Η πετροβυζάχτρα

Υποβρύχια ελαιογραφία του Eugen von Ransonnet Villez, 1867 (Πηγή: Wikimedia)
Υποβρύχια ελαιογραφία του Eugen von Ransonnet Villez, 1867 (Πηγή: Wikimedia)

Ανθεκτική η πεταλίδα, έξω και μέσα στο νερό, αγέρωχη στων κυμάτων την ορμή, σαν να την γέννησε ο βράχος της θάλασσας αυτή την πονηρούλα των ακτών. Θησαυροφυλάκιο όλων των ψεύτικων υποσχέσεων, γράφει ο Ραχμανί, ο Άραβας ποιητής, υποσχέσεις που δεν πραγματοποιήθηκαν, κυνηγημένες από την οργή όλων όσων περίμεναν, πεταλίδες έγιναν. Έγιναν τροφή των φτωχών σκωτσέζων του Neil Gunn και παρηγοριά του Γάλλου ποιητή Λεζά Ζαν (άγνωστο το πραγματικό του όνομα):

Ψέμα μου είπες πως με αγαπάς
Στου βράχου την σχισμή βρήκα το γράμμα σου ανοιχτό
Σαν πεταλίδα κολλημένο στον βυθό της καρδιάς μου
Τα κύματα των δακρύων μου το ξεφυλλίζουν.

Θυμάμαι στη Βουρβουρού που τρώγαμε πεταλίδες για δέκα μέρες, σαν τους σκωτσέζους του Neil Gunn. Όλα τα μυστικά του κόσμου μέσα μας αναστήθηκαν και τρομάξαμε πόσες υποσχέσεις πήγαν κατά διαόλου, εμείς, όμως, χορτάσαμε ωραία όνειρα μέσα στις σκηνές, κολλημένοι εκεί και να ξυπνήσουμε δεν θέλαμε, δέκα μέρες δεν ξυπνήσαμε, μέχρι να μας πάρουν τα κύματα του φθινοπώρου.

Στα χρόνια που ακολούθησαν οι ψεύτικες υποσχέσεις έρχονταν κι έφευγαν σαν κύματα και πάνω εκεί το βήμα γινόταν ασταθές, σε βραχάκι γεμάτο πεταλίδες πάντα πέφταμε και μας φαίνονταν πως τα πόδια μας μούσκευαν κι ας μην υπήρχε στάλα νερό, εμείς νιώθαμε την αρμύρα κι ας βρισκόμασταν σε υψόμετρο απαγορευτικό για θάλασσες και όστρακα. Έτσι πλανεύεσαι αν αγαπάς την θάλασσα και τα βράχια της, εκεί που αράζουν μια ζωή οι πεταλίδες, σχεδόν ακίνητες, δυστυχώς, δεν κάνεις για καπετάνιος φίλε, πάντα θα προσαράζεις το σκαρί στα ρηχά.

Μικρή πεταλίδα γιατί κάθεσαι μόνη πετρωμένη στο βράχο;
Πώς μπορείς και υποφέρεις την κλειστή φυλακή;

Αναρωτιέται ο Δημήτρης Νικορέτζος στο ποίημά του «Η πεταλίδα» και τι να απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα; Τίποτα δεν λες και συνεχίζεις σαν να μην άκουσες.

Έτσι και η Ρεβέκα της Δάφνης Ντι Μοριέ, στο βράχο καβάλα κάθεται, τον αγκαλιάζει γυμνή, κολλημένη πάνω του σαν πεταλίδα ―που ο Κωνσταντινουπολίτης Απόστολος Μαμμέλης στα Θαλασσινά του αποκαλεί πετροβυζάχτρα και πετρογλειφούσα― μια, μια τις πεταλίδες καθαρίζει και χάνονται οι έωλες υποσχέσεις της κι εμείς στην ακτή ξελαρυγγιαζόμαστε να της τραγουδάμε, τα χέρια μας πονούν, τα δάχτυλα ματώνουν από τις χορδές της κιθάρας και όλο γινόμαστε ένα, εμείς όλο γινόμαστε ένα, αιχμάλωτοι στις υποσχέσεις της, τροφή στους ξένοιαστους κολυμβητές και στις πεταλίδες χήνες του Τζέιμς Τζόις.

Η πετροβυζάχτρα
ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: