Η μελέτη αυτή αποτελεί μια πρώτη συνοπτική απόπειρα, συγκεντρωτικής ωστόσο παρουσίασης και εξέτασης, κατά χρονολογική σειρά, τόσο της ζωής όσο και του έργου μιας παραγνωρισμένης Ελληνίδας λογοτέχνη, της Μαρίας Ζάμπα (1888-1933).[1][2] Από τη μελέτη αυτή προκύπτουν και παρουσιάζονται νέα γραμματολογικά στοιχεία για το λογοτεχνικό της έργο, το οποίο μέχρι και σήμερα εξετάζονταν, τις περισσότερες φορές, συνδυαστικά με άλλες ισοϋψείς γυναικείες μορφές της νεοελληνικής λογοτεχνίας,[3] της ίδιας περιόδου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εντυπωθεί στη κοινή συνείδηση ως μέλος μιας ευρύτερη ομάδας ελασσόνων νεοελλήνων λογοτεχνών[4], τοποθετώντας τη αυτόματα στο περιθώριο των νεοελληνικών μας γραμμάτων. Η περίοδος στην οποία εντάσσεται η Μαρία Ζάμπακαι το λογοτεχνικό της έργο συμπίπτει ιστορικά με σημαντικά γεγονότα της εποχής όπως: ο ατυχής ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, οι Βαλκανικοί πόλεμοι (1912-1913), ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος (1914-1918) και η Μικρασιατική καταστροφή (1922). Δηλαδή με την πρώιμη φάση της περιόδου του Μεσοπολέμου (1918-1939). Ιδεολογικά ταυτίζεται με γεγονότα τα οποία σημάδεψαν το χώρο της λογοτεχνίας όπως: η επικράτηση της δημοτικής γλώσσας έναντι της καθαρεύουσας, η είσοδος του συμβολισμού αρχικά στα γαλλικά και αργότερα στα νεοελληνικά γράμματα και η ανάδειξη της επιστήμης της Λαογραφίας.[5] Κοινωνικά και πολιτικά συνδέεται με τις πληθυσμικές και ταξικές μεταβολές, την εμφάνιση των σοσιαλιστικών θεωριών (σοσιαλισμός και μαρξισμός), την ανάπτυξη του συνδικαλισμού στις εργατικές τάξεις και το κίνημα της χειραφέτησης της γυναίκας. Χάρη στο τελευταίο μάλιστα, οι γυναίκες απέκτησαν την οικονομική και κοινωνική τους ανεξαρτησία, ενώ άρχισαν να διεκδικούν δειλά τη νομική, πολιτική και καλλιτεχνική τους χειραφέτηση.[6] Γνήσια κληρονόμος όλων αυτών των γεγονότων αποτελεί η περίπτωση της Μαρίας Ζάμπα, την οποία εξέτασα ως ποιήτρια αλλά και ως μεταφράστρια.[7] Στη σύντομη αυτή μελέτη παρουσιάζω αδρομερώς, τη θεματολογία των λογοτεχνικών έργων της Μαρίας Ζάμπα και ταυτόχρονα μελετώ με συστηματικό τρόπο για πρώτη φορά τις μετρικές της έξεις. Απέκλεισα τον ερμηνευτικό σχολιασμό του λογοτεχνικού ―ποιητικού κυρίως― έργου της, καθώς τέτοιες προσεγγίσεις επιχειρήθηκαν επιλεκτικά, κατά κύριο λόγο, από τους μελετητές στο παρελθόν.[8] Παρόλη την περιορισμένη έκτασή του, το λογοτεχνικό έργο της Μαρίας Ζάμπα εμπλουτίζει τη νεοελληνική γυναικεία ποίηση, η οποία αναδύεται αυτή την περίοδο ―συγκεκριμένα από το 1890 και εξής― και αναμετράται αναπόφευκτα με την κυρίαρχη ανδροκρατούμενη έως τότε λογοτεχνική έμπνευση. Με αυτή τη σύντομη μελέτη δίνεται αφενός η ευκαιρία στους λάτρεις της λογοτεχνίας να παρακολουθήσουν, τη δημιουργική της διαδρομή στο χώρο των νεοελληνικών γραμμάτων διαχρονικά. Αφετέρου αναδεικνύεται, ακόμη μία φορά,[9] η ανάγκη μιας συστηματικής εξειδικευμένης ανθολόγησης και ανάδειξης της σπάνιας λογοτεχνικής της παρακαταθήκης, την οποία υπηρέτησε πιστά ως το τέλος της ζωής της.
Ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία έχουμε στη διάθεσή μας για τη Μαρία Ζάμπα, η οποία γεννήθηκε στα Άδανα της Μ. Ασίας, το 1888, και σπούδασε στη Ζάππειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης. Το τελευταίο, μάλιστα, στοιχείο αποδεικνύει περίτρανα ότι ήταν γόνος εύπορης-σημαντικής οικογένειας, καθώς διέθετε αξιόλογη μόρφωση και υψηλό πνευματικό υπόβαθρο.[10] Στοιχείο το οποίο ήταν ασυμβίβαστο με την υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας στην κοινωνία αυτής της περιόδου.[11] Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της συνεργάστηκε με τον Τύπο της εποχής. Με συστηματικό τρόπο προωθούσε, το προσωπικό της λογοτεχνικό έργο διατρανώνοντας, παράλληλα, τη δυναμική παρουσία της γυναίκας στο δημόσιο λόγο, όπως τουλάχιστον αποδεικνύεται από τις αξιόλογες συνεργασίες της με τον Τύπο της εποχής. Πιο συγκεκριμένα η Μαρία Ζάμπα απέκτησε βήμα τόσο σε μικρασιατικά όσο και σε αθηναϊκά έντυπα, όπως ημερολόγια, περιοδικά και εφημερίδες. Με τον τρόπο αυτό προωθούσε το λογοτεχνικό της έργο και προπαγάνδιζε μεταξύ άλλων και τον φεμινιστικό αγώνα.[12] Ειδικότερα, στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας επισημαίνεται γενικά η συνεργασία της Μαρίας Ζάμπα με εφημερίδες και περιοδικά της Σμύρνης. Ταυτόχρονα τονίζεται ιδιαίτερα η συνεργασία της με τον Νουμά.[13] Στη μελέτη της Αθηνάς Ταρσούλη, το 1951, επαναλαμβάνεται η συνεργασία με τον Νουμά. Προστίθεται ακόμη η συνεργασία της με την Αμάλθεια (Σμύρνης), την Ελλάδα (Αθήνας) και το Μικρασιατικό Ημερολόγιο (Σάμου).[14] Στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα, Έργα, Ρεύματα και Όροι των εκδόσεων Πατάκη επαναλαμβάνονται τα στοιχεία, τα οποία συναντήσαμε προηγουμένως στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.[15] Η Πέρσα Αποστολή στη σύντομη μελέτη της για τη «Γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα (περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940): Η περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου»,[16] υπογραμμίζει μόνο την άγνωστη έως τότε συνεργασία της Μαρίας Ζάμπα με το περιοδικό Βοσπορίς. Στη διδακτορική διατριβή της Όλγας Χατζηβογιατζή συνοψίζεται η συνεργασία της Μαρίας Ζάμπα συλλήβδην με τα περιοδικά, τις εφημερίδες και τα ημερολόγια που είδαμε προηγουμένως. Παράλληλα η μελετήτρια προσθέτει, κατόπιν έρευνας, τη συνεργασία της με τα περιοδικά: Γυναίκα, Ελληνική Επιθεώρηση, Ελληνίς, Μπουκέτο και Ξεκίνημα.[17]
Μέσα από την έρευνά μου εντόπισα επίσης ορισμένα ψηφιοποιημένα έντυπα με τα οποία συνεργάστηκε η Μικρασιάτισσα λογοτέχνις. Συγκεκριμένα πρόκειται για τα περιοδικά: Αιολικός Αστήρ, Διάπλασις των παίδων, Ελληνικά Γράμματα, Νεότης, Πινακοθήκη και Πυρσός. Στις στήλες τους φιλοξενούν αρκετά λανθάνοντα έως σήμερα ποιητικά της έργα (πρωτότυπα και μεταφρασμένα) όπως θα δούμε παρακάτω.[18]
Ενδεχομένως η συνεργασία της να επεκτείνεται σε περισσότερα περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Ένα ακόμη στοιχείο που προέκυψε από τη μελέτη αυτή για τη ζωή και το λογοτεχνικό έργο της Μαρίας Ζάμπα είναι ότι τα έντυπα, που αναγνώριζαν το λογοτεχνικό της ταλέντο και που φιλοξενούσαν τα πρωτότυπα και τα μεταφρασμένα λογοτεχνικά ―ποιητικά κυρίως― της κείμενα, αφιέρωναν ενίοτε μια γρήγορη παρουσίαση της νεαρής λογοτέχνη στο αναγνωστικό κοινό:[19]
«Η “Πινακοθήκη” ευχαρίστως παρουσιάζει εις τους αναγνώστας της νέαν ποιήτριαν, την νεαράν δεσποινίδα Μαρίαν Ζάμπα, ής οι κατωτέρω δημοσιευόμενοι ωραίοι στίχοι, είναι άξιοι πολλής εκτιμήσεως».[20]
Σύμφωνα με την έρευνά μου έως σήμερα, υπέγραφε πάντα με το πραγματικό της όνομα ―Μαρία Ζάμπα ή Μαρία Ε. Ζάμπα―,[21] συνοδευόμενο ενίοτε με τον τόπο σύνθεσης του λογοτεχνικού της κειμένου (Άδανα, Σμύρνη, Καβάλα, Θεσσαλονίκη, Μερσίνα=Μερσίνη). Μολονότι η λογοκρισία της εποχής ανάγκαζε πολλές λογοτέχνιδες να χρησιμοποιούν ψευδώνυμα η Μαρία Ζάμπα απέφευγε συστηματικά τη χρήση τους.[22]
Όπως γνωρίζουμε η ποιητική της συγκομιδή περιορίζεται μόλις σε δύο ποιητικές συλλογές τις οποίες εντοπίζουμε στην τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Συγκεκριμένα πρόκειται για τις συλλογές: Τα τραγούδια μου (1924) και Αυγές και δειλινά (1930), οι οποίες διακρίνονται για τη γνήσια λυρική τους ποιότητα. Η πρώτη ποιητική της συλλογή, Τα τραγούδια μου,[23] δημοσιεύτηκε το 1924 και είναι αφιερωμένη στη μητέρα της. Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει 98 συνολικά ποιήματα, τα οποία ως προς τη θεματολογία τους περιστρέφονται γύρω από τη γυναίκα,[24] την οικογένεια,[25] τη φιλία,[26] τη φύση,[27] τη ζωή,[28] τον θάνατο,[29] το συναίσθημα,[30] τη θρησκεία[31] και τη μυθολογία.[32] Κεντρικές έννοιες αποτελούν η Αγάπη και ο Έρωτας. Οι μονολεκτικοί (τις περισσότερες φορές) τίτλοι των ποιημάτων της, οι οποίοι συνοδεύονται ενίοτε από σημεία στίξης (αποσιωπητικά, θαυμαστικά και ερωτηματικά), είναι αποδεικτικοί των θεματικών της πυρήνων.[33] Το ύφος της χαρακτηρίζεται ως αισθαντικό, απλό και οικείο. Τα ποιήματά της διακρίνονται για τον εξομολογητικό, ελεγειακό και νοσταλγικό τους τόνο. Διαποτίζονται από ρομαντικά στοιχεία,[34] όπως: το συναίσθημα, το όνειρο, η μελαγχολία και η νοσταλγία,[35] καθώς και παρνασσιακά θέματα, εικόνες από τη μυθολογία, ακρίβεια στη μορφή και την έκφραση μέσω αυστηρών στιχουργικών φορμών, όπως το πετραρχικό σονέτο.[36] Ξεχωριστή θέση καταλαμβάνει το σύμβολο στην ποίησή της, όπως λόγου χάρη αυτό του καραβιού ή των φτερών,[37]
τα οποία επαναλαμβάνονται στα ποιήματα της πρώτης ποιητικής της συλλογής, δηλωτικό της επίδρασης του όψιμου συμβολισμού στο λογοτεχνικό της έργο.[38] Τα ποιήματά της ως προς την αρχιτεκτονική τους διάρθρωση διακρίνονται κυρίως σε τετράστιχες στροφές (με μία, δύο ή περισσότερες στροφές)[39] και σε πετραρχικού τύπου σονέτα.[40] Ενίοτε εντοπίζουμε μονόστροφα[41] ποιήματα με ποικίλο αριθμό στίχων ενώ σπανιότερα εντοπίζουμε ποιήματα δομημένα εξάστιχες στροφές.[42] Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μετρικές επιλογές της Μαρίας Ζάμπα, οι οποίες έως σήμερα δεν είχαν κεντρίσει το ενδιαφέρον των μελετητών.[43] Πιο συγκεκριμένα, στιχουργικά σχεδόν μονοπωλεί η χρήση του ιαμβικού ρυθμού. Ειδικότερα, μεταχειρίζεται αυστηρά έμμετρους ιαμβικούς επτασύλλαβους,[44] οκτασύλλαβους,[45] εννεασύλλαβους,[46] δεκασύλλαβους,[47] ενδεκασύλλαβους,[48] δεκατρισύλλαβους,[49] δεκατετρασύλλαβους[50] και δεκαπεντασύλλαβους[51] στίχους είτε αποκλειστικά είτε συνδυαστικά. Σπανιότερα επιλέγει ελευθερωμένους στίχους,[52] ως απόρροια του κινήματος του συμβολισμού. Οι στίχοι των ποιημάτων τις περισσότερες φορές, αλλά όχι πάντα, ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους πλεκτά και ζευγαρωτά. Ενδεικτικοί είναι οι παρακάτω ιαμβικοί ελευθερωμένοι ανομοιοκατάληκτοι στίχοι του ποιήματος «Μεσ’ στην ψυχή», στους οποίους η μικρασιάτισσα λογοτέχνης υμνεί τη δύναμη και την υπεροχή της Αγάπης:
Ω Πόθε, Βασιλιά των πόθων... ω Αγάπη, ω Αγάπη που βαθιά σε νιώθω τόσο βαθιά που τίποτα, τίποτα δε σε φτάνει, και πάντα μόνη, αθάντατη, κι ανέγκιχτη απομένεις, ω Αγάπη, Ω Πόθε πόθων, που τίποτα την φλόγα σου δε σβήνει κι ουδέ θα σβήσει.
Η δεύτερη και τελευταία ποιητική της συλλογή, Αυγές και δειλινά[53]
δημοσιεύεται το 1930 και περιλαμβάνει 122 ποιήματα. Μελετώντας και αυτή την ποιητική συλλογή παρατηρούμε ότι η Μαρία Ζάμπα περιλαμβάνει ξανά ορισμένα ποιήματα της πρώτης ποιητικής της συλλογής, Τα τραγούδια μου, του 1924.[54] Σε γενικές γραμμές ακολουθεί τους ίδιους θεματικούς άξονες, τις ίδιες φόρμες, τις ίδιες μετρικές και υφολογικές επιλογές της πρώτης ποιητικής της συλλογής. Ωστόσο, δεν μένει στατική. Η ποίησή της εξελίσσεται καθώς παρατηρώ ότι εμπλουτίζονται οι θεματικοί της πυρήνες χρησιμοποιώντας πλέον ως επίκεντρο των ποιημάτων της την έννοια της μοναξιάς και τους ομότεχνούς της.[55] Επιπλέον εμπλουτίζεται και στιχουργικά εισάγοντας μικρότερους ιαμβικούς στίχους όπως τετρασύλλαβους,[56] πεντασύλλαβους,[57] εξασύλλαβους[58] αλλά και μεγαλύτερους όπως ο δωδεκασύλλαβους[59] είτε αποκλειστικά είτε συνδυαστικά με μικρότερους ή μεγαλύτερους ιάμβους. Οι στροφές των ποιημάτων της ενίοτε εκτείνονται πλέον και σε πεντάστιχες,[60] οκτάστιχες[61] ή και σε δωδεκάστιχες.[62] Τέλος, μετρικά αξιοποιεί εκτός από τον ιαμβικό,[63] τον τροχαϊκό[64] και τον αναπαιστικό[65] ρυθμό σε ομοιοκατάληκτους κυρίως στίχους. Εξάρσεις ελευθέρωσης εξακολουθούν να συνοδεύουν ορισμένα ποιήματά της και πάλι όμως σε χαμηλά επίπεδα.[66] Προς επίρρωση παραθέτω τους πρώτους στίχους από το ποίημα: «Το σπίτι μας», το οποίο αντιπροσωπεύει μετρικά, κατά τη προσωπική μου άποψη, κυρίως την εξελικτική πορεία της Ζάμπα από τη πρώτη στη δεύτερη ποιητική της συλλογή σε αναπαιστικό στίχο:
Γύρω ξένοι μονάχα κι η ψυχή μου πώς πλήττει!... ―Τι να γίνεται τάχα το παλιό μας το σπίτι;
Η έρευνα γύρω από το λογοτεχνικό έργο της Μαρίας Ζάμπα με οδήγησε σε ένα ακόμη νέο στοιχείο. Συγκεκριμένα παρατηρώ ότι σώζονται αθησαύριστα ποιήματά της διάσπαρτα στον Τύπο της εποχής όπως τα ποιήματα:[67] «Το πάρκο»,[68] «Στα χέρια της μητέρας μου»,[69] «Μαύρη νύχτα»,[70] «Δάκρυα»,[71] «Στο κοιμητήριο»,[72] «Ζευς»,[73] «Γλυκειά η ζωή…»,[74] «Μελλοθάνατη»,[75] «Στη βασίλισσά μας»,[76] «Μπροστά στην Παναγιά»,[77] «Ελληνικά χωριά»,[78] «Μάγεμα»,[79]«Πνεύμα-Ομορφιά»[80] και «Θλίψη»[81] τα οποία δεν περιλαμβάνονται σε καμία από τις δύο δημοσιευμένες ποιητικές της συλλογές. Το γεγονός αυτό με οδήγησε σε δύο υποθέσεις. Είτε ότι από επιλογή δεν τα ενέταξε σε κάποια από τις δύο συλλογές της ―επειδή ενδεχομένως τα θεωρούσε ποιοτικά κατώτερα― είτε ότι δεν πρόλαβε, εξαιτίας του πρόωρου θανάτου της, σε ηλικία μόλις 45 ετών. Η συστηματική έρευνα στον Τύπο της εποχής ανέσυρε στην επιφάνεια, μεταξύ άλλων και δύο αθησαύριστα έως σήμερα άτιτλα πεζά ποιήματα της Μαρίας Ζάμπα, τα οποία φιλοξενούνται στο περ. Αιολικός Αστήρ και σε κάθε περίπτωση επιβεβαιώνουν την πολυσχιδή της λογοτεχνική δράση:[82]
Μελετώντας τις δύο ποιητικές της συλλογές παρατηρώ ότι δεν συσταχώνονται, ούτε οι μεταφραστικές απόπειρες της Μαρίας Ζάμπα στα ποιητικά έργα των Γάλλων ομότεχνών της, που φιλοξενούνται στις στήλες του Τύπου, με τον οποίο συνεργάστηκε κατά τη διάρκεια της εφήμερης ζωής της. Ενδεχομένως, για τους ίδιους λόγους για τους οποίους δεν συμπεριέλαβε και πολλά δικά της πρωτότυπα, όπως είδαμε προηγουμένως. Τα μεταφρασμένα ποιήματα, τα οποία φιλοξενήθηκαν στις στήλες του Μπουκέτου,[83] παρουσιάζονται συγκεντρωμένα στη διδακτορική διατριβή της Όλγας Χατζηβογιατζή.[84] Σε κάθε περίπτωση, κατά την προσωπική μου άποψη, η ύπαρξη αυτών των μεταφράσεων είναι δηλωτική του μεταφραστικού ταλέντου της ποιήτριας. Με ξεχωριστή μαεστρία κατάφερε να μεταφέρει της ιδέες των ξένων λογοτεχνών από τη γλώσσα προέλευσης στη γλώσσα υποδοχής, υπερβαίνοντας το μεταφραστικό πρόβλημα που ταλανίζει κάθε μεταφραστή.[85] Ενδεικτικά παραθέτω την πρώτη στροφή της μετάφρασης του ποιήματος του Σιλί Προυντόμ, «Ο γαλαξίας»:
Είπα στ’ αστέρια μια γλυκιά βραδιά: ―«Δεν φαίνεστε για να 'στε ευτυχισμένα, τα φώτα σας στα σκότη τα βαθιά λάμπουν ερωτικά, μα λυπημένα».
Από την έως τώρα έρευνα υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι το μεταφραστικό έργο της Μαρίας Ζάμπα, επεκτείνεται εκτός από την ποίηση και στην πεζογραφία. Η υπόθεση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι η Μαρία Ζάμπα εμφανίζεται ως μεταφράστρια του πρώτου από τους δύο τόμους στα ελληνικά[86] του μυθιστορήματος του Βίκτωρος Ουγκό, Ο άνθρωπος που γελάει[87](L'Homme qui rit), το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε το 1869.[88] Το στοιχείο αυτό παρέμενε σχεδόν άγνωστο στο ευρύ κοινό μέχρι και σήμερα. Η ελληνική μεταφραστική απόδοση του γαλλικού μυθιστορήματος του Βίκτωρος Ουγκό από την Μαρία Ζάμπα απουσιάζει, ωστόσο, από τη Βιβλιογραφία των ελληνικών μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας ΙΘ΄-Κ΄ αιώνα του Κ.Γ. Κασίνη.[88] Η μοναδική μετάφραση που καταγράφεται από τον Κ.Γ. Κασίνη για το συγκεκριμένο αριστούργημα του κορυφαίου Γάλλου συγγραφέα είναι Ο Γελών Άνθρωπος ―η οποία δημοσιεύτηκε το 1869, δηλαδή την ίδια χρονιά όπου δημοσιεύτηκε το πρωτότυπο έργο του Ουγκό― σε μετάφραση του Α. Βαμπά.[89] Τόσο το πρωτότυπο έργο του Ουγκό όσο και η ελληνική μετάφραση του Α. Βαμπά απέσπασαν διθυραμβικά σχόλια από την κριτική όπως αποδεικνύεται στα αποσπάσματα που ακολουθούν:
«Εξεδόθη και παρ’ ημίν ήδη το πρώτον βιβλίον της περιωνύμου μυθιστορίας του Βίκτωρος Ουγγώ εν μεταφράσει του κ. Α. Βαμπά. Το βιβλίον τούτο είναι γνήσιον τέκνον του ποιητού του. Όλη η μεγαλοπρέπεια, όλη η βαθύτης, όλη η ακρίβεια και λεπτότης των στοχασμών, των εικόνων, της ευτεχνίας, του θαυμασίου εργάτου του Ερνάνη και των Αθλίων, όλα ταύτα επανατέλλουσιν εις τον Γελώντα άνθρωπον αμείωτα και περιφανή. […] Η μετάφρασις του κ. Αρ. Βαμπά, είναι ωραία, αλλά πολυτελής και εις άκρον φιλάρεσκος.»[90]
Ενδεχομένως η Μαρία Ζάμπα να βασίστηκε σε αυτήν την πρώτη μετάφραση του Α. Βαμπά το 1869. Η πρωτότυπη μετάφραση της Ζάμπα παραμένει ανεύρετη. Η μετάφραση που έχουμε πλέον στη διάθεσή μας αποδίδεται βέβαια στη Μαρία Ζάμπα και πρόκειται για ανατύπωση, καθώς δημοσιεύθηκε αρκετά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 2000.[91] Ποιοι λόγοι όμως ώθησαν τη Μαρία Ζάμπα να μεταφράσει το συγκεκριμένο μυθιστόρημα; Το χρονικό πλαίσιο, η πλοκή και ο συγγραφέας του μυθιστορήματος δίνουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Ειδικότερα το μυθιστόρημα, τοποθετείται στις αρχές του 19ου αιώνα. Την περίοδο, δηλαδή, κατά την οποία ο Βίκτωρ Ουγκώ βρισκόταν εξόριστος στην Αγγλία εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων. Εκεί αποφάσισε να συνθέσει μια σύντομη αλλά διαχρονική ιστορία για την ψέξει την ταξική αδικία του Λονδίνου, καυτηριάζοντας έμμεσα την κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην πατρίδα του Γαλλία, αυτοκράτορας της οποίας ήταν τότε ο Ναπολέων Γ΄. Η υπόθεση του μυθιστορήματος περιστρέφεται γύρω από τη ζωή ενός παραμορφωμένου-στιγματισμένου νεαρού σαλτιμπάγκου, του Γκουίνπλεν, στο πρόσωπο του οποίου είναι χαραγμένη η έκφραση του μόνιμου γέλιου. Ο Γκουίνπλεν αντιπροσωπεύει το πρότυπο του θύματος-πολίτη που ήθελαν να κατασκευάσουν οι ισχυροί αριστοκράτες της εποχής, ώστε να το χειραγωγούν. Όλοι όμως στέκονται στη βίαιη, από την εξουσία, παραμόρφωση του προσώπου του και αδιαφορούν για τα λεγόμενά του.
Θεωρώ ότι η Μαρία Ζάμπα επεδίωξε να μεταφέρει στην ελληνική γλώσσα την τραγικότητα της κοινωνικής θέσης του ήρωα Γκουίνπλεν, ώστε να κερδίσει αναγνώριση από την αίγλη του Ουγκώ, και φυσικά να προβάλει μέσα από το ποιητικό της έργο την υποβαθμισμένη κοινωνική και πολιτική θέση της γυναίκας στην Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό στηλίτευε την κοινωνική αδικία των αδυνάτων συλλήβδην. Με άλλα λόγια η Μαρία Ζάμπα χρησιμοποίησε ως «Δούρειο Ίππο» τον Βίκτωρα Ουγκό για να αναδυθεί από την λογοτεχνική αφάνεια, να αναδειχθεί στο λογοτεχνικό ανδροκρατούμενο γίγνεσθαι της εποχής και εν τέλει να υπερθεματίσει την ανάγκη εξάλειψης της κοινωνικής αδικίας. Ειδικότερα την αναβάθμιση της θέσης των γυναικών στα Γράμματα, το οποίο αποτελούσε βασικό ζητούμενο στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού και στην Ελλάδα.[92] Με ποιον τρόπο όμως συνδέθηκε πνευματικά η Μαρία Ζάμπα με τον Βίκτωρα Ουγκό; Κατά πάσα πιθανότητα συνδετικός τους κρίκος υπήρξε ο Κωστής Παλαμάς,[93]
ο οποίος, όπως αποδεικνύεται μέσα από την μελέτη της Όλγας Χαντζηβογιατζή στάθηκε άξιος μέντορας για πολλές νέες ποιήτριες της εποχής. Όλες τους, μεταξύ των οποίων και η Μαρία Ζάμπα, αμφισβητούνταν και αντιμετωπίζονταν από την κριτική με δυσπιστία.[94] Λαμβάνοντας υπόψη, λοιπόν, το σύνολο του λογοτεχνικού έργου της Μαρίας Ζάμπα και αποτιμώντας τα νέα γραμματολογικά δεδομένα που προέκυψαν από την έρευνα, στο περιορισμένο πλαίσιο αυτής της μελέτης, καταλήγω στο εξής συμπέρασμα. Μέσα σε μια περίοδο έντονων ανακατατάξεων και κοινωνικών ανισοτήτων καταφέρνει να διοχετεύσει στο ευρύ κοινό τις πιο μύχιες σκέψεις και τα συναισθήματα της με όχημα τη λογοτεχνία [ποίηση και μεταφράσεις (ποιητικές και πεζές)], αξιοποιώντας τις πλέον αναγνωρισμένες εγχώριες και ξένες πνευματικές κορυφές του ανδρικού κατεστημένου· του Κωστή Παλαμά και του Βίκτωρος Ουγκό αντίστοιχα. Ωστόσο, δεν κατάφερε να εισακουστεί η φωνή της, όπως ακριβώς ο ουγκικός ήρωας Γκουίνπλεν στους δρόμους του Λονδίνου. Τα ανυπέρβλητα στερεότυπα και οι κοινωνικές προκαταλήψεις της εποχής αποδείχθηκαν ισχυρότερα, εγκλωβίζοντας τη Μαρία Ζάμπα αναπόδραστα στο περιθώριο της πνευματικής μας κληρονομιάς. Το λογοτεχνικό της έργο παραμένει ακόμη αχαρτογράφητο στο σύνολό του, αναμένοντας υπομονετικά την αναψηλάφησή του από τους νέους ερευνητές και τη διάσωσή του από τη λήθη.
Από την έρευνά μου στις Ιστορίες της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, στα Λεξικά, στις Εγκυκλοπαίδειες σε μονογραφίες και σε σύμμικτα έργα, τα οποία αποτελούν το πρώτο σημείο αναφοράς για τους ερευνητές-μελετητές οι αυτόνομες αναφορές στη Μαρία Ζάμπα είναι φειδωλές. Το όνομά της απουσιάζει από τα βασικά εγχειρίδια Ελλήνων και ξένων ερευνητών-μελετητών. Ενδεικτικά παραθέτω: Μάριο Βίττι, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Οδυσσέας 2003 και Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΜIET 142004.
Βλ. Φ. Γιοφύλλης, «Η συμβολή της γυναίκας στη Νεοελληνική Λογοτεχνία», Θεσσαλικά Γράμματα, Έτος Α΄, τχ. 2 (1/2/1935) 2.
Ονόματα λογοτεχνών των οποίων η λογοτεχνική τους συνεισφορά στα νεοελληνικά γράμματα δεν έχει αναδειχθεί ακόμη επαρκώς παρατίθενται κατά αλφαβητική σειρά στη διδακτορική διατριβή της Όλγας Χατζηβογιατζή Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, [Διδακτορική Διατριβή], ΕΚΠΑ, Αθήνα 2018, σσ. 577-623.
Για την επίδραση που άσκησε η γαλλική λογοτεχνία στα νεοελληνικά γράμματα βλ. ενδεικτικά Ευάγγελου Ν. Μόσχου, «Γαλλικές επιδράσεις στα νεοελληνικά γράμματα», Νέα Εστία, τχ. 1451 (Δεκέμβριος 1987) 85-88 και Τέλλος Άγρας, «Κ.Γ. Καρυωτάκης», Κριτικά, Ποιητικά πρόσωπα και κείμενα, τ. Β΄, φιλολογική επιμέλεια Κώστας Στεργιόπουλος, Ερμής 1981, σ. 242.
Για την εκπαίδευση, τη συγγραφική δραστηριότητα και τη συνεργασία των γυναικών με τον Τύπο, στην Ελλάδα του 19ου αιώνα βλ. Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, Νεφέλη 2014.
Το μεταφραστικό έργο της Μαρίας Ζάμπα, από την έως σήμερα έρευνά μου, είχε επισημανθεί από του μελετητές και συγκεκριμένα από την Όλγα Χατζηβογιατζή μονομερώς. Βλ. Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π. Εξετάζεται, δηλαδή, μόνο ως προς την ποιητική απόδοση των ξένων ομότεχνών της στην ελληνική γλώσσα. Η μεταφραστική της όμως προσφορά στην πεζογραφία, την οποία θα εξετάσουμε παρακάτω, παραλείπεται.
«Ζάμπα Μαρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα), τ. 6, Χάρη Πάτση, Αθήνα χ.χ., σ. 571· Φ. Γιοφύλλης, «Η συμβολή της γυναίκας στη Νεοελληνική Λογοτεχνία», ό.π.· Αθηνά Ταρσούλη, «Μαρία Ζάμπα», Ελληνίδες ποιήτριες 1857-1940, χ.έ., Αθήνα 1951, σσ. 129-137· Γιώργος Καραβασίλης, «Μαρία Ζάμπα. Μια αγνοημένη ερωτική ποιήτρια», Η λέξη, τχ. 61 (1987) 61-62· Σοφία Ντενίση, Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940, Εκδόσεις Gutenberg 2008, σ. 236, σ. 260 και Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π.
Η ανάγκη της περαιτέρω ανίχνευσης και της ανθολόγησης του έργου της Μαρίας Ζάμπα διατυπώθηκε αρκετά χρόνια πριν, συνοπτικά, από τον Γιώργο Καραβασίλη. Βλ. Γιώργος Καραβασίλης, «Μαρία Ζάμπα. Μια αγνοημένη ερωτική ποιήτρια», ό.π.
Βιογραφικές πληροφορίες για τη Μαρία Ζάμπα βλ: «Ζάμπα Μαρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα), ό.π., σ. 571· Αθηνά Ταρσούλη, «Μαρία Ζάμπα», Ελληνίδες ποιήτριες 1857-1940, ό.π., σσ. 129-137· Γιώργος Καραβασίλης, «Μαρία Ζάμπα. Μια αγνοημένη ερωτική ποιήτρια», ό.π., 61 και [Συλλογικό], Τα ωραιότερα ποιήματα για τη μάνα, Ανθολόγηση Θανάσης Α. Καστανιώτης και Θανάσης Θ. Νιάρχος, εκδ. Καστανιώτη 52007, σ. 292.
Παραφράζοντας τα λεγόμενα της Σοφίας Ντενίση στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα χάρη στη συμβολή της Καλλιρρόης Παρρέν και του κύκλου της, μέσω της Εφημερίδας των Κυριών, διεκδικείται η καθολική μόρφωση των κοριτσιών και το δικαίωμά τους στην εργασία στο πλαίσιο της βελτίωσης της γυναικείας κοινωνικής θέσης. Βλ. Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, ό.π., σ. 56.
Για το φεμινιστικό κίνημα βλ: Σιμόν ντε Μπωβουάρ, Το δεύτερο φύλο, Μετάφραση Κυριάκου Σιμόπουλου, Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1979· Έφη Αβδελά και Αγγέλικα Ψαρρά, Ο φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Μια ανθολογία, Γνώση, Αθήνα 1985· Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή, ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Θεμέλιο 19875· Κούλα Ξηραδάκη, Το Φεμινιστικό Κίνημα στην Ελλάδα. ΠρωτοπόρεςΕλληνίδες, 1830-1936, εκδ. Γλάρος 1988· Maggie Humm, The Dictionary Of Feminist Theory, Harvester Wheatsheaf, Nέα Yόρκη, Λονδίνο, Toρόντo, 1989· Mill, John Stuart, The Subjection Of Women, The Massachusetts Institute Of Technology Press, Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη 1995· Λάμπρος Μάλαμας, «Η αξία της γυναίκας και το φεμινιστικό κίνημα: (στην Ευρώπη και στην Ελλάδα)», Ελεύθεροπνεύμα, Αθήνα 1998· Maria Kyriakidou, The Feminist Movement In Greece (c.1910-c.1936): From Genter To Feminist Consciousness And Politicization, Doctoral Thesis, Λονδίνο 1999· Ελένη Βαρίκα, ΗΕξέγερσητωνΚυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα 1833-1907, Κατάρτι, Αθήνα 2004 και Αικατερίνη Δαλακούρα και Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου, Η εκπαίδευση των γυναικών-Oι γυναίκες στην εκπαίδευση (18ος-20ός αι.). Κοινωνικοί, ιδεολογικοί, εκπαιδευτικοί μετασχηματισμοί και η γυναικεία παρέμβαση, Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, Αθήνα 2015.
Βλ. «Ζάμπα Μαρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα), ό.π., σ. 571.
Βλ. Πέρσα Αποστολή, «Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα (περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940): Η περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου», στο Σοφία Ντενίση, Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940, ό.π., σ. 236.
Βλ. Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π., σ. 589.
Βλ. υποσημειώσεις 69-82. Εξαίρεση αποτελεί το ποίημα «Κομπολόϊ» το οποίο εντόπισα στο περιοδικό Πυρσός [βλ. Μαρία Ζάμπα, «Κομπολόι», Πυρσός, τχ. 19-20 (1919) 125] αλλά περιλαμβάνεται στα Τραγούδια μου. Βλ. υποσημείωση 24. Αυτή η αναφορά τονίζει κυρίως τη συνεργασία της Μαρίας Ζάμπα με αυτό το περιοδικό, η οποία δεν έχει επισημανθεί από τους μελετητές.
Βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Σε μια μου φίλη», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, αριθμός 12, τχ. 2 (15 Οκτωβρίου 1911) 31· Μαρία Ε. Ζάμπα, «Δάκρυα», «Κι εσύ!», «Στις ιτιές», «Στο κοιμητήριο», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, Αριθμός 12, τχ. 12 (15 Μαρτίου 1912) 188 και Μαρία Ε. Ζάμπα, «Γλυκειά η ζωή…», «Μελλοθάνατη», «Νιόβη», Ηλιοβασίλεμμα», «Στη σελήνη», Πινακοθήκη, τχ. 153 (Νοέμβριος 1913) 138.
Ούτε στη μελέτη του Ντελόπουλου γίνεται αναφορά για τη χρήση ψευδώνυμου από τη Μαρία Ζάμπα. Βλ. Κυριάκος Ντελόπουλος, Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα, 1800-2004, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 32005.
Αντιπροσωπευτική είναι η περίπτωση της Ελένης Ουράνη, η οποία υπέγραφε ως Άλκης Θρύλος.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, χ.χ., Αθήνα 1924.
Βλ. Ό.π: «Παρθένα», σ. 13.
Βλ. Ό.π: «Μάνα», σ. 14. Το συγκεκριμένο ποίημα εντοπίζεται και στο συλλογικό τόμο: Τα ωραιότερα ποιήματα για τη μάνα, ό.π., σ. 70.
Βλ. Ό.π: «Σε μια μου φίλη», σ. 4.
Βλ. Ό.π: «Φύλλα», σ. 25.
Βλ. Ό.π: «Ζωή», σ. 42.
Βλ. Ό.π: «Σε τρεις νύχτες», σσ. 62-71.
Βλ. Ό.π: «Χαμόγελα», σ. 21.
Βλ. Ό.π: «Στο Χριστό», σ. 25.
Βλ. Ό.π: «Φύλλα» και «Νιόβη», σ. 56.
Βλ. υποσημείωση 24.
Για το λογοτεχνικό ρεύμα του ρομαντισμού βλ. ενδεικτικά Lilian R. Furst, Ρομαντισμός. Η γλώσσα της κριτικής, μετάφραση Ιουλιέττα Ράλλη-Καίτη Χατζηδήμου, Ερμής 1974· Κ.Θ. Δημαράς, Ελληνικός ρωμαντισμός, Ερμής 1985· David Blayney Brown, Ρομαντισμός, Καστανιώτη 2004· Αλέξης Πολίτης, Η ρομαντική λογοτεχνία στο εθνικό κράτος, 1830-1880: ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, πνευματική κίνηση, αναγνώστες, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2017 και David Duff, Ο ρομαντισμός και οι χρήσεις του είδους, Gutenberg 2022.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, ό.π: «Φεγγάρια», σσ. 58-61.
Βλ. Ό.π: «Φειδίας», σ. 16. Για το ελληνικό σονέτο βλ. Μαρία Αθανασοπούλου, Το ελληνικό σονέτο (1895-1936): μια μελέτη ποιητικής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2011.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, ό.π: «Καράβια», σ. 5 και «Στη νίκη του Παιωνίου», σ. 24, αντίστοιχα.
Για το λογοτεχνικό ρεύμα του συμβολισμού βλ. ολόκληρο το αφιέρωμα της Νέας Εστίας, Ο συμβολισμός, στον εορταστικό τόμο των Χριστουγέννων του 1953, τχ. 635. Για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τη σημασία και το περιεχόμενο του λογοτεχνικού ρεύματος του συμβολισμού, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την έλευση του ελευθερωμένου στίχου βλ. ενδεικτικά: Anna Ballakian, TheSymbolistMovement. A Critical Appraisal, New York University, Nέα Υόρκη 1967· Kenneth Cornell, The Symbolist Movement, Archon Books, Hamden 1970, σ. 40· Peyre Henri, Qu’est-ce que le symbolisme?, Presses Universitaires de France, Παρίσι 1974 και Charles Chadwick, Συμβολισμός. Η γλώσσα της κριτικής, μετάφραση Στέλλα Αλεξοπούλου, Ερμής 21989.
Βλ. Ό.π., «Μαντόνες», σ. 12. Σύμφωνα μάλιστα με τον Κάρολο Μητσάκη, η Μαρία Ζάμπα συγκαταλέγεται στις ποιήτριες τις περιόδου οι οποίες πλούτισαν την ελληνική σονετογραφία με ποιητική τους ευαισθησία. Βλ. Κ. Μητσάκη, Ο πετραρχισμός στην Ελλάδα. Ανθολογία ελληνικού σονέτου, χ.έ, Αθήνα 1978, σ. ΧΙΙΙ.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, ό.π., «Ύστερα από τη βροχή», σ. 28.
Βλ. Ό.π., «Την άνοιξη στο κοιμητήρι», σ. 29.
Εξαιρέσεις οι οποίες επιβεβαιώνουν τον κανόνα αποτελούν οι μελετήτριες Νίνα (Ματρώνα) Παλαιού και Όλγα Χατζηβογιατζή, οι οποίες σχολιάζουν επιγραμματικά το μετρικό χαρακτήρα ορισμένων ποιητικών έργων (πρωτοτύπων και μεταφράσεων) της Μαρίας Ζάμπα. Βλ. Νίνα (Ματρώνα) Παλαιού, «Η συνείδηση του φύλου στην πεζογραφία όπως παρουσιάζεται στα περιοδικά λόγου και τέχνης (1900-1922): Παραδειγματικές περιπτώσεις», στο Σοφία Ντενίση, Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940, ό.π., σ. 260 και Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π., σ. 297, σ. 355 και σ. 403.
Βλ. Ό.π: «Στη μοναξιά», σσ. 34-35 και «Ο θάνατος του νέου ποιητή», σ. 39.
Βλ. Ό.π., «Μην περιμένης…», σσ. 30-31.
Βλ. Ό.π., «Στη μοναξιά», σσ. 34-35.
Βλ. Ό.π., «Ο ποιητής», σσ. 37-38.
Βλ. Ό.π., «Μάταια», σ. 46.
Βλ. Ό.π., «Ικέτιδα», σσ. 44-45.
Βλ. Ό.π., «Σαν Κυπαρίσσια», σ. 53.
Βλ. Ό.π., «Γιασεμιά», σσ. 50-51.
Βλ. Ό.π., «Πάντα!», σσ. 59-60.
Βλ. Ό.π., «Βρέχει», σσ. 63-65.
Βλ. Ό.π., «Το σπίτι μας», σσ. 61-63.
Για τη μελέτη της ιστορίας και των μορφών του ελευθερωμένου στίχου στη νεοελληνική ποίηση συμπεριλαμβανομένου και του ποιητικού έργου της Μαρίας Ζάμπα βλ. Γιώργος Β. Χορταριάς, Συμβολή στη μελέτη της ιστορίας και των μορφών του ελευθερωμένου στίχου στη νεοελληνική ποίηση (1884-1930), [διδακτορική διατριβή], Πανεπιστήμιο Πατρών, Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Σπουδών, Τμήμα Φιλολογίας, Πάτρα 2023.
Λανθάνοντες ποιητικούς θησαυρούς και άλλων λογοτεχνών, όπως του Κώστα Βάρναλη, συναντούμε κατά καιρούς στον περιοδικό Τύπο. Βλ. Γ. Χορταριάς, «Μετρικές σκέψεις σε δύο δυσεύρετα ποιήματα του Κώστα Βάρναλη», Σταφυλή, τχ. 4 (Απρίλιος 2023) 57-74.
Βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Στη Βασίλισσά μας», Πινακοθήκη, τχ. 159 (1913) 32. Το συγκεκριμένο ποίημα το εντόπισα και στη μελέτη της Νίνας (Ματρώνας) Παλαιού. Βλ. «Η συνείδηση του φύλου στην πεζογραφία όπως παρουσιάζεται στα περιοδικά λόγου και τέχνης (1900-1922): Παραδειγματικές περιπτώσεις», ό.π., σ. 260.
Για το πεζό ποίημα βλ. Άννα Κατσιγιάννη, Το πεζό ποίημα στη νεοελληνική γραμματεία. Γενεαλογία, διαμόρφωση και εξέλιξη του είδους (από τις αρχές ώς το 1930), [διατριβή επί διδακτορία], ΑΠΘ, Τμήμα Φιλολογίας, Θεσσαλονίκη 2001. Για τα πεζά ποιήματα της Μαρίας Ζάμπα βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Πεζά ποιήματα», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, τχ. 19-20 (1-15 Ιουλίου 1912) 308 και Μαρία Ε. Ζάμπα, «Πεζά ποιήματα», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, τχ. 22 (15 Αυγούστου 1912) 349.
Βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Πεζά ποιήματα», ό.π.
Βλ. Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π., σ. 565 και σ. 589: Ανυπόγραφο, «Η εκδίκησις της σουλτανοπούλας», Μπουκέτο, τχ. 127, τόμ. 3ος, έτος Γ΄, (1926) 733· Ζ. Ραμώ, «Λευκά Δάκρυα», Μπουκέτο, τχ. 127, τόμ. 3ος, έτος Γ΄, (1926) 733· U. Land, «Η κατάρα του τραγουδιστή», Μπουκέτο, τχ. 133, τομ. 3ος, έτος Γ΄, (1926) 856· S. Prudhomme, «Ο γαλαξίας», Μπουκέτο, τχ. 458, τόμ. 9ος, (1932) 1665 και Ρ. Ρονστάν, «Παρθένα», Μπουκέτο, τχ. 641, τομ. 13ος, Έτος 13ο, περ. β΄, (1936) 60. Δεν αποκλείεται μάλιστα πολλά ακόμη ποιήματά της να παραμένουν αθησαύριστα στον Τύπο της εποχής.
Για το μεταφραστικό «πρόβλημα», βλ. Νάσος Βαγενάς, «Η μετάφραση ως πρωτότυπο», Ποίηση και Μετάφραση, Στιγμή 1989, σσ. 18-19· Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Η τέχνη του στίχου, επιμέλεια Calin-Andrei Mihailescu, μτφρ. Μαρία Τόμπρου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2006, σ. 85 και Κατερίνα Κωστίου, «Όταν το κείμενο αντιστέκεται. Για τη μετάφραση της ποίησης», Ζητήματα Νεοελληνικής Φιλολογίας, Μετρικά, Υφολογικά, Κριτικά, Μεταφραστικά, Πρακτικά ΙΔ΄ Επιστημονικής Συνάντησης Τομέα Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών 27-30 Μαρτίου 2014, Μνήμη Ξ.Α. Κοκόλη, Θεσσαλονίκη 2016, σσ. 533-549.
Βλ. Βίκτωρ Ουγκώ, Ο άνθρωπος που γελάει, τ. Α΄, μετάφραση Μαρία Ζάμπα, Εκδόσεις DeAgostiniHellas, Αθήνα 2000. Ο δεύτερος τόμος μεταφράστηκε από την Μαρία Δεληγιάννη. Βλ. Βίκτωρ Ουγκώ, Ο άνθρωπος που γελάει, τ. Β΄, μετάφραση Μαρία Δεληγιάννη, Εκδόσεις DeAgostiniHellas, Αθήνα 2000.
Βλ. Victor Hugo, L'Homme qui rit, tome premier-quatre, Librairie internationale, A. Lacroix, Verboeckhoven & Cie Éditeurs, Παρίσι 1869. Μάλιστα στο προλογικό σημείωμα της μετάφρασης δηλώνεται ότι «Ο πραγματικός τίτλος αυτού του βιβλίου θα μπορούσε να ήταν Αριστοκρατία. Ένα άλλο βιβλίο που θ’ ακολουθήσει, ίσως έχει τίτλο Μοναρχία. Και αυτά τα δύο βιβλία, αν καταφέρει ο συγγραφέας να ολοκληρώσει το έργο του, προηγούνται και θα οδηγήσουν σ’ ένα επόμενο που θα έχει τον τίτλο: 1793», σ. 7.
Βλ. Κ.Γ. Κασίνης, Βιβλιογραφία των ελληνικών μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας ΙΘ΄-Κ΄ αιώνα. Αυτοτελείς εκδόσεις, τ. Α΄ και τ. Β΄, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων, Αθήνα 2006.
Βίκτωρος Ουγκώ, Ο γελών άνθρωπος. Μετάφρασις Α. Βαμπά. Τόμος Πρώτος Αθήνησι, Περρής και Βαμπάς, Εκδόται, Επί της οδού Ερμού, 1869 στο Κ.Γ. Κασίνης, Βιβλιογραφία των ελληνικών μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας ΙΘ΄-Κ΄ αιώνα. Αυτοτελείς Εκδόσεις, τ. Α΄, ό.π., σ. 289.
Βλ. Σ.Ν. Βασιλειάδη (Δικηγόρου), Αττικαί νύκτες IV. Τα Άπαντα. Έργα πεζά (Διηγήματα, Ανάμικτα, Επιφυλλίδες, Καλλιτεχνία, Λόγοι, Κριτικά), Εκ του Τυπογραφείου της Ενώσεως, Εν Αθήναις 1885, σσ. 432-434.
Βλ. Βίκτωρ Ουγκώ, Ο άνθρωπος που γελάει, τ. Α΄, ό.π.
Για τη γυναικεία παρουσία στα νεοελληνικά γράμματα βλ. Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, ό.π.
Για την πνευματική συγγένεια Βίκτωρος Ουγκό και Κωστή Παλαμά βλ. Αλεξάνδρα Σαμουήλ, Ο Παλαμάς και η κρίση του στίχου, Νεφέλη 2007.
Από την έρευνά μου στις Ιστορίες της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, στα Λεξικά, στις Εγκυκλοπαίδειες σε μονογραφίες και σε σύμμικτα έργα, τα οποία αποτελούν το πρώτο σημείο αναφοράς για τους ερευνητές-μελετητές οι αυτόνομες αναφορές στη Μαρία Ζάμπα είναι φειδωλές. Το όνομά της απουσιάζει από τα βασικά εγχειρίδια Ελλήνων και ξένων ερευνητών-μελετητών. Ενδεικτικά παραθέτω: Μάριο Βίττι, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Οδυσσέας 2003 και Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΜIET 142004.
Βλ. Φ. Γιοφύλλης, «Η συμβολή της γυναίκας στη Νεοελληνική Λογοτεχνία», Θεσσαλικά Γράμματα, Έτος Α΄, τχ. 2 (1/2/1935) 2.
Ονόματα λογοτεχνών των οποίων η λογοτεχνική τους συνεισφορά στα νεοελληνικά γράμματα δεν έχει αναδειχθεί ακόμη επαρκώς παρατίθενται κατά αλφαβητική σειρά στη διδακτορική διατριβή της Όλγας Χατζηβογιατζή Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, [Διδακτορική Διατριβή], ΕΚΠΑ, Αθήνα 2018, σσ. 577-623.
Για την επίδραση που άσκησε η γαλλική λογοτεχνία στα νεοελληνικά γράμματα βλ. ενδεικτικά Ευάγγελου Ν. Μόσχου, «Γαλλικές επιδράσεις στα νεοελληνικά γράμματα», Νέα Εστία, τχ. 1451 (Δεκέμβριος 1987) 85-88 και Τέλλος Άγρας, «Κ.Γ. Καρυωτάκης», Κριτικά, Ποιητικά πρόσωπα και κείμενα, τ. Β΄, φιλολογική επιμέλεια Κώστας Στεργιόπουλος, Ερμής 1981, σ. 242.
Για την εκπαίδευση, τη συγγραφική δραστηριότητα και τη συνεργασία των γυναικών με τον Τύπο, στην Ελλάδα του 19ου αιώνα βλ. Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, Νεφέλη 2014.
Το μεταφραστικό έργο της Μαρίας Ζάμπα, από την έως σήμερα έρευνά μου, είχε επισημανθεί από του μελετητές και συγκεκριμένα από την Όλγα Χατζηβογιατζή μονομερώς. Βλ. Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π. Εξετάζεται, δηλαδή, μόνο ως προς την ποιητική απόδοση των ξένων ομότεχνών της στην ελληνική γλώσσα. Η μεταφραστική της όμως προσφορά στην πεζογραφία, την οποία θα εξετάσουμε παρακάτω, παραλείπεται.
«Ζάμπα Μαρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα), τ. 6, Χάρη Πάτση, Αθήνα χ.χ., σ. 571· Φ. Γιοφύλλης, «Η συμβολή της γυναίκας στη Νεοελληνική Λογοτεχνία», ό.π.· Αθηνά Ταρσούλη, «Μαρία Ζάμπα», Ελληνίδες ποιήτριες 1857-1940, χ.έ., Αθήνα 1951, σσ. 129-137· Γιώργος Καραβασίλης, «Μαρία Ζάμπα. Μια αγνοημένη ερωτική ποιήτρια», Η λέξη, τχ. 61 (1987) 61-62· Σοφία Ντενίση, Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940, Εκδόσεις Gutenberg 2008, σ. 236, σ. 260 και Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π.
Η ανάγκη της περαιτέρω ανίχνευσης και της ανθολόγησης του έργου της Μαρίας Ζάμπα διατυπώθηκε αρκετά χρόνια πριν, συνοπτικά, από τον Γιώργο Καραβασίλη. Βλ. Γιώργος Καραβασίλης, «Μαρία Ζάμπα. Μια αγνοημένη ερωτική ποιήτρια», ό.π.
Βιογραφικές πληροφορίες για τη Μαρία Ζάμπα βλ: «Ζάμπα Μαρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα), ό.π., σ. 571· Αθηνά Ταρσούλη, «Μαρία Ζάμπα», Ελληνίδες ποιήτριες 1857-1940, ό.π., σσ. 129-137· Γιώργος Καραβασίλης, «Μαρία Ζάμπα. Μια αγνοημένη ερωτική ποιήτρια», ό.π., 61 και [Συλλογικό], Τα ωραιότερα ποιήματα για τη μάνα, Ανθολόγηση Θανάσης Α. Καστανιώτης και Θανάσης Θ. Νιάρχος, εκδ. Καστανιώτη 52007, σ. 292.
Παραφράζοντας τα λεγόμενα της Σοφίας Ντενίση στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα χάρη στη συμβολή της Καλλιρρόης Παρρέν και του κύκλου της, μέσω της Εφημερίδας των Κυριών, διεκδικείται η καθολική μόρφωση των κοριτσιών και το δικαίωμά τους στην εργασία στο πλαίσιο της βελτίωσης της γυναικείας κοινωνικής θέσης. Βλ. Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, ό.π., σ. 56.
Για το φεμινιστικό κίνημα βλ: Σιμόν ντε Μπωβουάρ, Το δεύτερο φύλο, Μετάφραση Κυριάκου Σιμόπουλου, Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1979· Έφη Αβδελά και Αγγέλικα Ψαρρά, Ο φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Μια ανθολογία, Γνώση, Αθήνα 1985· Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή, ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Θεμέλιο 19875· Κούλα Ξηραδάκη, Το Φεμινιστικό Κίνημα στην Ελλάδα. Πρωτοπόρες Ελληνίδες, 1830-1936, εκδ. Γλάρος 1988· Maggie Humm, The Dictionary Of Feminist Theory, Harvester Wheatsheaf, Nέα Yόρκη, Λονδίνο, Toρόντo, 1989· Mill, John Stuart, The Subjection Of Women, The Massachusetts Institute Of Technology Press, Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη 1995· Λάμπρος Μάλαμας, «Η αξία της γυναίκας και το φεμινιστικό κίνημα: (στην Ευρώπη και στην Ελλάδα)», Ελεύθερο πνεύμα, Αθήνα 1998· Maria Kyriakidou, The Feminist Movement In Greece (c.1910-c.1936): From Genter To Feminist Consciousness And Politicization, Doctoral Thesis, Λονδίνο 1999· Ελένη Βαρίκα, Η Εξέγερση των Κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα 1833-1907, Κατάρτι, Αθήνα 2004 και Αικατερίνη Δαλακούρα και Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου, Η εκπαίδευση των γυναικών-Oι γυναίκες στην εκπαίδευση (18ος-20ός αι.). Κοινωνικοί, ιδεολογικοί, εκπαιδευτικοί μετασχηματισμοί και η γυναικεία παρέμβαση, Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, Αθήνα 2015.
Βλ. «Ζάμπα Μαρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα), ό.π., σ. 571.
Βλ. Πέρσα Αποστολή, «Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα (περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940): Η περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου», στο Σοφία Ντενίση, Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940, ό.π., σ. 236.
Βλ. Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π., σ. 589.
Βλ. υποσημειώσεις 69-82. Εξαίρεση αποτελεί το ποίημα «Κομπολόϊ» το οποίο εντόπισα στο περιοδικό Πυρσός [βλ. Μαρία Ζάμπα, «Κομπολόι», Πυρσός, τχ. 19-20 (1919) 125] αλλά περιλαμβάνεται στα Τραγούδια μου. Βλ. υποσημείωση 24. Αυτή η αναφορά τονίζει κυρίως τη συνεργασία της Μαρίας Ζάμπα με αυτό το περιοδικό, η οποία δεν έχει επισημανθεί από τους μελετητές.
Βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Σε μια μου φίλη», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, αριθμός 12, τχ. 2 (15 Οκτωβρίου 1911) 31· Μαρία Ε. Ζάμπα, «Δάκρυα», «Κι εσύ!», «Στις ιτιές», «Στο κοιμητήριο», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, Αριθμός 12, τχ. 12 (15 Μαρτίου 1912) 188 και Μαρία Ε. Ζάμπα, «Γλυκειά η ζωή…», «Μελλοθάνατη», «Νιόβη», Ηλιοβασίλεμμα», «Στη σελήνη», Πινακοθήκη, τχ. 153 (Νοέμβριος 1913) 138.
Ούτε στη μελέτη του Ντελόπουλου γίνεται αναφορά για τη χρήση ψευδώνυμου από τη Μαρία Ζάμπα. Βλ. Κυριάκος Ντελόπουλος, Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα, 1800-2004, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 32005.
Αντιπροσωπευτική είναι η περίπτωση της Ελένης Ουράνη, η οποία υπέγραφε ως Άλκης Θρύλος.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, χ.χ., Αθήνα 1924.
Βλ. Ό.π: «Παρθένα», σ. 13.
Βλ. Ό.π: «Μάνα», σ. 14. Το συγκεκριμένο ποίημα εντοπίζεται και στο συλλογικό τόμο: Τα ωραιότερα ποιήματα για τη μάνα, ό.π., σ. 70.
Βλ. Ό.π: «Σε μια μου φίλη», σ. 4.
Βλ. Ό.π: «Φύλλα», σ. 25.
Βλ. Ό.π: «Ζωή», σ. 42.
Βλ. Ό.π: «Σε τρεις νύχτες», σσ. 62-71.
Βλ. Ό.π: «Χαμόγελα», σ. 21.
Βλ. Ό.π: «Στο Χριστό», σ. 25.
Βλ. Ό.π: «Φύλλα» και «Νιόβη», σ. 56.
Βλ. υποσημείωση 24.
Για το λογοτεχνικό ρεύμα του ρομαντισμού βλ. ενδεικτικά Lilian R. Furst, Ρομαντισμός. Η γλώσσα της κριτικής, μετάφραση Ιουλιέττα Ράλλη-Καίτη Χατζηδήμου, Ερμής 1974· Κ.Θ. Δημαράς, Ελληνικός ρωμαντισμός, Ερμής 1985· David Blayney Brown, Ρομαντισμός, Καστανιώτη 2004· Αλέξης Πολίτης, Η ρομαντική λογοτεχνία στο εθνικό κράτος, 1830-1880: ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, πνευματική κίνηση, αναγνώστες, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2017 και David Duff, Ο ρομαντισμός και οι χρήσεις του είδους, Gutenberg 2022.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, ό.π: «Φεγγάρια», σσ. 58-61.
Βλ. Ό.π: «Φειδίας», σ. 16. Για το ελληνικό σονέτο βλ. Μαρία Αθανασοπούλου, Το ελληνικό σονέτο (1895-1936): μια μελέτη ποιητικής, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2011.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, ό.π: «Καράβια», σ. 5 και «Στη νίκη του Παιωνίου», σ. 24, αντίστοιχα.
Για το λογοτεχνικό ρεύμα του συμβολισμού βλ. ολόκληρο το αφιέρωμα της Νέας Εστίας, Ο συμβολισμός, στον εορταστικό τόμο των Χριστουγέννων του 1953, τχ. 635. Για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τη σημασία και το περιεχόμενο του λογοτεχνικού ρεύματος του συμβολισμού, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την έλευση του ελευθερωμένου στίχου βλ. ενδεικτικά: Anna Ballakian, The Symbolist Movement. A Critical Appraisal, New York University, Nέα Υόρκη 1967· Kenneth Cornell, The Symbolist Movement, Archon Books, Hamden 1970, σ. 40· Peyre Henri, Qu’est-ce que le symbolisme?, Presses Universitaires de France, Παρίσι 1974 και Charles Chadwick, Συμβολισμός. Η γλώσσα της κριτικής, μετάφραση Στέλλα Αλεξοπούλου, Ερμής 21989.
Βλ. Ό.π., «Μαντόνες», σ. 12. Σύμφωνα μάλιστα με τον Κάρολο Μητσάκη, η Μαρία Ζάμπα συγκαταλέγεται στις ποιήτριες τις περιόδου οι οποίες πλούτισαν την ελληνική σονετογραφία με ποιητική τους ευαισθησία. Βλ. Κ. Μητσάκη, Ο πετραρχισμός στην Ελλάδα. Ανθολογία ελληνικού σονέτου, χ.έ, Αθήνα 1978, σ. ΧΙΙΙ.
Βλ. Μαρία Ζάμπα, Τα τραγούδια μου, ό.π., «Ύστερα από τη βροχή», σ. 28.
Βλ. Ό.π., «Την άνοιξη στο κοιμητήρι», σ. 29.
Εξαιρέσεις οι οποίες επιβεβαιώνουν τον κανόνα αποτελούν οι μελετήτριες Νίνα (Ματρώνα) Παλαιού και Όλγα Χατζηβογιατζή, οι οποίες σχολιάζουν επιγραμματικά το μετρικό χαρακτήρα ορισμένων ποιητικών έργων (πρωτοτύπων και μεταφράσεων) της Μαρίας Ζάμπα. Βλ. Νίνα (Ματρώνα) Παλαιού, «Η συνείδηση του φύλου στην πεζογραφία όπως παρουσιάζεται στα περιοδικά λόγου και τέχνης (1900-1922): Παραδειγματικές περιπτώσεις», στο Σοφία Ντενίση, Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης 1900-1940, ό.π., σ. 260 και Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π., σ. 297, σ. 355 και σ. 403.
Βλ. Ό.π: «Στη μοναξιά», σσ. 34-35 και «Ο θάνατος του νέου ποιητή», σ. 39.
Βλ. Ό.π., «Μην περιμένης…», σσ. 30-31.
Βλ. Ό.π., «Στη μοναξιά», σσ. 34-35.
Βλ. Ό.π., «Ο ποιητής», σσ. 37-38.
Βλ. Ό.π., «Μάταια», σ. 46.
Βλ. Ό.π., «Ικέτιδα», σσ. 44-45.
Βλ. Ό.π., «Σαν Κυπαρίσσια», σ. 53.
Βλ. Ό.π., «Γιασεμιά», σσ. 50-51.
Βλ. Ό.π., «Πάντα!», σσ. 59-60.
Βλ. Ό.π., «Βρέχει», σσ. 63-65.
Βλ. Ό.π., «Το σπίτι μας», σσ. 61-63.
Για τη μελέτη της ιστορίας και των μορφών του ελευθερωμένου στίχου στη νεοελληνική ποίηση συμπεριλαμβανομένου και του ποιητικού έργου της Μαρίας Ζάμπα βλ. Γιώργος Β. Χορταριάς, Συμβολή στη μελέτη της ιστορίας και των μορφών του ελευθερωμένου στίχου στη νεοελληνική ποίηση (1884-1930), [διδακτορική διατριβή], Πανεπιστήμιο Πατρών, Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Σπουδών, Τμήμα Φιλολογίας, Πάτρα 2023.
Λανθάνοντες ποιητικούς θησαυρούς και άλλων λογοτεχνών, όπως του Κώστα Βάρναλη, συναντούμε κατά καιρούς στον περιοδικό Τύπο. Βλ. Γ. Χορταριάς, «Μετρικές σκέψεις σε δύο δυσεύρετα ποιήματα του Κώστα Βάρναλη», Σταφυλή, τχ. 4 (Απρίλιος 2023) 57-74.
Βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Στη Βασίλισσά μας», Πινακοθήκη, τχ. 159 (1913) 32. Το συγκεκριμένο ποίημα το εντόπισα και στη μελέτη της Νίνας (Ματρώνας) Παλαιού. Βλ. «Η συνείδηση του φύλου στην πεζογραφία όπως παρουσιάζεται στα περιοδικά λόγου και τέχνης (1900-1922): Παραδειγματικές περιπτώσεις», ό.π., σ. 260.
Για το πεζό ποίημα βλ. Άννα Κατσιγιάννη, Το πεζό ποίημα στη νεοελληνική γραμματεία. Γενεαλογία, διαμόρφωση και εξέλιξη του είδους (από τις αρχές ώς το 1930), [διατριβή επί διδακτορία], ΑΠΘ, Τμήμα Φιλολογίας, Θεσσαλονίκη 2001. Για τα πεζά ποιήματα της Μαρίας Ζάμπα βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Πεζά ποιήματα», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, τχ. 19-20 (1-15 Ιουλίου 1912) 308 και Μαρία Ε. Ζάμπα, «Πεζά ποιήματα», Αιολικός Αστήρ, έτος Α΄, τχ. 22 (15 Αυγούστου 1912) 349.
Βλ. Μαρία Ε. Ζάμπα, «Πεζά ποιήματα», ό.π.
Βλ. Όλγα Λ. Χατζηβογιατζή, Αναζητώντας τη γυναικεία ποίηση στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μια καταγραφή της εργογραφίας αλλά και της κριτικής πρόσληψης των Ελληνίδων ποιητριών, ό.π., σ. 565 και σ. 589: Ανυπόγραφο, «Η εκδίκησις της σουλτανοπούλας», Μπουκέτο, τχ. 127, τόμ. 3ος, έτος Γ΄, (1926) 733· Ζ. Ραμώ, «Λευκά Δάκρυα», Μπουκέτο, τχ. 127, τόμ. 3ος, έτος Γ΄, (1926) 733· U. Land, «Η κατάρα του τραγουδιστή», Μπουκέτο, τχ. 133, τομ. 3ος, έτος Γ΄, (1926) 856· S. Prudhomme, «Ο γαλαξίας», Μπουκέτο, τχ. 458, τόμ. 9ος, (1932) 1665 και Ρ. Ρονστάν, «Παρθένα», Μπουκέτο, τχ. 641, τομ. 13ος, Έτος 13ο, περ. β΄, (1936) 60. Δεν αποκλείεται μάλιστα πολλά ακόμη ποιήματά της να παραμένουν αθησαύριστα στον Τύπο της εποχής.
Για το μεταφραστικό «πρόβλημα», βλ. Νάσος Βαγενάς, «Η μετάφραση ως πρωτότυπο», Ποίηση και Μετάφραση, Στιγμή 1989, σσ. 18-19· Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Η τέχνη του στίχου, επιμέλεια Calin-Andrei Mihailescu, μτφρ. Μαρία Τόμπρου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2006, σ. 85 και Κατερίνα Κωστίου, «Όταν το κείμενο αντιστέκεται. Για τη μετάφραση της ποίησης», Ζητήματα Νεοελληνικής Φιλολογίας, Μετρικά, Υφολογικά, Κριτικά, Μεταφραστικά, Πρακτικά ΙΔ΄ Επιστημονικής Συνάντησης Τομέα Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών 27-30 Μαρτίου 2014, Μνήμη Ξ.Α. Κοκόλη, Θεσσαλονίκη 2016, σσ. 533-549.
Βλ. Βίκτωρ Ουγκώ, Ο άνθρωπος που γελάει, τ. Α΄, μετάφραση Μαρία Ζάμπα, Εκδόσεις DeAgostini Hellas, Αθήνα 2000. Ο δεύτερος τόμος μεταφράστηκε από την Μαρία Δεληγιάννη. Βλ. Βίκτωρ Ουγκώ, Ο άνθρωπος που γελάει, τ. Β΄, μετάφραση Μαρία Δεληγιάννη, Εκδόσεις DeAgostini Hellas, Αθήνα 2000.
Βλ. Victor Hugo, L'Homme qui rit, tome premier-quatre, Librairie internationale, A. Lacroix, Verboeckhoven & Cie Éditeurs, Παρίσι 1869. Μάλιστα στο προλογικό σημείωμα της μετάφρασης δηλώνεται ότι «Ο πραγματικός τίτλος αυτού του βιβλίου θα μπορούσε να ήταν Αριστοκρατία. Ένα άλλο βιβλίο που θ’ ακολουθήσει, ίσως έχει τίτλο Μοναρχία. Και αυτά τα δύο βιβλία, αν καταφέρει ο συγγραφέας να ολοκληρώσει το έργο του, προηγούνται και θα οδηγήσουν σ’ ένα επόμενο που θα έχει τον τίτλο: 1793», σ. 7.
Βλ. Κ.Γ. Κασίνης, Βιβλιογραφία των ελληνικών μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας ΙΘ΄-Κ΄ αιώνα. Αυτοτελείς εκδόσεις, τ. Α΄ και τ. Β΄, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων, Αθήνα 2006.
Βίκτωρος Ουγκώ, Ο γελών άνθρωπος. Μετάφρασις Α. Βαμπά. Τόμος Πρώτος Αθήνησι, Περρής και Βαμπάς, Εκδόται, Επί της οδού Ερμού, 1869 στο Κ.Γ. Κασίνης, Βιβλιογραφία των ελληνικών μεταφράσεων της ξένης λογοτεχνίας ΙΘ΄-Κ΄ αιώνα. Αυτοτελείς Εκδόσεις, τ. Α΄, ό.π., σ. 289.
Βλ. Σ.Ν. Βασιλειάδη (Δικηγόρου), Αττικαί νύκτες IV. Τα Άπαντα. Έργα πεζά (Διηγήματα, Ανάμικτα, Επιφυλλίδες, Καλλιτεχνία, Λόγοι, Κριτικά), Εκ του Τυπογραφείου της Ενώσεως, Εν Αθήναις 1885, σσ. 432-434.
Βλ. Βίκτωρ Ουγκώ, Ο άνθρωπος που γελάει, τ. Α΄, ό.π.
Για τη γυναικεία παρουσία στα νεοελληνικά γράμματα βλ. Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, ό.π.
Για την πνευματική συγγένεια Βίκτωρος Ουγκό και Κωστή Παλαμά βλ. Αλεξάνδρα Σαμουήλ, Ο Παλαμάς και η κρίση του στίχου, Νεφέλη 2007.