Turandot
Οι ζωηροί συνδαιτημόνες είχαν μόλις κάνει το τραπέζι
στον Μαέστρο
με ορτύκια μαγειρεμένα σε μαύρες σταφίδες και πόρτο
συνοδευμένα από αφράτη σαρλότ με φραμπουάζ
έπειτα τον κατευόδωσαν ως τον σταθμό του Μέστρε
περίμεναν ώσπου η αμαξοστοιχία ν´ αρχίσει να κινείται
για να εκσφενδονίσουν το λιμπρέτο μέσα απ´ το παράθυρο.
Απέναντί του στο κουπέ μια πάλλευκη απόκοσμη πριγκίπισσα
—με μάτια σαν λεπίδες και σκουλαρίκια από νεφρίτη με τεράστια
μπαρόκ μαργαριτάρια— έσκυψε και το σήκωσε.
Ναυσικά
Ξύπνησε κάτω από πεύκα σε θάλασσα που άφριζε
με μια κηλίδα στο φόρεμα χορού της
και μία πέρδικα, ξεδιάντροπα, να της λύνει τα κορδόνια.
Οι Ντούζε
Διασχίζοντας το παγερό Ριάλτο
οι άποροι γονείς πήγαιναν για βάπτιση το νεογέννητο
μέσα σε γυάλινο διαφανές κιβώτιο με φουσκωτά χρυσόχαρτα.
Σ´ ένα σημείο διασταυρώθηκαν με άγημα αυστριακό
κι εκείνο παρουσίασε όπλα
συγχέοντας το χρυσαφί φορτίο με λείψανα Αγίου.
«Η Νόρα μας είναι φτιαγμένη για μεγάλα πράγματα»!
αναφώνησε ο φτωχός πατέρας και καμάρωνε.
Χρόνια αργότερα
η Ελεωνόρα στάθηκε στο κέντρο μιας σκηνής
τύλιξε γύρω της την πράσινη βελούδινη εσάρπα της
με τα μεταξένια κρόσια —όμοια με κρινοδάχτυλα
πολυνήσιας πριγκίπισσας— και αστρονομίστηκε.