Η πτήση του ευχολογίου ήταν θορυβώδης και ταχύτατη. Όταν μάλιστα έσπασε το φράγμα του ήχου ακούστηκε ένας τρομερός κρότος, σοκαριστικός, ανυπόφορος. Άνθρωποι και ζώα μαζεύτηκαν, κουλουριάστηκαν κατά μόνας, μίκρυναν όσο μπορούσαν τον όγκο τους για να προφυλαχτούν από τον διαπεραστικό βουητό και τα κρουστικά κύματα. Ακόμη και τα φυτά, ειδικά τα αειθαλή, περιμάζεψαν καλού κακού τα φύλλα τους και τα κόλλησαν στα κλαδιά τους.
Τα μόνα που δεν τρομοκρατήθηκαν ήταν τα παιδιά. Αραγμένα στους καναπέδες, λόγω εορτών, με κλειστές τις πόρτες και τα παράθυρα, συνέχισαν να παίζουν ή να επικοινωνούν με τα κινητά τους. Μια μικρή, ασήμαντη, άνευ σημασίας, ελάχιστη, χιλιοστών του δευτερολέπτου αναταραχή του σήματος δεν τα προβλημάτισε καν. Προετοιμασμένα, ασυνειδήτως, για μελλοντικές διαπεραστικές εχθρικές επελάσεις συνέχισαν απτόητα την επικοινωνία τους.
Το ευχολόγιον, μετά από αυτή την θορυβώδη πτήση, προσγειώθηκε ομαλά και όλοι, εκτός των παιδιών, παρέμειναν σε θέση άμυνας, περιμένοντας, όπως κάθε χρόνο, την αναμενόμενη εορταστική έκρηξη. Η έκρηξη ήταν πράγματι όπως αναμενόταν, απερίγραπτη, φοβερή, εντυπωσιακότατη: το ευχολόγιον διαλύθηκε ολοσχερώς και εκατομμύρια ευχές και μηνύματα εκτοξεύτηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις με μεγάλη ταχύτητα.
Οι τρομοκρατημένοι άνθρωποι άφησαν επιτέλους τις θέσεις άμυνας και, κάπως επιφυλακτικοί αρχικά, κυνηγούσαν στη συνέχεια εναγωνίως τις ευχές που εκτοξεύτηκαν, ελπίζοντας βαθιά μέσα τους να είναι τουλάχιστον ίδιες με τις περσινές και τις προπέρσινες και προσεύχονταν να μην τους περιμένει κάποιο δυσοίωνο μήνυμα. «Μακάρι να είναι τα ίδια», έλεγαν και ξανάλεγαν, «μακάρι», εύχονταν ο ένας στον άλλον. Τα μόνα που δεν είχαν καμιά αγωνία ήταν τα παιδιά που συνέχισαν κανονικά να επικοινωνούν διαδικτυακά, σίγουρα ότι κάποια στιγμή η έκρηξη του ευχολογίου θα επιφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις. Αυτά ήδη ήταν προετοιμασμένα.