Η Αντιγόνη, λογοτεχνική ηρωίδα και όχι μυθολογική –πηγάζει από τη δημιουργικότητα του Σοφοκλή–, η πολυσημία της ξεπερνά τη μυθική της υπόσταση, ενώ, με εμπνευσμένη ανάγνωση, προσωπική, κυρίως ομαδική πάνω σε σκηνή, μετουσιώνεται σε απαράμιλλο μύθο, ηρωίδα με τις δύο έννοιες της λέξης – γενναία και πρωταγωνίστρια της θεατρικής δράσης. Μια γυναίκα ανάγεται για πρώτη φορά στην ιστορία των γραμμάτων σε σύμβολο της ανθρωπότητας, πιο δυνατή από όλους τους ήρωες της τραγωδίας στην οποία κληροδοτεί το όνομά της. Στην έξοχη ποιητική σύνθεση της Μαρίας Λάτσαρη, Εμείς η Αντιγόνη, υπάρχουν πολλές αναφορές σε ξεχωριστές γυναίκες, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο πρόσωπο που συναντούμε είναι ο ποιητής (9). Το φύλο, προφανώς, αποκτά μόνο του την αξία του, με τη δύναμη της ψυχής του.
Οι άνδρες, δημιουργοί και σπουδαίοι ήρωες τραγωδιών, με θέμα τον έρωτα,
Ιδανικοί και άξιοι εραστές
Τριστάνος, Αίμων και Ρωμαίος (37),
επιστρέφουν, «σε ουρανό δίχως θεούς» (10), ενώ
Στο κοιμητήριο των Ινδών
όσοι καημοί, θεοί άλλοι τόσοι (50).
Αντιλαμβανόμαστε ότι, στο σύμπαν που ζούμε, ακόμη και οι θεοί είναι θνητοί. Παλεύουμε για κάτι πολύτιμο. Λίγη θάλασσα, μια σταλιά γη. Πάνω απ’ όλα ένα ποίημα:
Λιγοστεύει η θάλασσα,
ξέβρασε το ποίημα φύκια. (45)
από τον Νότιο ως τον Βόρειο Πόνο
μια χώρα που θα μας χωράει όλους (51)
Η Αντιγόνη μεταμορφώνεται σε Σαπφώ, Κλεοπάτρα, Έμιλι, σε δύο με το όνομα Ρόζα (10), και στον επόμενο μονόλογό της φωνάζει: «Η Αντιγόνη εμείς» (12), επαναλαμβάνοντας τον τίτλο, αλλά ανατρέποντας τη σειρά των λέξεων, ίσως για να τονίσει το «εμείς».
Η ποιήτρια παίρνει τη σκυτάλη και μας καλεί να σταθούμε μπροστά στον καθρέφτη τού Σοφοκλή. Εκεί η ηρωίδα αναδεικνύεται, όχι απλώς ως σύμβολο, αλλά ως το σύνολο της ανθρωπότητας, με προδιαγεγραμμένο χαρακτηριστικό την τόλμη. Δικαίως συμπεραίνει από την αρχή:
Χίλιες φωνές, χίλιες σιωπές
ο κόσμος μια εικόνα
(10)
Το ποιητικό θραύσμα στο τέλος της σελίδας δικαιολογεί το «μια εικόνα χίλιες λέξεις» του σημερινού πολιτισμού μας, αλλάζοντας, ωστόσο, εντελώς νόημα. Δεν αναφέρεται στον πλούτο και στην πιθανή επίδραση της εικόνας, αλλά στο ενιαίο πεπρωμένο τής ανθρωπότητας, στα δεινά που είναι καταδικασμένη να βιώνει.
Ο τίτλος Εμείς η Αντιγόνη ερμηνεύεται σε κάθε σελίδα του βιβλίου. Πάντα υπάρχει μια γυναίκα που συμβολίζει την εποχή της. Με την επισήμανση «Κάθε καιρός και η Αντιγόνη του» (26), κλείνει το μονόλογό της η Αντιγόνη. Όχι απλώς όλες οι γυναίκες σε μία –ερμηνεία που θα συρρίκνωνε την πολυσημία της–, αλλά όλη η ανθρωπότητα σε μία γυναίκα, σε έναν κόσμο που δημιούργησαν άνδρες:
Γυναίκα,
άθυρμα ανδρών τε και θεών,
ανθρωπινότερη του ανθρώπου.
Εύα
[…]
Ζούμε στον κόσμο που έφτιαξαν
θεοί και ποιητές (27)
«Για ένα αίνιγμα αδειανό» (43), λέει η Ισμήνη, πλάγια αναφορά στη Σεφέρια Ελένη, το αντίθετο της Αντιγόνης. Και η Αντιγόνη, σε λίγο, να συμπληρώνει: «Μόνη, δεν είμαι, Αντιγόνη» (48). Χρειάζεται το «Εμείς» για να υπάρξει μια λογοτεχνική μορφή με πανανθρώπινες και ολύμπιες ικανότητες. Διστακτικά, η Ισμήνη, να ξαναγίνει ένα κομμάτι του Εμείς, να βρει τη στιγμή που η ανθρωπότητα τη χρειάζεται. Με τη βοήθεια ποιητή, «η Ιστορία της γυναίκας να ξεκινήσει πάλι.» (57)
Η Ισμήνη προσπαθεί ματαίως να ανήκει στο Εμείς. «Φάτα Μοργκάνα ο κόσμος» (11), θα αποφανθεί ήδη από το τέλος του πρώτου της μονολόγου. Αντικατοπτρισμός ο κόσμος. Πώς να τον κερδίσεις; Πώς να τον μιμηθείς;
Ο τίτλος του βιβλίου δεν είναι παρά μια κραυγή που επαναλαμβάνεται. Το Εμείς δεν περιλαμβάνει την Ισμήνη, που προσπαθεί να αποκτήσει την ταυτότητά της: «Ισμήνη, μορφή του Τζιακομέτι» (24), σε ομιλία της Αντιγόνης, ορισμός μιας ψυχής ταραγμένης που μόνο στην Ισμήνη του Ρίτσου θα βρει ηρεμία, καθώς ανακαλύπτει τη δύναμη του Άλλου μέσα μας, μέσα στον καθρέφτη μας:
Ένας άνθρωπος φώναζε κάτω απ’ τις πέτρες –ίσως και μέσα μας–
φώναζε, φώναζε∙ κανένας δεν άκουγε∙ βιάζονταν
να πάνε –πού;– να κάνουν – τι; Δεν είχαν μιαν ώρα δική τους
να γδυθούν, να πλαγιάσουν, να ονειρευτούν μες στο ίδιο τους το σώμα,
να κοιταχθούν σ’ έναν καθρέφτη, να κοιτάξουν έναν άλλον∙
κοιτάζονταν μόνο στα μάτια των άλλων – τι να δουν εκεί μέσα;
Ίσως εκείνο που ήθελαν, καθόλου εκείνο που είσαν.
(Γιάννης Ρίτσος, «Ισμήνη», Τέταρτη διάσταση, εκδ. Κέδρος, σ. 219)
Και η Μαρία Λάτσαρη θα αφουγκραστεί το σχόλιο της δικής της Αντιγόνης:
Χωρίς τον Άλλο,
Ο ναός της γλώσσας είναι όμορφος
αλλά άδειος (22)
με μορφή, χωρίς περιεχόμενο, με σημαίνοντα –στίχους, μελωδίες–, χωρίς σημαινόμενα – βάθος που θα μπορούσε να μας μεταφέρει πολύ ψηλά.
Μπροστά στο κατώφλι
τις λέξεις προβάρω
γλώσσας άδεια κελύφη. (24)
Ένα ακόμη σπουδαίο ποιητικό βιβλίο από τις Εκδόσεις Νεφέλη.