Τον διάβαζα μετά μανίας, από μικρός, στην πρώτη διαδρομή του Τραμ ― ο Πάνος Θεοδωρίδης, ήταν πάντα στα ντουζένια του, ό,τι και να έγραφε. Από παραγγελία για το σπούπερ μάρκετ, μέχρι ποιήματα, πεζά, σχόλια, συνταγές, μυθιστορήματα, γεωγραφικές μελέτες, σενάρια, θεατρικά, παραινέσεις, παίγνια, μιμήσεις ― οτιδήποτε. Υπήρξε ένα ανοικονόμητο, ιδιοφυές μυαλό με πολλαπλά ταλέντα. Η πληθωρικότητά του, η μνήμη του των άπειρων gigabites και η ευχέρεια στο γράψιμο σε άφηναν άφωνο ― όπως, ενίοτε, και η μη-ρεαλιστική, πλην βαθιά γοητευτική σύλληψη των πραγμάτων.
Την πρώτη τριετία του ‘ 90 είχα την ευλογία να κάνουμε στενή παρέα ― ήμουν φρεσκοπαντρεμένος κι αυτός τότε ζούσε με την σκηνοθέτιδα Δέσποινα Πανταζή. Επειδή, εκτός των άλλων, ήταν και απαράμιλλος αρχιτέκτονας, του λέω μια μέρα: «Πάνο, εγώ και η γυναίκα μου η Ία, έχουμε μαζεμένα είκοσι εκατομμύρια δραχμές (μικρό ποσό), σκεφτόμαστε να χτίσουμε ένα δικό μας σπίτι, μια μονοκατοικία και θέλουμε να μας κάνεις τα σχέδια». «Βεβαίως», λέει ο Θεοδωρίδης και σε μια βδομάδα, μου φέρνει κάτι υπέροχα, φαραωνικά αρχιτεκτονικά σχέδια, λεπτομερέστατα, τέλεια. Μόνο που έχει σχεδιάσει ένα δίπατο σπίτι εκατόν είκοσι μέτρων, με τοίχους διαφανείς, γυαλένιους γεμάτους με νερό και ψάρια, ελλειψοειδείς μαρμάρινες σκάλες, αίθριο, δυο φουτουριστικά τζάκια και το ωραιότερο: μεγάλη αυλή και στο κέντρο της ένα μικρό θέατρο, με κανονικές κερκίδες. Το βλέπω και του λέω, «τι είναι αυτό»; «Ένα θεατράκι», μου απαντάει, «για να ανεβάζουμε Αριστοφάνη».
Παίρνω τα σχέδια και πάω τα δείχνω σε έναν άλλο αρχιτέκτονα να μου τα κοστολογήσει ― έμεινε άναυδος, μεν, από την αρχιτεκτονική σύλληψη του Πάνου, αλλά, μου λέει, «αυτό το σπίτι για να γίνει χρειάζονται εκατόν είκοσι εκατομμύρια δραχμές, τουλάχιστον». Γυρίζω στον Πάνο και του το λέω με σεβασμό ― μου απαντάει: «Μη στενοχωριέσαι, θα το κάνουμε με είκοσι εκατομμύρια, έχω δικά μου συνεργεία απ’ την Αλβανία». Φυσικά, εγκαταλείψαμε, με την γυναίκα μου, την λαμπρή ιδέα, για να μην πάμε από τόσο νέοι στη φυλακή ― πάντως, και σε κάθε περίπτωση, τα σχέδια που μας έκανε ο Πάνος ήτανε καθεαυτά, ως ιδέα, ανυπέρβλητα.
Ο Θεοδωρίδης ήταν κάτι σαν τον πατριάρχη Φώτιο ― πανεπιστήμονας και με διαρκή έμπνευση για τα πάντα. Απέραντη πολυμάθεια. Τολμηρό, περίπλοκο, πρωτότυπο μυαλό, αδιανόητο. Ήδη με το Ηχομυθιστόρημα του καπετάν Άγρα είναι ίσως ο πρώτος εν Ελλάδι που κάνει μετα-μυθοπλασία. Τι να πρωτοδιαβάσει και τι πρωτοθυμηθεί κανείς απ’ αυτόν ― προχτές, στην κηδεία του, τον έβλεπα συγκινημένος και δεν το πίστευα, γιατί, ήταν για μένα, ένας πραγματικός γίγαντας. Και αναρωτιόμουνα, μέσα σε δάκρια: πώς μπορεί το φέρετρο να είναι μικρότερο από πέντε μέτρα;