____________
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥΣ
Έπεσα πρόσφατα πάνω σε μια δημοσίευση στη μεγαλύτερη βιβλιοφιλική ομάδα στο facebook, που επειδή δεν αναφερόταν σε κάποιο συγκεκριμένο βιβλίο, αλλά σε μία «ένοχη» βιβλιοφιλική συνήθεια, μου τράβηξε αμέσως την προσοχή. Αναρωτιόταν, λοιπόν, κάποια Α.Γ.Κ. αν και άλλοι θαμώνες του γκρουπ αυτού μοιράζονται την ίδια μανία με εκείνη: να αναγράφει δηλαδή το ονοματεπώνυμό της στα βιβλία που αγοράζει.
Ήταν περίπου δύο εκατοντάδες εκείνοι που συμφωνούσαν μαζί της είτε αντιδρώντας είτε γράφοντας κάποιο σχόλιο, κι υποθέτω πως θα ήταν επίσης αρκετοί και όσοι δεν αντέδρασαν παρότι μοιράζονται τη συνήθεια αυτή. Με περιέργεια διάβασα τα σχόλια. Αρκετοί όχι απλώς γράφουν το ονοματεπώνυμό τους, αλλά και ημερομηνία, τον τόπο που το αγόρασαν, υπογραφή, αξιολόγηση με αστεράκια, όνομα βιβλιοπωλείου, κάποιος γράφει ακόμη-ακόμη και τους λόγους που το συγκεκριμένο βιβλίο του τράβηξε την προσοχή, ενώ κάποια τα σφραγίζει με την προσωπική της σφραγίδα!
Ντράπηκα! Τι σύστημα, τι οργάνωση! Έψαχνα την αιτία πίσω απ’ όλο αυτό. Τι κάνει τους ανθρώπους να γράφουν το όνομά τους; Ο Γ. μου είπε πως ίσως είναι μια προσπάθεια να λάβει μέρος κι ο αναγνώστης στη δημιουργική διαδικασία της παραγωγής νοήματος. Ναι, ναι, «θάνατος του συγγραφέα» κ.λπ., εντάξει, πολύ θεωρητικά όλα αυτά. Κάτι άλλο πρέπει να είναι. Ξανάπιασα τα σχόλια και τα διάβασα όλα.
Ένας τρόπος ημερολογιακής καταγραφής: πώς και πού ήμουν τότε που το αγόρασα. Ένας αντικλεπτικός μηχανισμός: όποιος το δανειστεί, θα έχει πάνω του το brand μου, το όνομά μου. Ένας τρόπος εντοπισμού: αν χωρίσουμε, δε θα μαλώσουμε για τα βιβλία. Ένας τρόπος να σε θυμούνται όταν πεθάνεις: αυτό θα λειτουργεί καλύτερα με τα κλασικά βιβλία. Ένας τρόπος κατοχύρωσης της ιδιοκτησίας: βλ. παραπάνω τα σχετικά με τον εντοπισμό. Ένας τρόπος αφήγησης της ζωής: οι μέρες μας σε σελίδες που διαβάσαμε ή απλώς… ποθήσαμε. Ένας τρόπος ύπαρξης.
Έπαψα να γράφω το όνομά μου στα βιβλία μου στα μέσα της β΄ Δημοτικού. Ως τότε μας έλεγε η δασκάλα να γράψουμε το όνομά μας πάνω για να ξεχωρίζουμε τα βιβλιαράκια που φέρναμε για να διαβάσουμε στην τάξη. Τα χρόνια εκείνα «τάγκαρα» τον εαυτό μου στα βιβλία σχεδόν 15 φορές σε κάθε σελίδα, ακόμη και πάνω στα πρόσωπα των λαγών, των παιδιών και των άλλων ηρώων των ιστοριών. Ήταν μάλλον μια κραυγή παρουσίας. Μετά ποιος ξέρει τι έγινε, το έκοψα απότομα. Έγραφα πλέον μόνο τα δώρα. «Δώρο από τον τάδε…» κι ημερομηνία, «μου το πήρε η μαμά μου» και ημερομηνία – λες και όλα τα υπόλοιπα που δεν ήταν επισήμως δώρα, λες και τα υπόλοιπα τα αγόραζα μόνη μου.
Σήμερα μ’ αρέσει ν’ ανοίγω την πρώτη σελίδα βιβλίων-δώρων και να ξεπηδά μέσα από μια αφιέρωση μία ολόκληρη εποχή, μακρινή ή κοντινή, πάντως οριστικά χαμένη. Να ξεπηδά σαν τα φλασμπάκ που χώνουν μέσα σε μεγάλες φούσκες στα κόμικς και [σε ομίχλη] στις ταινίες. Να θυμάσαι για λίγο εκείνο το καρέ που έζησες πριν λίγα χρόνια, και τσουπ, να ξαναέρχεσαι στο τώρα.
Μα πώς να γυρίσεις μόνη σου πίσω την ταινία, όταν η καθημερινότητά σου είναι (σ)τα βιβλία;
___________
Το όνομα της στήλης είναι εμπνευσμένο από τη φράση του David Grossman «τα βιβλία είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο, όπου μπορούν να συνυπάρχουν τα πράγματα και η απώλειά τους».