Κώδικας Μορς (Ή ραδιογράφος)
Τρεις τελείες-παύλα-πέντε τελείες.
Τι είχες κατά νου, όταν έφυγες από τη σάλα;
Να αποκλείσεις τον κίνδυνο από τη φωνή
με τον οξύ ήχο του απολύτως αναγκαίου;
Δύο παύλες-τέσσερις τελείες-πέντε παύλες.
Να διαμαρτυρηθείς για τον κίνδυνο της φωνής
μπροστά στο επείγον του πράγματος;
Να εναντιωθείς στην κατάχρηση των συμβάντων;
Δύο παύλες-τελεία-τέσσερις παύλες.
Να βρεις το σημείο διαρραγής
στις πολυγραμμικές ταλαντεύσεις της ομιλίας;
Παύλα-τελεία-παύλα-τέσσερις παύλες.
Να συμφιλιωθεί η γραφή
με τις τελεσίδικες γεωμετρικές αναγωγές
στις απόρροιες του αισθητού;
Παύλα-παύλα-πέντε τελείες-παύλα.
Κοίτα.
Σχεδόν μου μοιάζει περιττό.
Έτσι φτιάχτηκε το ευεργέτημα του κινδύνου.
Να μην χρειάζεται προαναγγελίες
ή αποκρύψεις καταφατικές.
Να έρχεται το τέρμα του παιχνιδιού
με τον κίνδυνο ατόφιο.
Σαν ένα απόσπασμα από τις λεπτές ιδιότητες
της αφετηρίας του.
Ως ελικοειδής ανύψωση.
Καμία τελεία-καμία παύλα-καμία τελεία.
Ισοτοπία (Ή classèmes)
Δεν θέλω τις τετριμμένες αποστάσεις
και κουβέντες.
Τα χιλιοειπωμένα.
Τα φθαρμένα αντικλείδια της παρηγοριάς.
Τους κυρτούς ώμους των τυχαίων απαντημάτων.
Την άμετρη διάλεκτο των συμφραζόμενων.
Αν είναι κάπως να μιλώ.
Να μιλώ στα εξεζητημένα χρώματα
πριν την ανατολή και μετά τη δύση.
Τα αφλεγή και υποβαθμισμένα.
Αν είναι όταν μιλώ.
Να μην με βρίσκουν στους τόπους
των ατελεύτητων συναθροίσεων.
Σ' εκείνους που αποσιωπούν, εγώ να λιάζομαι.
Στη γλώσσα που κυνήγησε η Αχλύς.
Στις τρωτές αιχμές του σκοτισμένου αέρα.
Αν είναι όπως μιλώ.
Να εγκαταλείπω
στους κωδικούς της στενογραφίας
―με τρόπο τελείως αιρετικό―
το αντηχείο των σειρήνων.
Κατάματα να κοιτώ τα ομοιώματά τους.
Κι όπως κοιτώ, τα μάτια να μην καιν
οι σπίθες από τις κρούσεις του διαπασών.
Αν είναι να μην μιλώ.
Να πω πως πάντα θα μιλώ.
Τη γλώσσα των λαθών, τη λάθος γλώσσα:
Tην αθώα.
Η αριθμητική του Τίβερη
Σου το 'χα πει.
Προέχει η διαίρεση.
Όχι ως πράξη μαθηματική.
Ως πράξη που δεν ενδίδει.
Έχει οπωσδήποτε τη γενναιότητά της.
Με την πρόσθεση αναμειγνύονται οι μέρες.
Και το άθροισμα είναι οπωσδήποτε
οι αντινομίες των σημείων στίξης,
που αλλάζουν το νόημά τους.
Με την αφαίρεση αποσπώνται οι παρουσίες.
Και το αποτέλεσμα είναι οπωσδήποτε
οι περιορισμένες οικονομίες των μορφών,
που οξύνουν τις απώλειες.
Με τον πολλαπλασιασμό παράγονται πλήθη.
Και το γινόμενο είναι οπωσδήποτε
οι μιμητικές παραστάσεις των μονάδων,
που απαγορεύουν τις επιφυλάξεις.
Με τη διαίρεση, όμως.
Δεν είναι το άστικτο πηλίκο που ορίζει
το ρυθμό μεταβολής της ορμής.
Οι τριγμοί των περιθωρίων είναι,
που σαν γερασμένο κέλυφος ατράκτου,
σε σύρανε στη χιαστί
της επανάληψης τροχιά.
Κι έτσι να ελιχθείς, το δικαιούσαι,
χωρίς σπατάλες κι εκδοχές ποικίλες,
στα φωσφορίζοντα βλέμματα
των καθαρών υποσχέσεων.