Χρήστος Γιανναράς, In memoriam
Πέφτει βροχή, το δάκρυ των νεκρών
το χάδι του Θεού στα δέντρα και στο χώμα.
Κι η γη αναδίνει μύρα αόρατων φτερών
σουδάρια παρακλητικά στο ραγισμένο σώμα.
Αλλά τα δέντρα ―όπως σού ’λεγα―απλώνουν
κλαριά φρυγμένα για να ξεδιψάσουν.
Και τα πουλιά που τ’ αρνηθήκανε φυτρώνουν
ξανά δροσάτα την αγάπη τους να κλάψουν.
Βροχούλα σιγανή παραμονή Προδρόμου
σ’ ελιές, βελανιδιές και σε πλατάνια
στις ρεματιές τις άνυδρες, στις πέτρες, στα ρουμάνια
καθώς περνάει κατά παράβασιν του νόμου.
Καθώς περνάει με μηλωτή από δροσοστάλες
μέσα σε ατμούς κι οσμές του στερναυγούστου
κεραύνια αστραπή λιωμένη στις ψιχάλες,
με το κεφάλι του στα χέρια πορφυρά στους μούστους.
Στο γλεύκος ενός βότρυος συνθλιμμένου
απ’ το μαρτύριο της αγάπης δίχως όρια
να πίνουμε ―και να μεθούμε― κάρβουνο αναμμένο
και να γινόμαστε ιστιοφόρα και βαπόρια.
Βγαίνει ο Πρόδρομος ξανά να ευαγγελίσει
εμάς απ’ τους νεκρούς και σας τους ζώντες
κι ώσπου ο τροχός της λοιμικής να σταματήσει
φυσήξτε την ευχή σας στους πεινώντες.