Πότε άραγε γνωριστήκαμε με τον Μιχάλη Μήτρα; Εικάζω ότι η πρώτη επαφή με το έργο του ήταν στη Σχεδία, το καλοκαίρι του 1983· το βιβλιαράκι Αστική τοπιογραφία. Δεν είμαι και σίγουρος. H σχέση αυτή εμπλουτίστηκε μερικά χρόνια αργότερα χάρη στο περιοδικό Το Μπιτόνι, όπου ο Νίκος Μπαλτσάς δημοσίευσε τις κριτικές (και μόνο) για τα ποιήματα που έφτιαχνε ανασυναρμολογώντας ποιήματα του Σεφέρη και άλλων γνωστών ποιητών· μια από τις κριτικές ήταν και του Μιχάλη, μια από τις δυο, νομίζω, που είχαν αντιληφθεί το παιχνίδι του Μπαλτσά. Την ίδια περίπου εποχή, ο Θανάσης Χονδρός μερίμνησε ώστε να λάβει ο Μιχάλης τον Πρώτο Τόμο της Οπτικής Μουσικής. Αντέδρασε με ένα ενθουσιώδες γράμμα κι ένα βιβλιαράκι του, την Τελευταία εικόνα του κόσμου. 6 Απριλίου 1989. Εγώ αρμένιζα σε άλλες θάλασσες εκείνον τον καιρό, να πω την αλήθεια. Πότε γνωριστήκαμε εκ του φυσικού; Και πού; Υπάρχει μια σημείωση συνάντησης στο ημερολόγιο τον Μάρτη του 1996· δεν ήταν η πρώτη μας συνάντηση, όμως. Πιθανώς η φυσική μας γνωριμία να οφείλεται στον Δημήτρη Πιτσιώρη, δήμαρχο τότε, που αποτελούσε ακόμη έναν ας πούμε συνδετήριο κρίκο. Στα μετα-οπτικά τοπία, στα τέλη του 1997, χρησιμοποίησα δυο ποιήματα του Μιχάλη· ίσως αποτελούν και τη μοναδική «μελοποιημένη» εκδοχή της γραφής του[1]. Έντονη σκέψη, εκείνο τον καιρό, ότι αυτό που επιχειρούσε ο ίδιος ως οπτική ποίηση θα μπορούσε να γίνει και στον ήχο· λέξεις ή στίχοι ηχογραφημένοι με συγκεκριμένες φωνές, ηχητικά στιγμιότυπα λόγου κλπ. Παραδειγματικά, η φωνή του πλανόδιου που επαναλαμβάνει «σαμαλάκι γλυκό» ή εκείνου που φωνάζει «φρέσ’»· είναι ό,τι έχει απομείνει από τη φράση «φρέσκο γάλα»[2]. Ήταν μια έμπνευση η γραφή του, οι εικόνες που δημιουργούσε με τις λέξεις, τα γράμματα και τις μουτζούρες, οι ιδέες του. Γράφοντας την αλήθεια, κάποιες παρόμοιες ηχητικές ιδέες είχε δοκιμάσει ο Κώστας Παντόπουλος στο κομμάτι Του Αλέξανδρου ή και στο παλαιότερο Ερέεθ σάδιο, χωρίς όμως να τις αναπτύξει περισσότερο· εδώ το όλο πράγμα γινόταν πιο συνειδητό, γινόταν αντιληπτό σαν κάτι το ωραίο και όχι σαν ένα παιχνίδι, όμως και πάλι δεν καλλιεργήθηκε παραπέρα, έμεινε κάπως σαν σχέδιο, σαν όνειρο.
Διατηρήσαμε μια χαλαρή αλληλογραφία με τον Μιχάλη. Του έστελνα δίσκους που έβγαζα, μου έστελνε βιβλία του, με κάλεσε κάποια στιγμή να παρουσιάσουμε δουλειά μου στο Τρίτο Πρόγραμμα· έμεινε ιδέα. Ήμουν άλλωστε πάντα λίγο τεμπέλης, όσο κι αν αισθανόμουν απέναντι του και σεβασμό αλλά και μια οικειότητα. Τον αισθανόμουν κάπως σαν δάσκαλο. Χαθήκαμε με την αναχώρηση μου για το Βορόνεζ, πρόσφατα μόλις είδα ένα ακόμη ενθουσιώδες γράμμα για τη δουλειά μου, σταλμένο στον Θανάση και την Αλεξάνδρα για το κομμάτι μου Ο Χονδρός κι η Κατσιάνη στο βουνό. Συναντηθήκαμε τελευταία φορά το φθινόπωρο του 2012 στην Αθήνα. Κάτι μου έστειλε, κάτι του έστειλα, αλλά πάλι χαθήκαμε μετά από λίγο καιρό. Τέσσερα χρόνια μετά την εκδημία του, έντονη αίσθηση ότι κακώς άφησα τη σχέση μας να μείνει έτσι χαλαρή, κακώς δεν επιδίωξα να δουλέψω περισσότερο μαζί του, να αξιοποιήσω τις ιδέες που μου έδιναν τα ποιήματα του, να του δώσω υλικό να ακούσει. Κακώς που δεν κράτησα έστω κάποιες σημειώσεις από τις όμορφες εκείνες συναντήσεις μας και τα σχόλια του.
Κι ένα υστερόγραφο, τον Μάιο του 2024:
Άραγε, πράγματι δεν αξιοποίησα τις ιδέες του Μιχάλη; Στα μετα-οπτικά τοπία, και σε άλλα κομμάτια που έκανα εκείνη την εποχή, εκτός από τα ποιήματά του, υπάρχουν κι άλλα παρόμοια στοιχεία· όπως η χρήση ενός μηνύματος αφημένου σε αυτόματο τηλεφωνητή, θραύσματα λόγου από εκδηλώσεις του Δήμου Βόλου, αναφιλητά, φωνές από ραδιόφωνα, παιδάκια που παίζουν, ηχογραφήσεις συναθροίσεων της παρέας. Στην πραγματικότητα συνέχισα να δουλεύω σε αυτή την κατεύθυνση, χωρίς όμως οι φωνές να γίνουν αποκλειστικό ή έστω κυρίαρχο υλικό, όπως το φανταζόμουν με βάση την γραφή του Μιχάλη. Μόνο αρκετά χρόνια αργότερα, το 2015, έκανα ένα τέτοιο κομμάτι που λεγόταν Σημειωματάρια, με βασικό υλικό θραύσματα από συνεντεύξεις προφορικής ιστορίας. Παρουσιάστηκε στο συνέδριο Μουσεία εν κινήσει και βρίσκεται έκτοτε στο διαδίκτυο, μαζί με ένα εισαγωγικό σημείωμα, στη διεύθυνση https://tinyurl.com/bde2edt7. Ελπίζω ότι βάζει ένα λιθαράκι, ένα πρώτο βήμα για πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν σε αυτή την κατεύθυνση.
________________
* Παραθέτω το απόσπασμα εδώ: https://tinyurl.com/3sfd3yc7 . Η φωνή είναι της Κυριακής Μόσχου.
**Με βεβαιότητα, αυτή η φωνή προέρχεται από τη Νέα Δημητριάδα, το φθινόπωρο του 1981. Βραδάκι, επιστρέφοντας από βόλτα στη Γορίτσα με τον Κώστα Παντόπουλο και τον Νίκο Ξηράκη. Εδώ, γίνεται η σκέψη ότι θα μπορούσε να αποτελέσει μουσικό υλικό.