吻中的酒精
Όταν η πριγκίπισσα Χανγκ Λι Πο έφτασε στο ανάκτορο του σουλτάνου Μανσούρ Σαχ μετά από μακρύ ταξίδι κάτω απ’ τις μπανανιές και αφού αυτός φίλησε την άκρη της κοτσίδας της και τη ρώτησε τι θα ήθελε να της προσφέρουν για να δροσιστεί, εκείνη ζήτησε το 1/3 του φεγγαριού μέσα σε κουμ κουάτ, συν δύο σταγόνες κουαντρό, οπότε επικράτησε πανικός καθώς οι υπεύθυνοι συνειδητοποίησαν ότι το κουαντρό είχε τελειώσει.
Ευγένιος Αρανίτσης
吻 a man loves a woman
(Μετάφραση:) Επικοινωνούσαν διαδικτυακά για ένα χρόνο και αποφάσισαν επιτέλους να συναντηθούν μοιράζοντας την απόσταση πάνω στο Μεγάλο Τείχος των Πέντε Δυναστειών. Εκείνος ξεκίνησε από την κίτρινη μεριά του ωκεανού, από το λεγόμενο Κεφάλι του Αρχαίου Δράκοντα, εκείνη από τη στεριά, από το Πέρασμα του Πράσινου Νεφρίτη, ακολουθώντας τη διαδρομή του Αμερικανού γεωγράφου Ουίλιαμ Γκέιλ που το διέσχισε σε πέντε μήνες το 1908. Βάδιζαν 17 μήνες [για την ακρίβεια 510 μέρες], περνώντας βουνά, ποτάμια, στέπες, κοιμήθηκαν σε εγκαταλειμμένους πύργους, ανέβηκαν σκάλες από ασβεστόλιθο, κατέβηκαν σε στοές από ψημένη λάσπη, γνώρισαν τουρίστες και πλανόδιους πωλητές, ανταλλάσσοντας μεταξύ τους ενθουσιώδη μηνύματα στο τηλέφωνο. Την τελευταία νύχτα έστειλαν τηλεφωνικά φιλιά [wěn] και χώθηκαν στους υπνόσακους. Υπολόγισαν ότι το επόμενο μεσημέρι, στις 11:43, οι δρόμοι τους θα διασταυρωθούν στη Δεύτερη Πύλη του Νότιου Τοίχου. Και πράγματι· δεν συναντήθηκαν ποτέ.
Δημήτρης Καλοκύρης
Ο παρολίγον αυτοκράτορας
Την έλεγα Αυτοκρατόρισσα και ήμουν ερωτευμένος μαζί της. Αλλά η μικρή Γιουν από το απέναντι κινέζικο υπερκατάστημα, έμπαινε, έβγαινε και ούτε που γυρνούσε να με κοιτάξει. Τα μάτια της πάντοτε ψηλά, και όσο πιο υπεροπτική τόσο περισσότερο ερωτευμένος ήμουν μαζί της. Είχα μια εμμονή με την Κίνα, παιδιόθεν. Το μαγαζί μου το έλεγα «Πεκίνο». Και κατά καιρούς παραλάμβανα πολλά κινέζικα σκεύη να τα γυαλίσω. Όμως κάτι παρόμοιο δεν είχα δει ποτέ μου. Ένα λυχνάρι με άπειρα σκαλίσματα, γράμματα που, τι δεν θα ‘δινα, να μπορέσω να τα διαβάσω. Άλλοτε έλεγα, είναι προσευχή. Κι άλλοτε, ταξίδι, δίνη, στα βάθη της ψυχής. Τό ‘τριβα με αγάπη, με στοργή ένα απόγευμα και κοίταζα απέναντι τη Γιουν να μιλάει με τα πουλιά της ολάνθιστης μανόλιας, ντυμένη στα πάλλευκα κι αυτή, όπως τα άνθη του δέντρου. Από το λυχνάρι εκτοξεύθηκε στα μούτρα μου μια τολύπη καπνού. Τυφλώθηκα. Ακούστηκε μια φωνή μπάσα και γλυκιά ταυτόχρονα: «Διάλεξε τι από τα δυο. Ένα φιλί από την Αυτοκρατόρισσα ή το Πεκίνο; Κι αμέσως θα στο δώσω». Έβγαλα μια άναρθρη κραυγή, έναν ισχνό αχό ―γουέν― σαν κάποιος που πνίγεται και χρειάζεται επειγόντως αέρα. Το επόμενο κιόλας λεπτό τα χείλη της ήταν πάνω στα δικά μου ― το απόγευμα γέμισε για κλάσματα δευτερολέπτου με άπειρα πουλιά.
Πώς έχασα έτσι ξαφνικά το μαγαζί; Τόσα χρόνια μετά και ακόμη δεν έχω καταλάβει τι θόλωμα ήταν αυτό. Μαζί και τη ζωή μου. Κάθομαι και μετράω. Όταν θα αποφυλακιστώ θα είμαι σχεδόν γέρος.
Άννα Λιόιλ
Γουέν / γουάν / γουίν-γουίν
― Γουέν;
― Αμάν πια με τ’ αγγλικά σου. Αφού το ξέρεις ρε πουλί μου, με διαολίζει αυτή η τρέλα σου, να πετάς αγγλικά δίχως λόγο. Έχω κι εγώ τις εμμονές μου.
― Μα τι αγγλικά μού λες. Δεν είπα «πότε». «Φιλί» είπα. Δεν είχα το μυαλό μου στο μέλλον, «πότε θα ξαναϊδωθούμε». Στο παρόν το είχα. Στο εδώ και το τώρα. Φιλί σού ζήτησα. Στα κινέζικα.
― Σοβαρά τώρα; Και γουέν το ’μαθες εσύ το γουέν το κινέζικο;
― Αφού το ξέρεις. Έχω κι εγώ τις εμμονές μου. Σ’ το έχω δείξει το μπλοκάκι μου. Το ιδιωτικό μου λεξικό. Η αρρώστια μου... Να βρω τον έρωτα σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Τις λέξεις του έρωτα δηλαδή. Να τις καταγράψω. Ξέρεις. Για το φιλί, για το χάδι, το βλέμμα, τη γλώσσα, το σμίξιμο, τα μόρια. Κάτι σαν συγκριτική σεξιλογία.
― Συγκριτική σεξιλογία με μόρια... Δεν τολμάς να πεις τα πράματα με τ’ όνομά τους και ξανοίγεσαι σε θάλασσες που δεν συγχωρούν. Και για να ’χουμε καλό ρώτημα, πώς το λένε το φιλί στα ρώσικα;
―Περίμενε. Να βγάλω το μπλοκάκι μου. Νά το. Δες το: поцелуй. Το βρήκα αλλά δεν ξέρω πώς προφέρεται. Έψαξα μπας και το λέει πουθενά ο Εμπειρίκος, θυμάσαι, είχε και ρώσικο αίμα, μα δεν πέτυχα τίποτε.
― Θα μου δώσεις εκατό γουάν αν σου πω εγώ;
― Δώσ’ μου εσύ δέκα γουέν, όχι εκατό, και τρέχω στην τράπεζα.
― Μια χαρά. Γουίν-γουίν, που θα ’λεγες κι εσύ.
Παντελής Μπουκάλας