(σώματα) από βράχο, πάγο ή αέρα
Το σύννεφο κατέβηκε στην πόλη.
Όλα θολώνουν και δακρύζουν·
δροσερή πάχνη
σε ρόδινα μάγουλα.
Δρομείς γενναίων αποστάσεων
εξασκούνται
στην αντοχή
στο ανώμαλο έδαφος.
Σαν πληγωμένες γάτες
με ασημένια φτερά
κυλάνε
στον κρυσταλλωμένο μανδύα του κόσμου
δισυπόστατα ιερά πλάσματα.
Το δέρμα παγώνει στο φύσημα της νύχτας και τα άστρα
ζεσταίνουν των ανθρώπων τα πένθη.
Με κατακόρυφη βουτιά
κατευθείαν φτάνεις στον πυρήνα
γιατί η συγκίνηση
παραβιάζει
τη θύρα των δακρύων.
Ο κρύος αέρας
βρίσκει ανοιχτά παράθυρα στην πλάτη·
κρύβεται ακάλεστος στο παγωμένο σώμα.
Θέλω
έναν μεγάλο ήλιο
μια καυτή μπάλα να φωλιάσει
στη ράχη
και
τον ρυθμό της ανάσας σου
συνοδεία
στην ανηφόρα.