και ύστερα ήρθε άλλο ένα και έγιναν τέσσερα. Μετά έφυγαν δύο και έμειναν τα άλλα δύο, όχι για πολύ, μόνο για λίγο γιατί αμέσως ήρθε άλλο ένα και έγιναν πάλι τρία. Κάτι έλεγαν αλλά δεν καταλάβαινες, μιλούσαν και τα τρία μαζί και δεν έβγαινε νόημα, ώσπου προστέθηκαν άλλα τρία και προκλήθηκε χάβρα. Δεν συμπληρώθηκε ένα λεπτό και απομακρύνθηκε το ένα. Έμειναν τώρα στο σύρμα πέντε πουλάκια που περιέργως σιωπούσαν, φαίνεται ότι περίμεναν κι άλλα, επειδή ίσως υπήρχε κάποιο ραντεβού και πηγαινοέρχονταν μέχρι να μαζευτούν όλα για να συντονιστούν, ώστε να ομιλούν με τη σειρά του το καθένα αν ήθελαν κάτι να ανακοινώσουν στη σύσκεψη που πιθανόν να είχαν ή να τραγουδήσουν χορωδιακά σε κάποια δική τους γιορτή. Έφτασαν λοιπόν τέσσερα επί πλέον πουλάκια και κάθισαν δίπλα στα άλλα πέντε και μετά έφυγαν τρία και έμειναν έξι που σιωπούσαν, ώσπου πέταξαν και κάθισαν στο σύρμα δύο που έμοιαζαν με τα υπόλοιπα μόνο στο μέγεθος, το ράμφος τους ήταν κόκκινο και τα φτερά τους πράσινα, σε αντίθεση με τα άλλα που είχαν ράμφος μαύρο και φτερά γκρι σουρί. Την ίδια στιγμή έφτασαν πολλά μαζί και αριθμούσαν τώρα όλα όλα ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, έξι, εφτά, οχτώ, εννιά, δέκα, έντεκα, δώδεκα, δεκατρία, έφυγαν μερικά και έμειναν είκοσι και άρχισε να φυσάει ένα απαλό αεράκι που ταρακουνούσε ελαφρά το σύρμα και έμοιαζε να χορεύουν τα πουλάκια που είχαν γαντζωθεί επάνω του χωρίς να μιλούν, σιωπηλά ταλαντεύονταν, μετακινούμενα ανεπαισθήτως επιτόπου με τις φτερούγες τους να βρίσκονται σε ετοιμότητα πτήσεως και το πτίλωμά τους να αναρριγεί σε κάθε ανάλαφρη ριπή του απαλότατου ανέμου, και αυτά με το μαύρο ράμφος και τα γκρι σουρί φτερά του και εκείνα με το κόκκινο ράμφος και τα πράσινα φτερά. Επικράτησε ηρεμία, το πηγαινέλα σταμάτησε και η σιωπή δεν διαταράχθηκε στο μπαλέτο των πουλιών. Και να, πετούν τώρα και φεύγουν πέντε πουλάκια για να έρθουν 4, οπόταν το μπαλέτο αριθμούσε συνολικώς 15 μείον 5 = 10 πουλάκια + 4 = 14 πουλάκια και άρχισε να δύει ο ήλιος και φεύγει 1, ύστερα φεύγει και δεύτερο, αμέσως φεύγει τρίτο και παραμένει εντέλει ένα με το κόκκινο ράμφος και τα πράσινα φτερά. Θα φύγει όμως κι αυτό με το τελευταίο φως του ήλιου και θα έρθει να καθίσει στο περβάζι του παράθυρου, κοιτάζοντας μέσα από τα κλειστά τζάμια στο εσωτερικό του δωματίου ενός σπιτιού εκεί κοντά.
Ένας άντρας που βρίσκεται στο δωμάτιο πλησιάζει στο παράθυρο πατώντας στα νύχια των ποδιών του, για να μην τρομάξει το πουλάκι, και το παρατηρεί. Του μιλάει ψιθυριστά, «καλώς το», του λέει, κι εκείνο τού απαντά και πιάνουν ψιλοκουβέντα που κράτησε μέχρι την αυγή που το πουλάκι πέταξε κι έφυγε. Σε λίγο, που είχε φέξει πια για τα καλά, ένα άλλο πουλάκι με μαύρο ράμφος και πράσινα φτερά έρχεται και κάθεται στο ίδιο σύρμα και στο ίδιο σημείο, απέναντι από το σπίτι. Δεν πέρασε ούτε ένα δευτερόλεπτο και ήρθε και κάθισε στο σύρμα δεύτερο πουλί, μετά τρίτο και τα πουλιά που κάθονταν στο σύρμα έγιναν τρία και ήρθε άλλο ένα και έγιναν τέσσερα – αχ, ας γινόταν να μπορούσε κάποιος να μαρτυρούσε τι κουβέντιαζαν εκείνο το νυχτοχάραμα ο άνθρωπος και το πουλάκι με το κόκκινο ράμφος και τα πράσινα φτερά.
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Μάριου Ποντίκα ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.