ΒΕΡΝΤΙ (1785-1867). Εθνικός μουσουργός, του οποίου το όνομα συνέπεσε ως αρκτικόλεξο V.E.R.D.I. με το ιστορικό αίτημα της εποχής: Vittorio Emanuele Re d’ Italia. Ναι, θυμάμαι τη σκηνή στην ταινία Senso του Βισκόντι με την Αλίντα Βάλι, όταν μέσα στο θέατρο, όπου παίζεται ο Trovatore, με την παρουσία επιφανών Αυστριακών, οι αντιστασιακοί, χέρι με χέρι, προωθούν τα φυλλάδια με τα πολιτικά συνθήματα. Ή στον Gattopardo, εκείνο το βαλς brillante του Μπαρτ Λάνκαστερ με την θεϊκή Κλαούντια Καρντινάλε υπό το ψυχοκτόνο βλέμμα του ανιψιού Αλαίν Ντελόν που με το ζόρι συγκρατεί ένα τικ στο μάγουλο. Πρόκειται για ένα πιανιστικό έργο του Βέρντι, ένα βαλς, σε μια ενορχήστρωση του Νίνο Ρότα, για τις ανάγκες της ταινίας Ο Γατόπαρδος, όπως επίσης στον Νίνο Ρότα ανήκει και η μαζούρκα στο ίδιο έργο. Ακούστε την, σαν παρακαλώ, ενώ παρακολουθείτε τη σκηνή.
Χορός και πάλι
Ο «γέρος», «θείος», Μπαρτ Λάνκαστερ, είναι σε ηλικιακή, οικονομική και πολιτική παρακμή, αλλά πολλά ανιψιούδια βάζει κάτω!!! Η ταινία βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα του Λαμπεντούσα που δείχνει τις κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές στην Ιταλία στο τέλος του 19ου αιώνα, ενώ η Ιταλία είναι κατακερματισμένη σε κρατίδια· τον Βορά κατέχουν οι Αυστριακοί και από τη Σικελία προωθείται ο Γκαριμπάλντι. Η αριστοκρατία φθίνει και η αστική τάξη ανεβαίνει, διεκδικώντας μερίδιο στην εξουσία. Ο πρίγκιπας ντι Σαλίνα –Μπαρτ Λάγκαστερ– με οικόσημό του τον Γατόπαρδο (εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου και της ταινίας) αντιλαμβάνεται την κρίση της αριστοκρατίας. Ο μόνος τρόπος για να μην αλλάξει τίποτα, και να εξακολουθεί η τάξη του να έχει την εξουσία, είναι να αλλάξουν τα πάντα. Και αυτά τα πάντα συνοψίζονται στο εξής ένα: να παντρέψει τον ανιψιό του τον Τανκρέντι –Αλαίν Ντελόν– με την πανέμορφη Ατζέλικα –Κλαούντια Καρντινάλε–, κόρη του πλούσιου χωριάτη Καλότζερο.
Στην επίσημη δεξίωση στο αρχοντικό του Σαλίνα, η εκθαμβωτική Αντζέλικα, που μόλις μπει θα κάνει όλες τις γυναίκες να σκάσουν από τη ζήλεια τους και όλους τους άντρες να την επιθυμήσουν, θα ζητήσει από τον «θείο» να χορέψει μαζί της το βαλς που είπαμε πιο πάνω. Το να την χορέψει ο άρχοντας –καλλιτέχνης του βαλς, οι πάντες κάνουν στην άκρη όταν χορεύει αυτός– σημαίνει ότι θα την επιβάλλει στην αριστοκρατία. Και το βαλς αρχίζει. Και είναι θεϊκό. Χορεύουν τέλεια. Η Αντζέλικα πανευτυχής και ο θείος καταγοητευμένος. Κι ο αρραβωνιαστικός, ο όμορφος Αλαίν Ντελόν που ήταν μαζί του ερωτευμένες όλες οι εξαδέλφες και όχι μόνο, κοιτάζει με κομμένη την ανάσα και με δυσκολία συγκρατεί ένα τικ στο μάγουλο από τη ζήλεια του. Ο θείος είναι μοναδικός, θεϊκός.
Αυτός ο χορός με αυτή την λεπτομέρεια, μέσα από την οποία η μία κοινωνική τάξη αποδέχεται την άλλη, την κατώτερη, επανέρχεται σχεδόν πανομοιότυπα στην ταινία Easy Virtue με τον Λόρδο –Κόλιν Φαιρθ– την σύζυγό του –Κριστίν Σκοτ Τόμας– τον γιο τους –Μπεν Μπαρνς– και την νύφη που τους έφερε από την Αμερική – Τζέσικα Μπιελ. Η προαιώνια, ενστικτώδης, ντιενεϊκή διαφορά ανάμεσα στην αριστοκράτισσα πεθερά και την νεόπλουτη, vulgaire νύφη θα κορυφωθεί. Κι αυθεντική. Στην αριστοκρατική Αγγλία όμως, όχι, δεν την αντέχει το κλίμα και οι δύο κόσμοι συγκρούονται. Η αρχετυπική σύγκρουση πεθεράς-νύφης θα αναδυθεί από τα έγκατα της γηραιάς Αλβιόνος, κάτι που για την Αμερικανίδα είναι αδιανόητο. Και ο γιος, δυστυχώς, θα ψυχρανθεί, κάτω από τη συνεχή πίεση της μητέρας. Έτσι στην επίσημη δεξίωση υποδοχής με όλη την ξινή αριστοκρατία παρούσα, η πεθερά ελπίζει να λάβει την εκδίκησή της. Ειρήσθω –και όχι εν παρόδω– ότι ο Λόρδος γυροφέρνει με ένα βιβλίο στα χέρια σαν παράωρος Άμλετ, ατημέλητος, αχτένιστος, αξύριστος, κάσουαλ ντυμένος. Ο ευνουχισμός που του έχει επιβάλλει η αυταρχική σύζυγός του δεν έχει θεραπεία. Δεν έχει;
Την ώρα της κρίσεως, η νύφη ντυμένη με το σπανιόλικο φόρεμα, με ένα μέτρο φραμπαλά στο τελείωμά του, τα ξανθά μαλλιά σηκωμένα ψηλά με το χαρακτηριστικό χτένι, τη γυμνή πλάτη και το αγαλματένιο σώμα, κατεβαίνει τη σκάλα. Παίρνει ένα ποτήρι σαμπάνια και μπαίνει στη σάλα. Οι πάντες παραμερίζουν να μη «λερωθούν» από την βέβηλη. Εκείνη κάνει το γύρο της αίθουσας ζητώντας τον σύζυγό της καβαλιέρο για το τανγκό. Τινάζει πίσω το πόδι και την ουρά της. Ο νεαρός σύζυγός της με τα μάτια της λέει όχι. Προθυμοποιείται ένας ασήμαντος νεαρός. Του δίνει να της κρατάει το ποτήρι, απλώς, ενώ εξακολουθεί να φέρνει γύρω την αίθουσα υπό το φαρμακερό, θριαμβικό βλέμμα της πεθεράς που ψηλώνει πέντε πόντους. Και τότε, στην περιφερόμενη ωραία, ένα χέρι τεντώνεται και της προσφέρεται. Ο Λόρδος, με φράκο, χτενισμένος, ξυρισμένος, όμορφος, ψηλός, ευθυτενής, αγέρωχος, την τραβάει στην αγκαλιά του και τη χορεύει. Της δίνει την καταξίωση που της αρνείται η σύζυγός του και ο σύζυγός της. Και ο φακός κάνει ζουμ στην ζωντανή Αφροδίτη, ζουμ στις αισθησιακές καμπύλες της, όπως διαγράφονται κάτω από το μεταξωτό της Κάρμεν που εφαρμόζει οριακά στους γλουτούς, στη γυμνή γραμμωμένη πλάτη, στα σαρκώδη κατακκόκινα χείλη, στα μάτια, στο πρόσωπο. Ζουμ και στον συγκρατημένο αισθησιασμό που εκλύει η έκφραση του «ευνουχισμένου» λόρδου από την λόρδαινα. Ξαναανακαλύπτει ότι είναι άντρας. Χορεύουν ξέροντας πως όλοι καταπίνουν το σάλιο τους, κάνουν επίδειξη δεξιοτεχνίας που βγάζει το μάτι του κάθε ζηλιάρη. Ο χορός τελειώνει. Η πεθερά καταχειροκροτεί και χαμογελώντας φιδίσια απειλεί τον σύζυγο. Η νύφη φεύγοντας δίνει μια στο γύψινο άγαλμα της Αφροδίτης και το κάνει θρίψαλα.
Σημείωση. Ο γιος που πριν λίγο αρνιόταν να χορέψει με τη γυναίκα του, την ώρα που εκείνη χορεύει με τον πατέρα του, είναι ολόιδιος ο Αλαίν Ντελόν στον Γατόπαρδο. Ο Λόρδος, ο ώριμος άντρας έχει πάρει αναδρομικά εκδίκηση από τους νομίζοντες πως όλα τα έχουν επειδή είναι νεότεροι. Στο τέλος, κι ενώ η Αμερικανίδα φεύγει με το μικρό κάμπριο αυτοκινητάκι της, ο Λόρδος πηδάει μέσα και φεύγει μαζί της!!!
19ος αιώνας πάλι. Χορός στο παλάτι. Η Ελάιζα Ντούλιτλ, ανθοπώλισσα από φτωχή και λαϊκή γειτονιά του Λονδίνου, συμμετέχει στο πείραμα του γλωσσολόγου μίστερ Χίγκινς, με στόχο να αποδείξει πως η παιδεία κάνει τον άνθρωπο ή τουλάχιστον τον μεταμορφώνει και έτσι θα μπορέσει να ξεγελάει όλους τους αριστοκράτες με μέσο την Ελάιζα. Μετά από εξαντλητική προσπάθεια, η αγράμματη και άπλυτη ανθοπώλισσα θα μεταμορφωθεί σε πριγκίπισσα, ο βασιλιάς θα την επιλέξει για ντάμα, θα χορέψει μαζί της και όλοι θα αναρωτιούνται, μα ποια είναι, τόσο όμορφη, τόσο αριστοκρατική, τόσο φινετσάτη… Είναι η Ώντρεϊ Χέμπορν στην Ωραία μου Κυρία –My fair lady– του Τζορτζ Μπέρναρ Σόου σε σκηνοθεσία Τζορτζ Κιούκορ, με τον Ρεξ Χάρισον στο ρόλο του μίστερ Χίγκινς. Ο Σόου δούλεψε πάνω στον γνωστό μύθο του Πυγμαλίωνα. Εκεί ήταν ο έρωτας που ζωντάνεψε ένα άγαλμα, εδώ είναι η μόρφωση που άλλαξε την εντύπωση. Και μια μακρά σειρά άλλων δημιουργών αξιοποιώντας το αρχαίο ελληνικό μύθο, έπλασε πολλές πολλές παραλλαγές.
Σκηνικό από το Πόλεμος και Ειρήνη του Σεργκέι Μπονταρτσούκ ή Πόλεμος και Κοινωνία του Λέοντος Τολστόι. Με τους Λουντμίλα Σαβελέβα, Βιατσεσλάβ Τικόνοβ, στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι και τον ίδιο τον Μπονταρτσούκ ως Πιερ. «Πρίγκιπα Αντρέι, θα θέλατε να χορέψετε με την μικρή Ροστόβ;». Η μικρή Ριστόβ, η Νατάσα, είναι έτοιμη να κλάψει που κανείς δεν την χορεύει, «σαν την μικρή Ελένη που κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της». Αλλά θα την χορέψει ο Αντρέι με τη μεσολάβηση του Πιερ. Εκείνος θα την κοιτάζει εκστασιασμένος κι εκείνη θα τον ερωτευθεί αυθτομάτως. Έτσι είναι ο έρωτας· coup de foudre. Γιατί ο χορός δεν είναι χορός αλλά προξενιό. Η ευκαιρία που έχουν οι γονείς να βγάλουν τα κορίτσια τους στη βιτρίνα να βρουν κανένα γαμπρό και οι γαμπροί να παζαρέψουν καμιά νύφη… Ωραίες ρομαντικές εποχές!!! Και μετά σκέφτομαι όλες αυτές τις αρχοντοπούλες να στέκονται με τις τεράστιες τουαλέτες και να περιμένουν τους καβαλιέρους να τις καλέσουν σε χορό. Αλλιώς τσάμπα οι τουαλέτες, τα χτενίσματα, τα κοσμήματα και η μόστρα.
Και πάλι η θεϊκή Ώντρεϊ Χέμπορν και ο θεϊκός Μελ Φερέρ ανεπανάληπτοι στους ίδιους ρόλους. Το αθάνατο Χόλιγουντ ξέρει καλά τη γέννηση της αποπλάνησης, ξέρει καλά πώς να περάσει χαλκά στη μύτη του θεατή. Γιατί, όλα μπορούν να αμφισβητηθούν, ο έρωτας όμως παραμένει, πάντα, πρώτος τη τάξει, και αυτόν περιμένουν όλα τα κορίτσια, στον γυναικωνίτη ή «ντάκου ντάκου ο αργαλειός μου μέχρι να ’ρθει ο καλός μου». Υφαίνοντας, σαν την Πηνελόπη την επιστροφή του Οδυσσέα, εκείνη, του γαμπρού η όποια άλλη.
Κεντώντας περιμένει και η Δαντελού του Jan Vermeer, έργο περίπου του 1670. Το κέντημα, όπως και το πλέξιμο είναι ψυχοθεραπευτικό. Τον καιρό που δεν είχαν ακόμα εφευρεθεί τα ψυχολογικά προβλήματα και οι ψυχοθεραπευτές, κάνοντας δουλειές πρακτικές και χρήσιμες, ξεπερνούσαν τα προβλήματα οι γυναίκες. Θυμάμαι μια ταινία όπου η ηρωίδα τρελάθηκε, όταν την εγκατέλειψε ο εραστής της, μετά από μακρά πολιορκία και μεγάλο έρωτα. Έγκλειστη σε κάποιο ίδρυμα, κεντά τη δαντέλα της, ενώ πίσω της υπήρχε μια τεράστια τουριστική αφίσα, με έντονα μεγάλα γράμματα, ΝΑΞΟΣ. Εκεί θα πήγαινε με τον αγαπημένο της, αν δεν την είχε εγκαταλείψει. Η Αριάδνη στη Νάξο, λοιπόν, και η δαντέλα απασχόληση ψυχολογικής στήριξης. Η Φλάνδρα φημίζεται για τις δαντέλες της, όπως και η Ισπανία. Στην ταινία του Λουίς Μπουνιουέλ Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου, μια γυναίκα πλέκει λευκή δαντέλα στη βιτρίνα ενός καταστήματος. Τρυπάει το δάχτυλό της και όλη η εικόνα γίνεται κόκκινη. Εκεί τελειώνει. Και she was standing there so beyone compair the spanish lace τραγουδούσε ο Gene McDabniels, στα νιάτα μου, και χορεύαμε· και μέσα στους ήχους ακούγονταν και οι καστανιέτες συνέχεια. Ολέ!!!
Δεν περπατούσαν γλιστρούσαν, σαν εκείνες τις όμορφες ρωσίδες χορεύτριες του Μωϋσέγεφ που νομίζεις πως έχουν ρόδες στα πόδια. Για τον Κουρέα της Σιβηρίας του Νικήτα Μιχάλκωφ μιλάω. Οι στρατιώτες είχαν γυαλίσει τόσο καλά το παρκέ ώστε κανείς δεν μπορούσε να σταθεί, οι αξιωματικοί με τις ωραίες στολές και οι αριστοκράτισσες με τα πολυτελή φορέματα γλιστρούσαν, όλοι γλιστρούσαν ακόμα και το σκυλάκι της κόμισσας· σχεδόν πάντα υπάρχει ένα σκυλάκι στα έργα του Μιχάλκωφ· «Σαμπάτσκα», έλεγε ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι στα Μαύρα Μάτια· σαμπάτσκα, θα πει σκυλάκι.
Το δεύτερο βαλς του Σοστακόβιτς έγινε μόδα και τώρα πια το παίζουν όλοι παντού. Γι’ αυτό και κάποιος αρκετά ευφυής και λάτρης του σινεμά μάζεψε όλα τα όμορφα ζευγάρια του σινεμά σε ένα άλμπουμ. Άννα Καρένινα, όλες τις Καρένινες, σε όλες τις εκδοχές. Νατάσα από το Πόλεμος και Ειρήνη, όλες οι Νατάσες αλλά η Ωντρεϊ Χέμπρον, είπαμε, είναι η ωραιότερη. Όλα αυτά τα βαλς, ενσωματωμένα σε ένα χορευτικό κολάζ κάτω από τη μουσική του 2ου βαλς του Σοστακόβιτς είναι θαύμα να το βλέπεις, να το ακούς και να το χορεύεις. Εκτός του άλμπουμ είναι ένα ακόμη ζευγάρι εμβληματικό για την ομορφιά του και για το χορό του. Είναι η αυτοκράτειρα Σίσυ με την Ρόμι Σνάιντερ που χορεύει με τον Φραντς, τον βασιλιά σύζυγό της και εκεί, εκτός από την ίδια, πρωταγωνιστεί και η τεράστια τουαλέτα της. Μεγάλη, πλατιά, απλωτή, και τα μακριά με μπούκλες (δέκα περούκες) μαλλιά της. Αριστούργημα βλέπειν, ακούειν, θαυμάζειν και θέλειν αρπάξειν και ορμήσειν και χορέψειν
στον στρόβιλο του βαλς που πλησιάζει …
Και βλέπω τα θηράματα των λογισμών μου
Δελφίνια που αναδύονται κ’ εισδύουν μεσ’ στο κύμα …
(Ανδρέας Εμπειρίκος έφα)