«Τα όνειρα, ανήκουν στον Κανένα»

«Τα όνειρα, ανήκουν στον Κανένα»

Ευριπίδης Γαραντούδης, «Κομμάτια», εκδ. Πόλις 2024


Με το βιβλίο Κομμάτια του Ευριπίδη Γαραντούδη έχω μια βαθιά, σχεδόν βιωματική, διασύνδεση. Παρακολούθησα πολλά από αυτά τα Κομμάτια να γράφονται. Ορισμένα κατά την πρώτη γραφή τους και άλλα κατά τις (πολλαπλές) επεξεργασίες τους, στη διάρκεια τουλάχιστον πέντε ετών. Σε αυτά τα χρόνια εξάλλου συνδημοσιεύσαμε ένα άλλο βιβλίο (το βιβλίο Ευτοπία, εκδ. Gutenberg 2022, που αφορά διάλογο ποιητών μέσα από το όχημα των σονέτων). Έτσι, αναπόφευκτα, όλα αυτά τα χρόνια έχουμε συζητήσει πολύ και για την ποίηση γενικότερα, αλλά και για την ποίηση που γράφει ο καθένας μας, ατομικά.
Έχοντας, αρχικά, η ίδια μια δυσκολία στο να εκφραστώ με τη μορφή του ελεύθερου στίχου και του πεζόμορφου ποιήματος (γιατί μού φαίνονταν πιο εύκολο να χρησιμοποιώ τους κανόνες και τους περιορισμούς της έμμετρης φόρμας), εντυπωσιάστηκα από την πρώτη στιγμή με την πεζόμορφη ελευθερία της έκφρασης που διακατείχε τα περισσότερα από αυτά τα Κομμάτια.
Ο Ευριπίδης Γαραντούδης κινείται με άνεση σε όλα τα είδη της φόρμας, από το πιο αυστηρό σονέτο μέχρι το πιο χαλαρό πεζόμορφο ποίημα. Εξάλλου είναι πανεπιστημιακός καθηγητής της φιλολογίας και διδάσκει ο ίδιος τους φοιτητές στο πώς να αναγνωρίζουν και να σχηματίζουν τη φόρμα. Στα βιβλία του όμως απεκδύεται τον καθηγητή και εμφανίζεται, αίφνης, να λάμπει μπροστά μας ο ποιητής. Δεν είναι τυχαίο γεγονός το ότι τα περισσότερα Κομμάτια έχουν γραφτεί κατά τους μήνες των θερινών διακοπών και κυρίως τον Αύγουστο, όταν τα Πανεπιστήμια κλείνουν και ο καθηγητής μπορεί, επιτέλους, να παραχωρήσει την θέση του στον ποιητή.

Τα Κομμάτια έχουν γραφτεί κατά κύριο λόγο σε ένα μεταίχμιο. Το ποιητικό υποκείμενο βρίσκεται πάντα (πραγματικά ή νοερά) σε μια παραλία. Εκεί, στο σύνορο της γης και της θάλασσας, στην επικράτεια της άμμου, «στο χείλος του κόσμου, δώθε απτόνειρο και κείθε από τη γη», όπως θα το έλεγε και ο Καρυωτάκης, μπορεί να στοχαστεί πάνω στη φύση της πραγματικότητας και πάνω στα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα που ταλανίζουν τον άνθρωπο.
Κάποια από τα Κομμάτια αφορούν υπαρξιακούς στοχασμούς και φιλοσοφικές σκέψεις. Κάποια άλλα αποτελούν καταγραφές ονείρων ή περιγραφές ποιητικών κόσμων μισο-πραγματικών και μισο-ονειρικών. Στις 170 συνολικά σελίδες του διαβάζουμε κομμάτια, σπαράγματα ποιημάτων που διαχωρίζονται μεταξύ τους με ρόδακες. Μεταξύ αυτών και 2 σονέτα, διεσπαρμένα ανά τετράστιχα, που ο αναγνώστης καλείται να βρει και να συνδέσει.
Όλο το βιβλίο ―κι ας μοιάζει εκ πρώτης όψεως κατακερματισμένο― είναι στην πραγματικότητα ένα πολυσέλιδο παζλ. Όταν όλα τα κομμάτια του παζλ μπουν στη σωστή τους θέση, τότε θα δούμε στον καθρέφτη να σχηματίζεται η μορφή του ποιητικού υποκειμένου, σε πολλαπλές εκδοχές, όπως συμβαίνει με τα είδωλα στους αντικριστούς καθρέφτες.
Μέχρι να συνθέσουμε ―αν τα καταφέρουμε― το παζλ, μπορούμε πάντα να διαβάζουμε τα Κομμάτια ένα ένα και με τυχαία σειρά. Σίγουρα μέσα σε όλα αναγνωρίζουμε κάτι και από τη δική μας ζωή και τις δικές μας σκέψεις. Εξάλλου οι ζωές και οι σκέψεις όλων των ανθρώπων δεν είναι και τόσο διαφορετικές όσο θέλουμε να πιστεύουμε, γιατί στον πυρήνα τους όλες περιστρέφονται γύρω από τα μεγάλα νοήματα της γέννησης, των ερώτων, των πολέμων και του θανάτου. Και πάνω από όλα ετούτα τα γραπτά υπάρχει μια αόρατη μουσική που τα περιβάλλει. Μια μουσική κλασική, του Bach, του Schubert ή του Μahler, ή μελαγχολικά λυρική σαν του Leonard Cohen και του Nick Cave, μουσικά έργα των οποίων σημειώνονται ως συνοδευτικές των ποιημάτων παραπομπές πάνω από ορισμένα Kομμάτια, όπως οι συνήθεις επιγραφές (μότο).
Θα πρέπει εδώ να σημειώσω ότι εγώ είμαι άνθρωπος που έχει χάσει την ακοή του, συνεπώς δεν μπορώ να αντιληφθώ αυτές τις μουσικές αναφορές παρά μόνο διανοητικά. Κι όμως, πιστεύω πως αντιλαμβάνομαι το πλέγμα μιας ήρεμης, συμφωνικής, απαλής μουσικής, που σαν αιθέρας περιβάλλει αυτή την ποίηση, και που σαν κυτταρικός ιστός διασυνδέει εσωτερικά αυτά τα Κομμάτια.
Η ποίηση του Ευριπίδη Γαραντούδη είναι (ή φαντάζομαι πως είναι) σαν αυτή την κλασική μουσική. Είναι συνήθως μια ήρεμη πνοή, βαθιά λυρική και στοχαστική, που πνέει προς τον αναγνώστη. Κάπου κάπου διαταράσσεται από ισχυρές ριπές ανέμου ―τα crescendo της μουσικής― κυρίως όταν μιλάει για μεγάλα ιστορικά και βίαια γεγονότα, όπως π.χ. όταν περιγράφει ιστορίες των προγόνων του από τη Μικρασία.
Τα Κομμάτια αυτά είχαν τόσο ισχυρή επίδραση πάνω μου, πάνω στη συγγραφική μου ιδιότητα, που ασυναίσθητα διαβάζοντας τα άρχισα και εγώ να γράφω ορισμένα Κομμάτια σε ανταπάντηση. Ένα από αυτά βρίσκεται στη σελίδα 48 του βιβλίου και αποτελεί το δικό μου Κομμάτι-συνεισφορά στο έργο του Γαραντούδη. Κι εκείνος αντίστοιχα μου έχει αφιερώσει ένα Κομμάτι στη σελίδα 110. Όπως έχει αφιερώσει και έχει συνδιαλεγεί με πολλούς ποιητές, μουσικούς και άλλους ανθρώπους που γνωρίζει στην καθημερινότητά του. Γιατί η ποίηση είναι πρωτίστως επικοινωνία, τόσο με ανθρώπους που γνωρίζει κανείς, όσο και με εκείνους που διάβασε, άκουσε, συναναστράφηκε. Και πάνω απ’ όλα, βρίσκεται στο μεταίχμιο της ζωής και του θανάτου, εκεί όπου με άνεση συνομιλεί και ζει κανείς με τους αποδημήσαντες.
Αυτό το βιβλίο είναι τόσο πολυπρισματικό και πολυμορφικό, που θεωρώ πολύ δύσκολο να μην βρει ο αναγνώστης έστω και ένα Κομμάτι που να τον αγγίζει μέσα του. Και μάλιστα όλοι οι αναγνώστες, είτε είναι εξοικειωμένοι με την ποίηση είτε όχι. Ο Ευριπίδης Γαραντούδης το γνωρίζει αυτό – κι ακόμα περισσότερο, μας ζητάει ευθέως να συμμετέχουμε κι εμείς, αν το μπορούμε, στη συγγραφική του διαδικασία, γράφοντας στη σελίδα 134:

Θα με συνάρπαζε η ιδέα ενός βιβλίου που θα σχηματιζόταν και θ’ αποσχηματιζόταν, όπως οι αμμόλοφοι απ’ το φύσημα του ανέμου, από τον αναγνώστη που έχουμε όλοι ανάγκη, εκείνον τον υποκριτή μα κι αδελφό μου – ξέρεις ότι μιλώ, κυρίως, για σένα. Θα έσβηνες τα Κομμάτια που δεν σου άρεσαν, θ’ άλλαζες τη σειρά τους, όπως θα ’θελες, θα έκοβες τα πεζά μέρη σε στίχους ή θα ένωνες τους στίχους σε πεζά. Θ’ άλλαζες τόπους, καλοκαίρια και φεγγάρια. Κι όσο για τα όνειρα, ανήκουν στον Κανένα. Μα, πάνω απ’ όλα, θα ’σβηνες τα ονόματα, αρχίζοντας από του συγγραφέα και το δικό σου. Έτσι ίσως φτάναμε μαζί, απ’ άλλο δρόμο, στην πρώτη εικόνα που είν’ και η τελευταία. Θυμάσαι· οι αμμόλοφοι στο φύσημα του ανέμου. Αν λείψουμε όλοι εμείς, φτάνει κι η δύση. Πέφτει το φως και τότε ο άνεμος ξέρει να γράφει τα ιερογλυφικά της νύχτας.

Γι’ αυτό κι εγώ, ως αναγνώστρια, έχω κάνει ατέλειωτη «κοπτορραπτική» και ανταπάντηση σε Κομμάτια του παρόντος βιβλίου. Το ίδιο θα συμβούλευα κι εσάς – να καταβυθιστείτε στον ονειρικό κι εξαίσιο ποιητικό κόσμο του Ευριπίδη Γαραντούδη και να μεθύσετε από το ίδιο γλυκό κρασί της ποίησης.
Θα κλείσω αυτή την παρουσίαση με μια ακόμα δική μου ανταπάντηση στο (Σ) της σελίδας 45 του βιβλίου. Παραθέτω το (Σ):

Το γράμμα της σιωπής, της σαγήνης της. Των σύννεφων – σκονισμένα σκιάδια στη σιγή του σύμπαντος. Οι σπίνοι, οι σουσουράδες και τα συνοδευτικά στρουθία συλλειτουργούν στο σούρουπο με το σήμαντρο. Το σφύριγμα του σιρόκου στα σουραύλια της συκιάς συντροφιά με το σιγανό σκίρτημα της σαύρας, σαν σκοτεινιάζει. Το σύρσιμο του σκορπιού; Με σαγιονάρες, συλλαβίζοντας στίχους σονέτων. Σχισμένες σελίδες, με συμπαθητική μελάνη, για σάρωμα, με τα σκουπίδια. Της σελήνης, σύντομα, η Σειρήνα – το σμάλτο της, ο συριγμός της. Τα σταφύλια στο στόμα. Το σάλιο στυφό. Οι σκύλοι, σπαθίζοντας το σκοτάδι, σιγά σιγά σώπασαν. Σςςς… Σε σκέφτομαι, στιγμές, συχνά, συνέχεια. Τα στήθη σου. Τα συναισθήματα σκιές που σβήνουν η συνήθεια κι η συγκατάβαση. Κι ο σαρκασμός. Συγχώρησέ με. Σφίξε με. Σώσε με. Το σώμα σκεπασμένο, στοργικά, με το σεντόνι. Ο σπαραγμός. Σκόρπισε σωστά τη στάχτη. Συμπλήρωσε: της σκουριάς, της σήψης, της σάρκας, του σάβανου, του σκέλεθρου, του σκευοφυλακίου, του σταυρού, της σωτηρίας.

Και το δικό μου (Ε):

Το γράμμα της ενόρασης, της εγκεφαλικότητάς του. Των εικόνων – είδωλα, εγχάρακτα, εγκαυστικές στην επικράτεια της Εδέμ. Οι ερωδιοί, τα ελάφια και οι ενυδρίδες ετοιμάζουν την εγκατάστασή τους σε ένα ερημικό εκκλησάκι. Η επέλαση του έαρος στις εκτάσεις του ελαιώνα∙ ένας ελαφροπάτητος εντομοφάγος στην ερημιά, την εσπέρα. Μια έχιδνα που έρπει με ερπύστριες, με ευγλωττία ερμηνεύοντας τα Εντεψίζικα. Εύχρηστα εγχειρίδια, με εφαρμογές και ευρετήρια για ευταξία. Των εξωπλανητών ο επίμονος και εκκεντρικός εμπνευστής – η έμφασή του, ο εμπλουτισμός του. Οι ελιές στην επιγλωττίδα, το επίχρισμα στην επιδερμίδα. Οι Ερινύες, ερεθίζοντας τις έλικες του εγκεφάλου ερεύνησαν το έρεβος. Σε ερμηνεύω, επικεντρώνομαι στις εκφράσεις σου. Τα επικολυρικά σου. Η επιθυμία, η επιζήτηση επίγνωσης. Επηρέασέ με, επιβράβευσέ με, επιβεβαίωσέ με. Η ενσάρκωση με ενθουσιασμό ενθυλακώνεται. Η ενότητα. Ενταφίασε ως εντολοδόχος το ενθύμιο. Ενημέρωσε: της εξαφάνισης, της εξάτμισης, της εξάχνωσης, της εξαΰλωσης, του εξιλασμού και της εξιλέωσης.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: