Είμαι ο θάνατος τίνος;
Ο άνεμος απ’ τη θυμέλη
φέρνει θέματα πάλι
στο ανοικτό
σακίδιο Επιδαύρου
ενώ ζητώ να βρω
τα γυαλιά μυωπίας
κάτω από ένα μαξιλάρι
και κράκερς για το δρόμο.
Χρόνια μετά ακόμη λυπάμαι
μ’ ένα κρακ που ζωγραφίζει
στο πρόσωπο τη σκιά
από την πενθοφωλιά.
Κι αν δεν έχω ορισμό,
είναι που το νερό κυλάει,
να μαθαίνεται η ζωή
που δεν ήθελα.
Στην σκηνή του σήμερα
ενεργώ με τα μέσα επιβίωσης
κοιτώντας τα αρχαία τεκμήρια.