στι­χούρ­γη­μα απο­δι­δό­με­νο στον Οδυσ­σέα Ελύ­τη. Και δεν μι­λά­με για τις πα­ρω­δί­ες ή διά­φο­ρα χιου­μο­ρι­στι­κά που εμ­φα­νί­ζο­νται στο facebook και το δί­κτυο ως «ρή­σεις» τά­χα του Ελύ­τη. Ότι το εν λό­γω στι­χούρ­γη­μα «πε­ρί απλό­τη­τας» δεν εί­ναι του Ελύ­τη εί­ναι προ­φα­νές για όποιον έχει δια­βά­σει έστω και λί­γους στί­χους του, πα­ρό­λα αυ­τά όμως, έχει ευ­ρεία διά­δο­ση (ακό­μα και σε σχο­λεία...). Η διά­χυ­σή του δεί­χνει και την επι­πο­λαιό­τη­τα και την άγνοια των «ανα­γνω­στών» που το ανα­πα­ρά­γουν αφε­λέ­στα­τα. Ψά­χνο­ντας βρή­κα­με ότι το ζή­τη­μα έχει εντο­πί­σει πα­ράλ­λη­λα και ο ερευ­νη­τής χο­ά­κων Γιώρ­γος Γιώ­της στο https://​www.​ell​inik​ahoa​xes.​gr/​2019/​01/​09/​elitis_​apl​otit​a/, δι­καί­ως διε­ρω­τώ­με­νος αν όντως έγρα­ψε ο Ελύ­της τέ­τοιο ποί­η­μα και κα­τα­γρά­φο­ντας πα­ράλ­λη­λα ότι εμ­φα­νί­ζε­ται στο δια­δί­κτυο με­τά τον Νο­έμ­βριο του 2009. Έχει πα­ρέλ­θει σχε­δόν μια δε­κα­ε­τία δη­λα­δή, χω­ρίς να υπάρ­ξει ώς τώ­ρα κα­μιά αντί­δρα­ση. Απευ­θυν­θή­κα­με λοι­πόν στην κα­θ᾽ύ­λην αρ­μο­δία, να ξε­κα­θα­ρί­σει ορι­στι­κά το ζή­τη­μα:

Δ.Κ.

Ποι­η­τι­κή… απά­τη

«Στο μυα­λό του κα­θε­νός πε­ρι­μέ­νει μία κό­τα», έγρα­φε στο Εκ του Πλη­σί­ον ο Οδυσ­σέ­ας Ελύ­της. Και εί­ναι αλή­θεια ότι συ­χνά πυ­κνά κά­νουν την εμ­φά­νι­ση τους κό­τες ανό­η­τες κι άλ­λες κα­κό­βου­λες που γε­μί­ζουν τον αδέ­σπο­το και για πά­σα χρή­ση χώ­ρο του δια­δι­κτύ­ου με αυ­γά… κλού­βια!
Εί­ναι και­ρός που κυ­κλο­φο­ρεί στο δια­δί­κτυο κεί­με­νο –ποί­η­μα το ονο­μά­ζουν– απλοϊ­κού ύφους, με θέ­μα τά­χα την απλό­τη­τα, του οποί­ου η πα­τρό­τη­τα ψευ­δώς απο­δί­δε­ται στον Ελύ­τη! Θα ήταν ίσως μό­νο μια ανό­η­τη κί­νη­ση ενός αφε­λούς που ξύ­πνη­σε ένα πρωί και εί­πε να δώ­σει στις ιδέ­ες του επί­φα­ση κύ­ρους και συ­νά­μα να γε­λά­σει με την ημι­μά­θεια των άλ­λων· γί­νε­ται όμως κα­κό­βου­λη πρά­ξη για­τί αφ’ ενός μεν προ­σβά­λει τον ποι­η­τή, όταν ψευ­δώς του απο­δί­δε­ται κά­τι που δεν θα μπο­ρού­σε πο­τέ να έχει γρά­ψει, αλ­λά αφ’ ετέ­ρου πα­ρα­πλα­νά νέ­ους ή και αθώα κα­λο­προ­αί­ρε­τους χρή­στες του δια­δι­κτύ­ου, που δεν έχουν ίσως την γνώ­ση, ή τα αντα­να­κλα­στι­κά για να κα­τα­λά­βουν απ’ την πρώ­τη φρά­ση πό­σο απέ­χει ο συγ­γρα­φέ­ας του κει­μέ­νου από τον ποι­η­τή!
«Τρώ­γε την πρό­ο­δο, έλε­γε ο Ελύ­της, και με τα φλού­δια και με τα κου­κού­τσια της»! Αρ­κεί να ξέ­ρεις κά­πο­τε και να τα φτύ­νεις, θα πρό­σθε­τα τώ­ρα πια.

Και πλα­στός Μπόρ­χες

Στο δια­δiκτυο κυ­κλο­φο­ρούν ευ­ρέ­ως ψευ­δε­πί­γρα­φα στι­χουρ­γή­μα­τα που απο­δί­δο­νται σε διά­φο­ρους συγ­γρα­φείς. Ένα από τα πιο δια­δε­δο­μέ­να εμ­φα­νί­ζε­ται με τί­τλο «Ποί­η­μα στους φί­λους» («Poema a la amistad» – που κι αυ­τό εί­ναι λά­θος: «Ποί­η­μα στη φι­λία» θα ήταν η εγ­γύ­τε­ρη με­τά­φρα­ση), απο­δί­δε­ται ψευ­δώς στον Μπόρ­χες και, με­ρι­κές φο­ρές, αυ­τοί που τα αναρ­τούν σε ελ­λη­νι­κές ιστο­σε­λί­δες πα­ρα­πέ­μπουν σε δι­κές μου με­τα­φρά­σεις. Πρό­κει­ται πε­ρί γλυ­κα­νά­λα­του δι­δα­κτι­κού κα­τα­σκευά­σμα­τος σε ύφος μάλ­λον Χα­λίλ Γκι­μπράν πα­ρά Μπόρ­χες που, σύμ­φω­να με την εφ. Εl País, πρω­το­δη­μο­σιεύ­τη­κε το 1978 από την Αμε­ρι­κα­νί­δα Nadine Stair. Η σύ­ζυ­γος του Μπόρ­χες Μα­ρία Κο­δά­μα σχο­λί­α­σε: «Ένα ποί­η­μα χω­ρίς κα­μιά λο­γο­τε­χνι­κή αξία που μειώ­νει το μή­νυ­μα του έρ­γου του Μπόρ­χες».

Συμ­φω­νία της ορ­γής

Μέ­λος ενός ορ­γα­νι­σμού, με τον οποίο εί­χα σχέ­ση κά­πο­τε, επι­κοι­νώ­νη­σε για να δια­μαρ­τυ­ρη­θεί ορ­γι­σμέ­να, επει­δή δεν εί­χε υπάρ­ξει αντί­δρα­ση που θα κα­τα­δί­κα­ζε μια επι­κεί­με­νη συμ­φω­νία. Την ίδια στιγ­μή επι­κοι­νώ­νη­σε άλ­λο μέ­λος του ίδιου ορ­γα­νι­σμού για να δια­μαρ­τυ­ρη­θεί, με ορ­γή επί­σης, επει­δή δεν εί­χε εκ­δη­λω­θεί αντί­δρα­ση που θα επι­βρά­βευε την εν λό­γω συμ­φω­νία. Μα δεν εί­ναι προ­φα­νές, ανα­ρω­τή­θη­κε ένα τρί­το μέ­λος, ότι δεν μπο­ρεί να αντι­δρά­σει ένας ορ­γα­νι­σμός όταν τα μέ­λη του δια­φω­νούν με­τα­ξύ τους. Χρειά­στη­κε όμως να δια­φω­νή­σω, λέ­γο­ντας ότι αδυ­να­μία έκ­φρα­σης προ­κα­λεί όχι η δια­φω­νία, αλ­λά η συμ­φω­νία, κα­θώς κυ­ριαρ­χεί το γε­γο­νός ότι τα μέ­λη συμ­φω­νούν στην ορ­γή τους. Μια τέ­τοια συμ­φω­νία ορ­γής απο­τε­λεί εμπό­διο που κα­μία δια­φω­νία τους για το πε­ριε­χό­με­νο, το οποίο πε­ριέρ­χε­ται σε δεύ­τε­ρη μοί­ρα, δεν μπο­ρεί να αναι­ρέ­σει. Αν επρό­κει­το για βιο­λο­γι­κό ορ­γα­νι­σμό, θα έλε­γα ότι δεν μπο­ρεί να κι­νη­θεί με το ένα πό­δι να πη­γαί­νει προς μία κα­τεύ­θυν­ση, ενώ το άλ­λο προς άλ­λη. Πά­λι κα­λά που οι ανεκ­πλή­ρω­τα πλα­τω­νι­κοί άν­θρω­ποι και οι όρ­νι­θες ενός φί­λου των σκύ­λων όπως ο Διο­γέ­νης έχουν δύο μό­νον πό­δια. Τι θα γι­νό­ταν με εκα­τό ού­τε ο θε­ός των εντό­μων δεν θα ήθε­λε να ξέ­ρει. Μα­ζέ­ψα­με τα πτε­ρύ­γιά μας και συ­νε­χί­σα­με την ανα­ζή­τη­ση για εκεί­να τα στα­φύ­λια, έστω της ορ­γής, που μας εί­χαν υπο­σχε­θεί.

Το συρ­τά­ρι του συγ­γρα­φέα

Απ’ τη ζωή βγαλ­μέ­νο

Ορι­σμέ­νοι το­νί­ζουν ότι τα βι­βλία τους εί­ναι «φέ­τες ζω­ής». Ότι ο συγ­γρα­φέ­ας πρώ­τα ζει τα πράγ­μα­τα κι ύστε­ρα τα γρά­φει. Η Τό­νι Μό­ρι­σον, πο­λυ­βρα­βευ­μέ­νη αφρο­α­με­ρι­κα­νί­δα συγ­γρα­φέ­ας, δεν θε­ω­ρεί αυ­το­νό­η­τη τη σύν­δε­ση βί­ου και συγ­γρα­φής.
«Ρίξ­τε μια μα­τιά σε αν­θρώ­πους που δεν με­τα­κι­νή­θη­καν από την κα­ρέ­κλα τους και επι­νό­η­σαν τα πά­ντα. Ο Τό­μας Μαν, για πα­ρά­δειγ­μα. Νο­μί­ζω ότι έκα­νε ελά­χι­στα τα­ξί­δια. Ορι­σμέ­νες φο­ρές χρειά­ζε­σαι το ερέ­θι­σμα. Όμως εγώ δεν πη­γαί­νω που­θε­νά για να αντλή­σω ερε­θί­σμα­τα. Δε θέ­λω να πάω που­θε­νά. Θα μπο­ρού­σα να μεί­νω καρ­φω­μέ­νη σε ένα ση­μείο και να εί­μαι ευ­τυ­χι­σμέ­νη. Δεν εμπι­στεύ­ο­μαι τους αν­θρώ­πους που λέ­νε ότι πρέ­πει να πά­νε κά­που για να συγ­γρά­ψουν. Δεν γρά­φω αυ­το­βιο­γρα­φία. Πρώ­τα απ’ όλα, δεν εν­δια­φέ­ρο­μαι για τους πραγ­μα­τι­κούς αν­θρώ­πους ως αφορ­μές για συγ­γρα­φή, και σ’ αυ­τό πε­ρι­λαμ­βά­νω κι εμέ­να την ίδια. Αν γρά­ψω για κά­ποιον που εί­ναι ιστο­ρι­κό πρό­σω­πο, για πα­ρά­δειγ­μα για τη Margaret Garner, δεν μου χρειά­ζε­ται να ξέ­ρω τί­πο­τα γι’ αυ­τήν. Δια­βά­ζω μο­νά­χα δύο συ­νε­ντεύ­ξεις της. Εκεί έχου­με μια γυ­ναί­κα που απο­δρά από τη φρί­κη της σκλα­βιάς και τα έχει τε­τρα­κό­σια. Πα­ρό­λο που δο­λο­φό­νη­σε το παι­δί της, δε βγά­ζει αφρούς από το στό­μα. Εί­ναι εντε­λώς ήρε­μη και δη­λώ­νει “θα το έκα­να πά­λι”. Αυ­τό εί­ναι πα­ρα­πά­νω από αρ­κε­τό για να πυ­ρο­δο­τή­σει τη φα­ντα­σία μου» (The Paris Review Interviews, Women Writers at work, επ. G. Plimpton).
Άλ­λω­στε, πέ­ρα από τα συμ­βά­ντα, υπάρ­χει η εσω­τε­ρι­κή ζωή. Βέ­βαια, η εσω­τε­ρι­κή ζωή δεν αφή­νει ορα­τά ίχνη, όπως ένα αε­ρο­πο­ρι­κό ει­σι­τή­ριο ή μια πε­τα­μέ­νη βέ­ρα. Αλ­λά μπο­ρεί να μας τα­ξι­δεύ­ει ή να μας τσού­ζει το ίδιο.

Άγριες χή­νες

Άγριες χή­νες και πε­τα­λού­δες υπήρ­ξαν μού­σες της Αμε­ρι­κα­νί­δας ποι­ή­τριας Μαί­ρης Όλι­βερ (Mary Oliver, 1935-2019), που πέ­θα­νε στις 17 Ια­νουα­ρί­ου. Κά­ποιες φο­ρές ταυ­τι­ζό­ταν με τον κό­σμο της φύ­σης, θε­ω­ρώ­ντας τον Ουόλτ Ουί­τμαν ως τον αδελ­φό που δεν εί­χε. Ενώ ήταν ακό­μη στο γυ­μνά­σιο, έγρα­ψε στην αδελ­φή της Έντ­να Βίν­σεντ Μι­λέυ (1892-1950) αν μπο­ρού­σε να επι­σκε­φτεί το σπί­τι της, κο­ντά στο Αού­στερ­λιτς στην πο­λι­τεία της Νέ­ας Υόρ­κης. Κα­τέ­λη­ξε να μεί­νει χρό­νια βά­ζο­ντας σε σει­ρά το αρ­χείο της ποι­ή­τριας που θαύ­μα­ζε. Εκεί γνώ­ρι­σε και τη σύ­ντρο­φό της, τη φω­το­γρά­φο Μό­λι Μα­λό­ουν Κουκ. Η αμ­φι­θυ­μία με την οποία υπο­δέ­χθη­κε η κρι­τι­κή την ποί­η­ση της Όλι­βερ δεν εξέ­λι­πε ού­τε όταν απέ­σπα­σε ση­μα­ντι­κά βρα­βεία, όπως το Πού­λι­τζερ, ενώ έρ­γα της βρέ­θη­καν στην κο­ρυ­φή των πω­λή­σε­ων βι­βλί­ων ποί­η­σης. Ένα από το πιο γνω­στά της ποι­ή­μα­τα εί­ναι οι Άγριες χή­νες (Wild Geese), που ακο­λου­θεί σε από­δο­ση στα ελ­λη­νι­κά.

Δεν μας ψε­κά­ζουν, μας μα­γνη­τί­ζουν (με ίχνη φενγκ σούι)

Η επί­δρα­σις του μα­γνη­τι­σμού επί υγειών και ασθε­νών ανή­κει προ­σω­ρι­νώς εις τας αι­νιγ­μα­τώ­δεις εκεί­νας εμ­φα­νί­σεις, αί­τι­νες δεν εξη­γή­θη­σαν ακό­μη τε­λεί­ως, αφού τα μέ­χρι τού­δε πα­ρα­τη­ρη­θέ­ντα γνω­στο­ποιού­σιν ημίν πα­ρά­δο­ξόν τι­να επί­δρα­σιν επί αν­θρώ­πων ως και επί ζώ­ων, ενώ συγ­χρό­νως απο­δει­κνύ­ε­ται ότι τι­νές μό­νον φύ­σεις υπό­κει­νται εις αυ­τόν, ενώ αι πλεί­σται μέ­νου­σιν ανε­πί­δρα­στοι. Πολ­λοί πει­ρα­μα­τι­σταί, οί­τι­νες με­τα­χει­ρί­ζο­νται εις φυ­σι­κά πει­ρά­μα­τα ισχυ­ρούς μα­γνή­τας, δεν αι­σθά­νο­νται την ελα­χί­στην επί­δρα­σιν της αι­νιγ­μα­τώ­δους ταύ­της δυ­νά­με­ως, ήτις πα­ρέ­χει εις τε­μά­χιον σι­δή­ρου την ιδιό­τη­τα να ελ­κύη τον σί­δη­ρον και να φέ­ρη βά­ρη.
Ο λόρ­δος Lindsay όστις επα­νει­λημ­μέ­νως εκί­νει την κε­φα­λήν του με­τα­ξύ των πό­λων ενός γι­γα­ντιαί­ου ηλε­κτρο­μα­γνή­του, δεν πα­ρε­τή­ρη­σε την ελα­χί­στην επί­δρα­σιν, ενώ του­να­ντί­ον εις λί­αν νευ­ρι­κούς αν­θρώ­πους αρ­κεί μι­κρός σι­δη­ρούς μα­γνή­της ίνα ενερ­γή­ση οφθαλ­μο­φα­νώς. Ο εν Φραγ­κφούρ­τη αυ­λι­κός σύμ­βου­λος Stein εί­δε δύο πε­ρι­πτώ­σεις, κα­θ’ ας μα­γνή­της εις από­στα­σιν ενός δα­κτύ­λου από του αν­θρω­πί­νου σώ­μα­τος λί­αν ευαι­σθή­του προ­σώ­που, πα­ρου­σί­α­σε τοιαύ­την επί­δρα­σιν, ώστε εις το δέρ­μα το απέ­να­ντι των δύο πό­λων του μα­γνή­του, εσχη­μα­τί­σθη­σαν δύο ερυ­θραί κη­λί­δες, δι’ ων απε­δεί­χθη η δι’ αί­μα­τος υπερ­πλή­ρω­σις των λε­πτο­τά­των φλε­βών. Συγ­χρό­νως η απέ­να­ντι του θε­τι­κού βο­ρεί­ου πό­λου κη­λίς ήτο μάλ­λον ερυ­θρά της τω νο­τίω αρ­νη­τι­κώ πό­λω αντι­κει­μέ­νης.
Μάλ­λον εκ­πλη­κτι­κά εί­ναι εν τού­τοις τα πει­ρά­μα­τα, άτι­να εξε­τέ­λε­σεν ο κα­θη­γη­τής Charcot εν Salpetrière, ήτοι εν τω πε­ρι­φή­μω των Πα­ρι­σί­ων νο­σο­κο­μείω διά νευ­ρι­κά και ψυ­χι­κά νο­σή­μα­τα γυ­ναι­κών. Αφού δη­λα­δή εδέ­θη­σαν οι οφθαλ­μοί τι­νών λί­αν ευαι­σθή­των αν­θρώ­πων, πα­ρε­τη­ρή­θη ότι οι βρα­χί­ο­νες και αι χεί­ρες, ως και οι πό­δες ηκο­λού­θουν τον μα­γνή­την ον ο ια­τρός επλη­σί­α­ζεν εις τα μέ­λη ταύ­τα. Όταν δε ο ια­τρός επλη­σί­α­ζε τον μα­γνή­την προς το αντι­κάρ­διον, τό­τε οι ασθε­νείς ηκο­λού­θουν τον ια­τρόν ως εάν εσύ­ρο­ντο υπ’ αυ­τού. Τα αυ­τά πει­ρά­μα­τα επα­νε­λή­φθη­σαν και αλ­λα­χού με το αυ­τό απο­τέ­λε­σμα.

Ονο­μα­το­δο­σί­ες


Δερ­μό­φις ντο­ναλ­ντρά­μπιος (Dermophis donaldtrumpi) εί­ναι το όνο­μα που θα δο­θεί σε σχε­δόν τυ­φλό, άπο­δο, οφιοει­δές αμ­φί­βιο που πρό­σφα­τα εντο­πί­στη­κε στον Πα­να­μά. Πρό­κει­ται για νέο εί­δος της οι­κο­γέ­νειας caecilian, λέ­ξη που προ­έρ­χε­ται από το λα­τι­νι­κό caecus (τυ­φλός). Απο­τε­λεί ιδα­νι­κό όνο­μα, κα­θώς αντι­στοι­χεί στην εθε­λο­τυ­φλία του Αμε­ρι­κα­νού Προ­έ­δρου Τραμπ για την κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή, δή­λω­σε ο Άι­νταν Μπελ. Ιδιο­κτή­της της εται­ρεί­ας βιώ­σι­μων δο­μι­κών υλι­κών EnviroBuild, με 25.000 δολ. πλειο­δό­τη­σε για το δι­καί­ω­μα να ονο­μά­σει το μή­κους πε­ρί­που 10 εκ. γυα­λι­στε­ρό, ολι­σθη­ρό και γλοιώ­δες πλά­σμα, που μοιά­ζει με σκου­λή­κι και περ­νά τη ζωή του κά­τω από τη γη. Δια­κρί­νο­ντας ανά­με­σα σε σκο­τά­δι και φως, μό­νο μαύ­ρο ή άσπρο βλέ­πει τον κό­σμο, όπως και εκεί­νος που το όνο­μα του φέ­ρει, εί­πε επί­σης ο Μπελ, κρού­ο­ντας κώ­δω­να ευαι­σθη­σί­ας για το πε­ρι­βάλ­λον και την επι­κοι­νω­νια­κή προ­βο­λή της εται­ρεί­ας του. Τα δερ­μό­φι­δα έχουν ένα επι­πλέ­ον στρώ­μα δέρ­μα­τος, που τα μι­κρά τους μπο­ρούν να φά­νε αφού το ξε­φλου­δί­σουν.

Φω­το­γρα­φία από τον ιστό­το­πο της εται­ρεί­ας, που πρό­σθε­σε προ­ε­δρι­κή κό­μη στο πλά­σμα


https://​www.​env​irob​uild.​com/​blogs/​art​icle​s/​donald-​trump-​amp​hibi​an

Οι επι­στή­μο­νες που ανα­κά­λυ­ψαν το νέο εί­δος αμ­φί­βιου, που κιν­δυ­νεύ­ει με εξα­φά­νι­ση λό­γω ανό­δου της θερ­μο­κρα­σί­ας, έχουν συμ­φω­νή­σει να χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν, όταν δη­μο­σιεύ­σουν την ανα­κά­λυ­ψή τους, το όνο­μα που θα προ­έ­κυ­πτε με­τά από πλει­στη­ρια­σμό στις 8 Δε­κεμ­βρί­ου 2018. Διορ­γα­νώ­θη­κε από κα­τα­πί­στευ­μα, τριά­ντα χρό­νια από την ίδρυ­σή του, για το τρο­πι­κό δά­σος, η ύπαρ­ξη του οποί­ου ανα­στέλ­λει την κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή. Σχε­δόν 70.000 εκτά­ρια τρο­πι­κού δά­σους κα­τα­στρέ­φο­νται ορι­στι­κά κά­θε μέ­ρα. Με τα έσο­δα να στη­ρί­ζουν την προ­στα­σία βιό­το­πων δώ­δε­κα νέ­ων ει­δών, ο πλει­στη­ρια­σμός για το δι­καί­ω­μα ονο­μα­το­δο­σί­ας πε­ρι­λάμ­βα­νε, εκτός από το χω­ρίς άκρα αμ­φί­βιο, τέσ­σε­ρις βα­τρά­χους, τέσ­σε­ρις ορ­χι­δέ­ες, έναν πο­ντι­κό του δά­σους, ένα σαρ­κο­βό­ρο μυρ­μή­γκι και μια σα­λα­μάν­δρα.

Το εορ­τα­στι­κό κα­λω­σό­ρι­σμα του Δη­μή­τρη Αρ­βα­νί­τη στον Χάρ­τη

Π Ρ Ο Σ Ε Χ Ω Σ

Για τα αμέ­σως επό­με­να τεύ­χη του Χάρ­τη (με­τα­ξύ άλ­λων) ετοι­μά­ζο­νται:

• Αφιε­ρώ­μα­τα: Γιάν­νης Βαρ­βέ­ρης, Τά­σος Δε­νέ­γρης, Γιώρ­γος Πά­τσας, Έλ­λη Σκο­πε­τέα, Μί­μης Σου­λιώ­της, Θα­νά­σης Χαρ­μά­νης, Νί­κος Χου­λια­ράς κ.ά.

• Με κά­θε νέο τεύ­χος του ηλε­κτρο­νι­κού Χάρ­τη, θα ανε­βαί­νει ψη­φιο­ποι­η­μέ­νο κα­τά σει­ρά και ένα από τα τεύ­χη (1-26) του Χάρ­τη της έντυ­πης πε­ριό­δου (1982-1988).

*

Το τεύ­χος 3 θα αναρ­τη­θεί 1η Mαρ­τί­ου