
O Γιάννης Πάσχος είναι ένας συγγραφέας με πολυμορφική και πολυδιάστατη γραφή. Εξαιρετικά ταλαντούχος καταφέρνει κάθε βιβλίο του να είναι διαφορετικό. Διαφορετικό από τα προηγούμενα, αλλά και διαφορετικό με την ιδιαίτερη, πρωτότυπη, μοναδική σημασία της λέξης.
Ιχθυολόγος, ποιητής, δοκιμιογράφος και πεζογράφος έχει τρεις πολύ σημαντικές ιδιότητες για έναν συγγραφέα: υπέρμετρη φαντασία, λεπτό και υποδόριο χιούμορ και μία εξαιρετική δυνατότητα να χειρίζεται την γλώσσα, η οποία εύπλαστη πλαστελίνη στα χέρια του, γίνεται ρευστή και κυλάει αβίαστα, είτε περιγράφει υπερβατικές καταστάσεις, ερωτικές σκηνές, αιματοβαμμένα επεισόδια βίας ή απλώς συνομιλίες των χαρακτήρων του σε μία πλήρως ενσωματωμένη και πετυχημένη αργκό του υποκόσμου. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της γλώσσας του είναι επίσης η ατόφια ποιητικότητά της, αφού κάποιες παράγραφοι είναι αυτούσια ποιήματα γεμάτα γλαφυρές εικόνες σκληρής ομορφιάς.
Το κοινό χαρακτηριστικό πάντως όλων των βιβλίων του είναι ότι διαβάζονται μονορούφι και ότι ο αναγνώστης κυλάει μέσα στις σελίδες χωρίς σωσίβιο και σανίδα σωτηρίας και αφομοιώνεται με την πλοκή και τους ήρωες.
Αυτό το μυθιστόρημα με τίτλο Παραδείσια πουλιά, έχει ως επίκεντρο δύο χαρακτήρες, δύο νέους ανθρώπους με λαμπρά μυαλά, απεριόριστες δυνατότητες, αστραφτερούς και όμορφους εξωτερικά και εσωτερικά, διανοούμενους και ταυτόχρονα μπλεγμένους με τον υπόκοσμο, που πλήττουν και ασφυκτιούν μέσα στον καθωσπρεπισμό και την μικροαστική ηθική, που αντιλαμβάνονται τη ψεύτικη επικάλυψη και τη σελοφάν συσκευασία ενός παρηκμασμένου κόσμου και αναζητούν αυθεντικές συγκινήσεις σε λαϊκούς ανθρώπους του περιθωρίου, περιηγούνται σε μπουρδέλα, κάνουν παρέα με σεξεργάτριες και γίνονται τα αγαπημένα τους παιδιά, (ο ένας μάλιστα γράφει και απολαυστικές, κριτικές αποτιμήσεις για την εμπειρία του μαζί τους στο διαδίκτυο,) πετυχαίνουν να κυκλοφορήσει το βιβλίο τους ακόμα και σε οίκους ανοχής όπου στήνονται μάλιστα και ειδικές βιβλιοθήκες γι’ αυτόν τον σκοπό, (το υποδόριο χιούμορ του συγγραφέα σε πλήρη άνθιση) οι οποίοι θα μυηθούν στην ακραία βία, θα αυτοαναγορευτούν τιμωροί, θα τεντώσουν τα όρια της ηδονής και του έρωτα και θα βιώσουν την απόλυτη φιλία, την ταύτιση των ψυχών τους ως τη συντριβή και την αναγέννηση.
«Όχι δεν ήταν μόνο το ανικανοποίητο της νιότης, όπως πολύ εύκολα θα έλεγε κανείς, ήταν κάτι πολύ πιο βαθύ. Ήταν σαν να θέλαμε να εντυπωσιάσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Στην πραγματικότητα όμως, μία γέφυρα ψάχναμε, μία εξήγηση σε κακοδιατυπωμένα, ασαφή ερωτήματα».
Τα παραδείσια αυτά πουλιά πετούν συνέχεια γύρω από έναν καυτό κόκκινο ήλιο που τους καψαλίζει τα φτερά και όμως ρίχνονται με πάθος και ένταση σε κάθε εμπειρία για να σπάσουν τα σίδερα του κλουβιού της καθημερινής γκρίζας πραγματικότητας. Δεν υπάρχει τίποτε το «κανονικό», το «μέτριο», το «συνηθισμένο» γι’ αυτούς, χρειάζονται τη διαρκή υπέρβαση κάθε ορίου και παρόλα αυτά αν και ζουν πέρα από το κακό και το καλό, έχουν έναν αυστηρό δικό τους ηθικό κώδικα. Έναν κώδικα που πρεσβεύει την αλληλεγγύη με τους ανθρώπους που υποφέρουν μέσα στο σάπιο σύστημα αλλά και την υποστήριξη με όλο το κορμί και τη ψυχή τους στους φίλους και στις φίλες τους.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου αυτού συμβαδίζουν με το ύφος γραφής του. Είτε ερωτεύονται είτε πενθούν ζουν αυθόρμητα, παρορμητικά, χωρίς αναστολές, ανάμεσα στην πραγματικότητα και στη φαντασία, ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον υπερρεαλισμό.
Όπως και οι ήρωες στην Αρχαία Τραγωδία διαπράττουν την ύβρι της υπέρβασης και πυρακτώνονται, φλέγονται στα ίδια τους τα κάρβουνα, γίνονται παρανάλωμα της φλογερής τους φύσης.
Ένα βιβλίο γραμμένο με κόκκινο μελάνι γιατί όλα μέσα σ’ αυτό είναι έντονα και ακραία, κάποιες σκηνές ερωτικές ή σκηνές βίας είναι τόσο αληθινές που ο αναγνώστης συμμετέχει σχεδόν ακούσια με σοβαρές επιπτώσεις στη ψυχική του υγεία, αφού ποτέ μετά την ανάγνωση αυτού του βιβλίου δεν θα είναι ο ίδιος.
Από όλες τις παράδοξες και αξιοσημείωτες καταστάσεις θα επεσήμανα την παράξενη τετραδική σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στους δύο φίλους, στον εκδότη και στη γραμματέα του που αλλάζει μορφές και ρόλους συνέχεια, που ενσωματώνεται με τον εκδότη ώστε να αποτελέσουν το θηλυκό και το αρσενικό του ίδιου ατόμου, «σαν να κυλούσε ο ένας μέσα στον άλλο και να μεταμορφώνονταν» που γίνεται κάθε φορά η μοιραία γυναίκα που ποθούν οι δύο άντρες. Τις ιδιαίτερες σχέσεις του ενός χαρακτήρα, του Ιεροκλή με τις δύο πιο σημαντικές γυναίκες της ζωής του, τη Λόλα και τη Στέλλα και τη ψυχολογική εμβάθυνση χωρίς ωραιοποίηση και κλισέ με την οποία ο Πάσχος καταφέρνει να τις αποτυπώσει ζωντανά και ανάγλυφα, ανατρέποντας τις συμβάσεις των ερωτικών μυθιστορημάτων. Και βέβαια την ανατομία της φιλίας των δύο αντρών με όλες της τις πολύπλοκες διαστάσεις και εκφάνσεις. Παράλληλα οι σκηνές ηδονής ακόμα και αγοραίας και οι σκηνές βίας εκτυλίσσονται κινηματογραφικά με εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς αλλά και σκληρότητας.
Το βιβλίο έχει έξοχες λυρικές φέτες όπως ο διάλογος μεταξύ των δύο φίλων:
«Ούτε όταν πεθάνουμε,» του λέω και γυρίζει και με αγκαλιάζει.
«Να πεθάνουμε μαζί, Ιεροκλή…»
«Δεν θα πεθάνουμε ποτέ» του απαντώ, «άσε τις μαλακίες».
Δεν θα πεθάνουμε ποτέ, θέλησα να του ξαναπώ, αλλά δεν πρόλαβα. Κάποιο νυχτολούλουδο μας κρέμασε στο άρωμά του και μας σεργιανούσε αμίλητους στον Αστερισμό του Αιγόκερου.
Οι δύο φίλοι εκδίδουν ένα βιβλίο και η κοινότητα των εκδιδομένων γυναικών συρρέει και υποστηρίζει με κάθε τρόπο την παρουσίαση, που καταλήγει πάλι να εξοκείλει και να σπάσει τις νόρμες μίας βαρετής κανονικής εκδήλωσης. Με το πρόσχημα της ανάγνωσης όμως κατά τη διάρκεια της παρουσίασης υπάρχει εγκιβωτισμός κάποιων διηγημάτων του υποτιθέμενου βιβλίου που έχουν πιο ποιητικό και αφαιρετικό χαρακτήρα, δίνοντας μία ευκαιρία στον Πάσχο να αναδείξει τα πολλά πρόσωπα της γραφής του.
Οι χαρακτήρες αυτού του μυθιστορήματος μαζί και ο συγγραφέας του προσπαθούν να σπάσουν τα στερεότυπα, να συνθέσουν τα αντίθετα, να συγκεράσουν τις αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης και να κάνουν μία μαγική, πανέμορφη, λαμπερή και επώδυνη επανάσταση. Όπως λέει ο Ιεροκλής:
«Από αυτόν είχα πρώιμα αντιληφθεί πως η ζωή δεν έχει όρια για να χωρέσει σε μια πρώτη, δεύτερη ή τρίτη ματιά και αν υπάρχουν όρια, αυτά είναι νοητά, κακοφτιαγμένα που μόνιμα η ανθρώπινη φύση θα απειλεί.»
Αυτή ακριβώς την ανθρώπινη φύση, αυτό το γυαλιστερό στιλπνό ψάρι που κολυμπάει στο φως και στο σκοτάδι και φτάνει ως πέρα σε άγνωστες θάλασσες με παράξενα πολύχρωμα νερά, όπου δεν υπάρχει καλό και κακό, μόνο πόνος, έρωτας, αγάπη και θάνατος, αυτό μελετάει κάτω από το μικροσκόπιο με εξαιρετική επιτυχία σ’ αυτό το βιβλίο ο ιχθυολόγος υπέροχος συγγραφέας Γιάννης Πάσχος.