Τα φαλάγγια του Σαν Φερνάντο


Ο Φερνάντο Σορεντίνο γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες το 1942. Σπούδασε Ισπανική Γλώσσα και Ισπανόφωνη Λογοτεχνία. Έχει εργαστεί ως βιβλιοκριτικός στις σημαντικότερες εφημερίδες της Αργεντινής.Τα διηγήματά του χαρακτηρίζονται από τη διακριτική, σχεδόν δυσδιάκριτη συνύφανση της πραγματικότητας με τη φαντασία, κατά τρόπο ώστε ο αναγνώστης να μην είναι πάντα σε θέση να προσδιορίσει πού τελειώνει η πρώτη και πού αρχίζει η δεύτερη. Συνήθως ξεκινά από καταστάσεις πολύ «κανονικές» και «καθημερινές» που σταδιακά γίνονται όλο και πιο περίεργες, για να καταλήξουν να γίνουν ασυνήθιστες ή και ενοχλητικές, αλλά πάντα με εκπληκτική αίσθηση του χιούμορ. Από το 1969 μέχρι σήμερα έχει εκδώσει περισσότερα από ογδόντα βιβλία (διηγήματα, μυθιστορήματα, δοκίμια, συνεντεύξεις, ανθολογίες). Πολλά από τα διηγήματά του εκδόθηκαν σε διάφορες γλώσσες της Ευρώπης και της Ασίας.Από τα πιο πρόσφατα βιβλία του ξεχωρίζουμε τη συλλογή διηγημάτων El  crimen de San Alberto, το δοκίμιο El forajido sentimental. Incursiones por los escritos de Jorge Luis Borges και τα βιβλία συνεντεύξεων Siete conversaciones con Jorge Luis Borges και Siete conversaciones con Adolfo Bioy Casares, δημοσιευμένα όλα στο Μπουένος Άιρες, από τον εκδ. οίκο Losada.


H συλλογική μετάφραση για λογαριασμό του Χάρτη, έγινε από τα ισμπανικά, στο εργαστήριο Συλλογικής Μετάφρασης και Επιμέλειας Λογοτεχνικών Κειμένων που συντονίζει ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στο Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΑΠΘ. Έλαβαν μέρος οι:
Χριστίνα Δημητρίου, Κωνσταντίνα Δράτσα, Παντελής Κουτσιανάς, Μαρία Μαρκοπούλου, Κωνσταντίνα Σταυρινού


Ο Φερνάντο Σορεντίνο
Ο Φερνάντο Σορεντίνο



1. Σοβαρό πρόβλημα και προσήκουσα λύση

Ας υποθέσουμε ότι, σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, υπάρχουν ογδόντα χιλιάδες άνθρωποι και μόνο ένα κουνούπι. Ε λοιπόν, αυτό το κουνούπι θα τσιμπήσει αναπόφευκτα εμένα. Σύμφωνα με μια ιατρική εξήγηση, αυτή η προτίμηση οφείλεται στο γεγονός ότι το αίμα μου περιέχει, δεν ξέρω σε τι ποσοστό, μια κάποια ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα που το καθιστά ιδιαίτερα λαχταριστό για τα εν λόγω δίπτερα.
Αφού διέμεινα, επί σχεδόν επτά δεκαετίες, σε διάφορες γειτονιές του Μπουένος Άιρες, τώρα ζω σε ένα σπίτι με κήπο στο πίσω μέρος του, στο ημιαστικό προάστιο του Μαρτίνες.
Γρήγορα διαπίστωσα ότι, όσον αφορά την ποσότητα και την ποιότητα της επιθετικότητας, τα κουνούπια του Μπουένος Άιρες είναι λευκά αρνάκια σε σύγκριση με εκείνα που, σαν μαύροι λύκοι, κατακλύζουν τούτες τις πεδινές εκτάσεις κοντά στο ποτάμι.
Μου φάνηκε αναποτελεσματικό και μη λειτουργικό να καταπολεμήσω τέτοιους τρομερούς εχθρούς με συμβατικά όπλα: εντομοκτόνα, σπρέι, απωθητικά και ούτω καθεξής. Τίποτα από αυτά: ο πάντα διαυγής πραγματισμός μου με οδήγησε σε μια λύση –οικολογική– που θα με απάλλασσε από τον εχθρό χωρίς να βλάψει το λεγόμενο «φυσικό περιβάλλον».
Ήξερα καλά ότι, αν μια αναθεματισμένη μέρα, ένας κατακλυσμός εξολόθρευε όλες τις αράχνες του πλανήτη, ο αριθμός των εντόμων θα αυξανόταν αμέσως κατά τρόπο τόσο υπέρμετρο και ανεξέλεγκτο, ώστε τα ανθρώπινα όντα δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν: θα μας πολιορκούσαν, θα μας κατέκλυζαν, θα μας καταλάμβαναν και, τελικά, θα μας καταβρόχθιζαν –νεκρούς ή ζωντανούς δεν ξέρω– δισεκατομμύρια, τρισεκατομμύρια μύγες, κουνούπια, κατσαρίδες, μυρμήγκια, σκαραβαίοι, αλογόμυγες, σκαθάρια, κρεατόμυγες, μαμούνια, πασχαλίτσες, σκνίπες, αλογάκια της Παναγίας, πυγολαμπίδες, ακρίδες, τζιτζίκια, τριζόνια, καρκαλέτσια, γρύλοι, λιβελούλες, μέλισσες, κοριοί, σφήκες, βρομούσες, νυχτοπεταλούδες, πεταλούδες κ.λπ., κ.λπ.
Έτσι, αντέστρεψα τους όρους της εξίσωσης: όσο περισσότερες ωφέλιμες αράχνες, είπα στον εαυτό μου, τόσο λιγότερα επιβλαβή έντομα (ειδικά τα τρία που κερδίζουν τη δίκαιη απέχθειά μου: κουνούπια, κατσαρίδες και μύγες).
Ως εκ τούτου, το σχέδιό μου θα ήταν να προσφέρω στέγη σε όσο το δυνατόν περισσότερες αράχνες.
Οι εξωτερικοί τοίχοι του σπιτιού μου είναι καλυμμένοι από τα λεγόμενα «τούβλα επένδυσης», τοποθετημένα σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα συντεταγμένων με οριζόντιες σειρές και κάθετες στήλες.
Έπρεπε να εγκαταλείψω, λόγω «παράπλευρων απωλειών», ένα σχέδιο που είχα ονομάσει Σχέδιο Α, και έτσι αποφάσισα να εφαρμόσω το Σχέδιο Β. Θα επέλεγα, από τις συντεταγμένες, τις μονές οριζόντιες σειρές και θα άνοιγα μια τρύπα στη γωνία όπου, δίπλα στην επάνω δεξιά ακμή κάθε τούβλου, φαίνεται το κονίαμα.
Πήγα λοιπόν σε ένα κατάστημα σιδηρικών και αγόρασα ένα ηλεκτρικό τρυπάνι, μια σημαντική ποσότητα από μύτες κατάλληλες για τοιχοποιία, και έπιασα δουλειά. Έπειτα από πολλές ημέρες σκληρής εργασίας, άνοιξα τουλάχιστον πέντε χιλιάδες τρύπες στους εξωτερικούς τοίχους που βλέπουν προς τον κήπο, τις οποίες βάφτισα «σπήλυγγες».
Οι εν λόγω σπήλυγγες θα χρησίμευαν ως φωλιές για να στεγάσουν άλλες τόσες αράχνες: αυτές –πεινασμένες και αδηφάγες– θα λειτουργούσαν ως πραιτοριανή φρουρά.
Από τον Ιούνιο έως τις αρχές Σεπτεμβρίου, η κατασκευή των πέντε χιλιάδων κατοικιών απαιτούσε σωματική προσπάθεια και επένδυση χρόνου και χρήματος. Όμως η άνοιξη ήδη πλησίαζε και μαζί της ερχόταν η ζέστη και η συνακόλουθη ορδή των κουνουπιών. Βίωσα την υπερηφάνεια ενός στρατηγού.
Ωστόσο, μόλις χτίστηκαν οι πέντε χιλιάδες κατοικίες, αποφάσισα να κάνω μια απογραφή του αριθμού των αραχνών που ζούσαν στο σπίτι μου. Ο απολογισμός δεν ήταν ενθαρρυντικός: ύστερα από μια έρευνα των κοιλοτήτων και όλων των πιθανών γωνιών και εσοχών, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι στρατιώτες μου μόλις και μετά βίας αριθμούσαν γύρω στους διακόσιους (χωρίς να υπολογίζω τις αράχνες του κήπου, οι οποίες, επειδή τρέχουν στο γκαζόν και κρύβονται κάτω από τα φυτά, μπορούν να θεωρηθούν περιθωριακές και μη καταγεγραμμένες: ένα είδος λούμπεν αραχνών).
Στην πολιτική ζωή της Αργεντινής, συνήθως γίνεται λόγος για έλλειμμα κατοικιών· στην περίπτωσή μας, θα έπρεπε να γίνεται λόγος για έλλειμμα κατοίκων: αν έχουμε διακόσιες αράχνες για πέντε χιλιάδες σπήλυγγες, οι αριθμοί αυτοί υποδηλώνουν την ανάγκη επίτευξης μιας ισορροπίας μεταξύ κατοικιών και ενοικιαστών, στόχος που θα μπορούσε να επιτευχθεί με την ενσωμάτωση τεσσάρων χιλιάδων οκτακοσίων νέων αραχνών.


2. Ο απροκάλυπτος κυνηγός

Ως εκ τούτου, από την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου κι έπειτα, κυνηγάω συχνά πυκνά αράχνες, εξοπλισμένος με τα απαραίτητα εργαλεία.
Ο κυνηγετικός μου εξοπλισμός αποτελείται από τέσσερα αντικείμενα, τα οποία θα ονομάσω α, β, γ και δ:

α) αρκετά άδεια, καθαρά βαζάκια,
β) ένα τετράγωνο κομμάτι χαρτόνι,
γ) ένα ξυλάκι,
δ) ένα αχυράκι σκούπας.

Εξοπλισμένος τοιουτοτρόπως, στέκομαι μπροστά σε κάθε ιστό αράχνης και, χρησιμοποιώντας το αντικείμενο δ, μετακινώ απαλά τις ίνες που τον συνθέτουν. Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού, πιστεύοντας ότι ένα έντομο έχει πέσει στα δίχτυα της, ορμάει πάνω του· τότε εγώ, με τη βοήθεια του αντικειμένου γ, και χωρίς να την τραυματίσω, τη ρίχνω στο έδαφος. Η αράχνη, ζαλισμένη, δεν ξέρει προς τα πού να τρέξει ή τρέχει προς οποιαδήποτε κατεύθυνση· τότε εγώ τη σκεπάζω με το αντικείμενο α, σε ανάποδη θέση, και γλιστράω το αντικείμενο β από κάτω. Επιστρέφω το αντικείμενο α στην κανονική του θέση, το κλείνω με το καπάκι του, και τώρα έχω μια όμορφη αράχνη σε αιχμαλωσία, τόσο υγιή όσο και πεινασμένη.
Επαναλαμβάνω τη διαδικασία και με αυτόν τον τρόπο γεμίζω τα βαζάκια μου με όσο πιο πολλές αράχνες μού επιτρέπουν τα διαθέσιμα μέσα. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να κλείνονται περισσότερες από μία αράχνες σε κάθε βαζάκι διότι, καθώς έχουν πολύ ανεπτυγμένη την αρχή της εδαφικότητας, δεν ανέχονται εισβολείς και, σε μια τέτοια καταστροφική περίπτωση, θα προκαλούνταν μια πράξη κανιβαλισμού που κανείς δεν θα ενέκρινε.
Το δεύτερο βήμα περιλαμβάνει τη στέγαση των νέων αραχνών σε μερικές από τις πέντε χιλιάδες προαναφερθείσες σπήλυγγες. Αρκεί να τοποθετήσω το στόμιο του βάζου κόντρα στη μελλοντική κατοικία και να κάνω λίγη υπομονή ώστε, τελικά, η αράχνη να εγκαταλείψει το κρατητήριό της προκειμένου να καταλάβει το νέο της σπίτι.
Η αλήθεια είναι ότι απέχω ακόμα πολύ από το να πετύχω το ιδανικό, να φιλοξενήσω δηλαδή πέντε χιλιάδες αράχνες, όμως το προσπαθώ. Δεν μπορώ να παραπονεθώ για τα αποτελέσματα: οι σύμμαχοί μου σκοτώνουν και καταβροχθίζουν μύγες, κουνούπια και άλλους ανεπιθύμητους επιδρομείς. Επομένως, πρέπει να τους είμαι ευγνώμων που, παρά τη ζέστη, μπορώ πλέον να βγαίνω στον κήπο δίχως να κινδυνεύω να γίνω τροφή για μυριάδες αιμοδιψή δίπτερα.
Όπως άφησα να εννοηθεί, αυτό το έργο που επέβαλα στον εαυτό μου δεν έχει τελειώσει, ούτε και θα μπορούσε ποτέ να τελειώσει. Αφενός, δεν είναι τόσο απλό να αποκτήσω τόσο πολλές αράχνες· και αφετέρου, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη ότι, στις τάξεις του οικιακού πληθυσμού, επέρχονται οι φυσικοί θάνατοι που ορίζει ο κύκλος της ζωής. Ύστερα από την κηδεία και την ταφή, οι εκλιπούσες αράχνες πρέπει, υποχρεωτικά, να αντικατασταθούν από νέες, και αυτές οι ανάγκες καθιστούν ατέρμονη την κυνηγετική μου δραστηριότητα.
Από την άλλη, είναι γεγονός ότι ανάμεσα στις αράχνες ανθίζουν διάφορα ειδύλλια και οι έρωτες αυτοί οδηγούν αργότερα στη γέννηση νέων μικρών αραχνών· δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε πως ο υμέναιος συνήθως ολοκληρώνεται, ανάλογα βέβαια το είδος, με τον θάνατο και την κατάποση του συζύγου από τη σύζυγο, γεγονός που συνιστά διακαώς την αποφυγή επιθαλάμιων ασμάτων.
Όπου κι αν πάω, πάντα με συνοδεύουν τα βαζάκια μου, το χαρτόνι μου, το ξυλάκι μου και το αχυράκι μου, αφού το κυνήγι αραχνών καταλαμβάνει πλέον σημαντικό μέρος του χρόνου μου.


3. Ευχάριστη έκπληξη

Δεδομένου ότι μου αρέσει να κοιτάζω τριγύρω και καθώς σχεδόν πάντα εντοπίζω ενδιαφέροντα ερεθίσματα στην περιβάλλουσα πραγματικότητα, κάθε τόσο, κάνοντας πετάλι με το ποδήλατό μου, επιδίδομαι σε ένα είδος τουρισμού κοντινών αποστάσεων, κατά τον οποίο επισκέπτομαι τόπους τόσο ανόμοιους όπως, για παράδειγμα, τη λεωφόρο Σάενς στην Πομπέγια, ή τη γέφυρα ντε λα Νόρια, ή το λιμάνι ντε Φρούτος στην Τίγρε, ή το κέντρο της Λα Λουσίλα... Η πόλη του Μπουένος Άιρες, τα προάστιά της και όλα τα περίχωρά της διαθέτουν ανεξάντλητη γοητεία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η όμορφη και δεντρόφυτη πλατεία Μπαρτολομέ Μίτρε στο Σαν Φερνάντο, η παραδοσιακή δόμηση της οποίας, που θυμίζει παλιό αργεντίνικο χωριό, περιβάλλεται, και στις τέσσερις πλευρές, από διάφορα δημόσια κτίρια καθώς και τον καθεδρικό ναό.
Ακριβώς στο Σαν Φερνάντο, περπατούσα ένα πρωί Σαββάτου, κουβαλώντας το ποδήλατο στα δεξιά μου και κοιτάζοντας αφηρημένα τις βιτρίνες στον εμπορικό δρόμο της Κονστιτουσιόν. Ξαφνικά, σε έναν τοίχο, και σε απόσταση μεταξύ τους περίπου δέκα ή είκοσι εκατοστών, αντιλήφθηκα την παρουσία ενός, δύο, τριών, τεσσάρων, πέντε..., έξι φαλαγγίων!

(Κατά τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας στο Μπουένος Άιρες έβλεπα μερικά τέτοια αραχνίδια, πάντα κοντά στις οροφές, παραμονεύοντας δεν ξέρω κι εγώ τι. Όμως, εδώ και μερικά χρόνια, τα έβλεπα πιο σπάνια, γι’ αυτό και με εξέπληξε ευχάριστα η παρουσία τους, και μάλιστα σε τόσο μεγάλο αριθμό.)

Στο καλάθι που στηρίζεται στο πίσω φτερό του ποδηλάτου μου βρίσκεται η κυνηγετική μου θήκη. Δίχως να χάσω χρόνο, αιχμαλώτισα τα έξι φαλάγγια με την ίδια μέθοδο που ενδείκνυται για το κυνήγι αραχνών.

(Παρότι δεν είμαι ακριβώς βιολόγος και πολύ λιγότερο ζωολόγος, γνωρίζω ότι τα φαλάγγια –Leiobuni politi–, αν και αραχνίδια, διαφέρουν από τις αράχνες αυτές καθαυτές σε μορφολογία, ικανότητες και συνήθειες. Για παράδειγμα: με μια πρώτη ματιά παρατηρούμε ότι οι αράχνες διαθέτουν ένα είδος μέσης που αποτελεί το όριο μεταξύ του κεφαλοθώρακα και της κοιλιάς· αντιθέτως, το σώμα του φαλαγγίου δεν παρουσιάζει τέτοια στένωση και έχει ένας ομοιογενές και μάλλον ωοειδές σχήμα. Επιπλέον, τα φαλάγγια είναι πάντα πολύ μικρά, έτσι που η διάμετρος του σώματός τους δεν ξεπερνά συνήθως το ένα εκατοστό. Σε σύγκριση με αυτό το μικρό μέγεθος, τα οχτώ τους πόδια είναι δυσανάλογα μακριά, έως και πέντε φορές η διάμετρος του σώματός τους. Όπως και τα υπόλοιπα αραχνίδια, φέρουν ένα ζευγάρι χηληκεραίες και ένα ζευγάρι ποδοπάλπες, όμως, σε αντίθεση με τις αράχνες, δεν έχουν δηλητήριο και είναι εντελώς ακίνδυνα· ενώ οι αράχνες διαθέτουν οχτώ μάτια, τα φαλάγγια αρκούνται σε δύο. Το φαλάγγιο τρέφεται τόσο με μικροσκοπικά έντομα όσο και με φυτά σε αποσύνθεση και με μόρια καραμελωμένου γάλακτος με λίγες θερμίδες.)

Ανάμεσα στα πολυάριθμα βιβλία μυθοπλασίας που φιλοξενεί η βιβλιοθήκη μου, έχω και ένα είδος «επιστημονικού ραφιού» αφιερωμένου στη λεγόμενη «πραγματικότητα», με δίγλωσσα λεξικά και ενημερωτικούς τόμους σχετικά με διάφορα γνωστικά πεδία. Ανατρέχοντας στην Εγκυκλοπαίδεια των αρθροπόδων της Δημοκρατίας της Αργεντινής, ένα πολύτιμο και πολύ γλαφυρό λεξικό που συνέταξε ο Κάρλος Α. Ντανέρι, μια διαγώνια ανάγνωση του λήμματος ΦΑΛΑΓΓΙΟ με έκανε να διασαφηνίσω και να επιβεβαιώσω τις πληροφορίες που πίστευα ότι θυμόμουν.


4. Στέγη για τους νέους φιλοξενούμενους

Θα ήταν παρανοϊκό να στεγάσω τα φαλάγγια στους εξωτερικούς τοίχους του σπιτιού μου, γιατί, με απόλυτη βεβαιότητα, θα έπεφταν θύματα των αραχνών. Συνεπώς, τα ελευθέρωσα στο εσωτερικό του σπιτιού, συγκεκριμένα στο δωμάτιο όπου βρίσκομαι ακριβώς τώρα συντάσσοντας αυτή την αναφορά και όπου συνηθίζω να καταγράφω αληθινές ιστορίες τις οποίες, αργότερα, κακοπροαίρετοι αναγνώστες τις θεωρούν φανταστικές.
Μιας και ήταν έξι τα φαλάγγια, ήταν πολύ πιθανό ένα τουλάχιστον από αυτά να ήταν αρσενικό, κάτι που θα μου πρόσφερε την πολλά υποσχόμενη προοπτική της αναπαραγωγής και, συνεπώς, τη δημιουργία μιας ακμάζουσας αποικίας μερικών εκατοντάδων μελών. Όταν θα έφτανε αυτή η στιγμή και αφού θα είχαν διασκορπιστεί, κατά βούληση, σε όλο το εσωτερικό του σπιτιού, θα μπορούσαν να τρέφονται με ακάρεα και μικροσκοπικά έντομα. Έτσι θα ένιωθα διπλά ασφαλής: έξω, χάρη στις αράχνες· μέσα, χάρη στα φαλάγγια.
Αμέσως, τα έξι φαλάγγια σκαρφάλωσαν στους τοίχους σχεδόν μέχρι το ταβάνι, και σταμάτησαν κοντά στο λάβαρο μιας ποδοσφαιρικής ομάδας της πόλης της Αβεγιανέδα της οποίας το έμβλημα έχει γαλάζιες και άσπρες κάθετες λωρίδες.
Και με αυτές τις τελευταίες περιπέτειες ολοκληρώθηκε το προαναφερθέν Σάββατο.


5. Δυσάρεστη έκπληξη

Την Κυριακή ξύπνησα με την πρόθεση να βγω βόλτα με το ποδήλατο, αλλά και με πόνο από τρομερές εκδορές και στα δύο χέρια και στα δύο πόδια. Καθώς τα ανθρώπινα όντα έχουν πάντα την τάση να ρίχνουν το φταίξιμο σε τρίτους, η πρώτη μου αντίδραση ήταν να κατηγορήσω για ανικανότητα τις εξωτερικές αράχνες μου οι οποίες, με την απροσεξία τους, είχαν επιτρέψει να μπουν στο σπίτι γύρευε πόσα κουνούπια.
Ωστόσο, τα εξανθήματα που προκαλούνται από αυτά τα δίπτερα έχουν τη μορφή μικροσκοπικών κοκκινωπών κώνων, και οι καταφανείς φουσκάλες που με ενοχλούσαν, στην πραγματικότητα, δεν προσομοίαζαν ακριβώς σε αυτά που γνωρίζουμε ως τσιμπήματα: ήταν έξι κοιλότητες με δύο ή τρία χιλιοστά βάθος, στις οποίες απλωνόταν μια μικρή ποσότητα ενός κολλώδους πράσινο-γκριζωπού υγρού όπου επέπλεαν μερικές μαυριδερές κουκκίδες.
Κατά τη διάρκεια της ζωής μου, έχω δεχτεί εκατομμύρια φορές επίθεση από κουνούπια· όχι πάρα πολλές από ψύλλους· κάποιες φορές από αλογόμυγα ή από κόκκινα μυρμήγκια· ποτέ –απ’ όσο γνωρίζω– από αράχνες και, πολύ λιγότερο, από κοριούς (έντομο του οποίου δεν κατάφερα ποτέ να δω έστω ένα δείγμα). Μια φορά με τσίμπησε μέλισσα, και ευχαριστώ τον Θεό που δεν επαναλήφθηκε αυτή η εμπειρία.
Αυτές οι πληγές όμως, τρεις σε κάθε χέρι και τρεις σε κάθε πόδι, δεν έμοιαζαν με καμία άλλη που ήξερα. Καθώς μου φάνηκε ότι ο πόνος υποχωρούσε, δεν ακύρωσα τη βόλτα με το ποδήλατο. Μέγα λάθος: ο ήλιος, όταν ήρθε σε επαφή με τις πληγές, προκάλεσε τον βρασμό του σιχαμερού πράσινο-γκριζωπού υγρού που γέμιζε τις κοιλότητες, και παρήγαγε την έκρηξη μικρών μπλε φωτιών που ξέσπασαν ταυτόχρονα με μια σειρά από θειώδεις αναθυμιάσεις και φουμαρόλες χρώματος μεταξύ ώχρας, καφέ και μαύρου.
Μπήκα στο σπίτι, σαν φλεγόμενος βουδιστής μοναχός, με τα πόδια και τα χέρια τυλιγμένα στις φλόγες. Χωρίς να βγάλω τα ρούχα, χώθηκα στην μπανιέρα και άφησα το νερό του ντους να σβήσει την πυρκαγιά.
Στη συνέχεια πήγα στην κλινική του Σαν Ισίδρο στην οποία είμαι ασφαλισμένος ως πρώην καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες. Χωρίς την παραμικρή πρόθεση να με τρομάξει, και μάλιστα με συγκρατημένο χαμόγελο, μια όμορφη νεαρή γιατρός μού είπε ότι, αν δεν γινόταν αμέσως η ολοκληρωτική εκτομή των πληγών (άγνωστης προέλευσης, ομολόγησε), θα οδηγούμουν απευθείας σε ακρωτηριασμό και των δύο χεριών και των δύο ποδιών.
Δεν τόλμησα να της φέρω αντίρρηση. Το ’πε και το ’κανε: μου έκανε αναισθησία και, με τη βοήθεια ενός νυστεριού που μου φάνηκε σαν ενός είδους επάργυρο κουταλάκι, άνοιξε τις πληγές, τις αποστράγγισε από το πράσινο-γκριζωπό υγρό, άφησε τις κοιλότητες πιο μεγάλες και πιο βαθιές (αλλά, τώρα, ροδόχροες), τις κάλυψε με γάζες και βαμβάκια εμποτισμένα σε ένα κατακόκκινο υγρό και βουτηγμένα σε μια βιολετί αλοιφή, και μου είπε ότι σε εβδομήντα δύο ώρες θα μπορούσα να αφαιρέσω αυτά τα προστατευτικά, διαβεβαιώνοντάς με ότι ίσα που θα αντίκριζα κάποιες αδιόρατες ουλές.
Αναμφίβολα, η πρόθεσή μου ήταν να υπακούσω στις οδηγίες της, αν φυσικά δεν ξυπνούσα το πρωί της Δευτέρας χωρίς γάζες και βαμβάκια αλλά με δώδεκα νέες φουσκάλες στις παλιές κοιλότητες και άλλες δώδεκα νέες φωτιές της κόλασης πάνω στο υγιές μέχρι χθες δέρμα, ένα σύνολο είκοσι τεσσάρων πληγών.
Έσπευσα για άλλη μια φορά στην κλινική. Στη βάρδια δεν με υποδέχτηκε η όμορφη γιατρός αλλά ένα άντρας που, αν και λιγομίλητος, φαλακρός και αλλήθωρος, αποδείχτηκε λιγότερο δραματικός και πιο στοχαστικός από εκείνη. Εξέτασε τις μικρές φλεγόμενες λιμνούλες με έναν μεγεθυντικό φακό με φωτάκι και δήλωσε ότι, κατά τη γνώμη του, θα ’πρεπε να ήταν επίθεση από κάποιο είδος αραχνιδίων. Αυτός ο ισχυρισμός δεν τον απάλλαξε από το να επαναλάβει τη δυσοίωνη πρόβλεψη της γιατρού· έτσι χρειάστηκε να υποβληθώ σε άλλες δύο ντουζίνες εκριζώσεις, ευτυχώς ανώδυνες.


6. Ιστορική έρευνα

Παρόλο που η ιδέα ήταν έξω από κάθε επιστημονική λογική, στον δρόμο της επιστροφής άρχισα να υποψιάζομαι τα φαλάγγια. Φτάνοντας στο σπίτι, διαπίστωσα ότι, με απόκλιση εκατοστού, βρίσκονταν πάνω κάτω στα ίδια σημεία. Για μια στιγμή, μου πέρασε από το μυαλό ο αποτρόπαιος πειρασμός να τα εξολοθρεύσω χωρίς πολλά πολλά. Αλλά δεν ήθελα να είμαι άδικος ούτε να καταδικάσω κανέναν χωρίς τις απαραίτητες νομικές αποδείξεις.
Διάβασα ξανά το λήμμα ΦΑΛΑΓΓΙΟ της Εγκυκλοπαίδειας των αρθροπόδων, τώρα πιο προσεκτικά και δεν βρήκα κανένα στοιχείο υπέρ της υπόθεσης πως η επίθεση οφειλόταν στα φαλάγγια. Στο τέλος του άρθρου υπήρχε μια εκτεταμένη βιβλιογραφία.
Κάποιοι τίτλοι φαίνονταν απλώς γενικότητες και δεν τους έδωσα μεγαλύτερη σημασία. Όμως στο γράμμα Μ ανακάλυψα κάτι πολύ συγκεκριμένο:

Μπόιτους, Λούντβιχ. «Δικαιική και νομική ηθολογία των φαλαγγίων του Σαν Φερνάντο», Αραχνίδια. Περιοδικό της Σχολής Φυσικών Επιστημών του Εθνικού Πανεπιστημίου της Καρουπά, Καρουπά, Ιούνιος 2007, τόμος 3, τεύχος 4, σελίδες 475-497.


Εξήντα λεπτά αργότερα βρισκόμουν στη βιβλιοθήκη της προαναφερθείσας Σχολής με το άρθρο του περιοδικού Αραχνίδια μπροστά στα μάτια μου. Ύστερα από μια σύντομη διαγώνια ανάγνωση και καθώς το κείμενο είχε περισσότερες από εικοσιπέντε σελίδες, πήρα έγκριση να το φωτοτυπήσω και το πήγα σπίτι με σκοπό να το διαβάσω με την ησυχία μου.
Στις πρώτες σελίδες ο δρ. Μπόιτους ασχολείται διεξοδικώς με την περιγραφή των ανατομικών χαρακτηριστικών των φαλαγγίων γενικά. Προχωρώντας το κείμενο, υπεισέρχεται ειδικότερα στον πυρήνα της εργασίας του, δηλαδή στα φαλάγγια του Σαν Φερνάντο. Από την επιστημονική ταξινόμηση έμαθα πως ο ίδιος ο Μπόιτους είχε ανακαλύψει τα εν λόγω φαλάγγια: Leiobunum iuridicum Sancti Ferdinandi (Boitus).
Το άρθρο είναι μακροσκελές και σε ορισμένα σημεία λίγο δυσνόητο και ασαφές. Παίρνω, λοιπόν, την πρωτοβουλία να παραφράσω τα μέρη που σχετίζονται με την πρόσφατη εμπειρία μου. Μιλάει για την πόλη του Σαν Φερνάντο:

Την πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα, ο στρατιωτικός διοικητής Κάρλος Μπελγκράνο βάφτισε την κωμόπολη με το όνομα Σαν Φερνάντο δε Μπουένα Βίστα. Τον Φεβρουάριο του 1806, ο αντιβασιλέας Ραφαέλ δε Σομπρεμόντε και η ακολουθία του τοποθέτησαν τον θεμέλιο λίθο του καθεδρικού –δηλαδή, προσθέτω εγώ, αυτόν που βρίσκεται επί της οδού Κονστιτουσιόν, απέναντι από την πλατεία Μίτρε– του οποίου ενοριακός ιερέας ήταν ο πάτερ Μανουέλ Σατουρνίνο δε Σαν Χινές. Μετά από αυτή την τελετή, στην κατοικία του διοικητή Μπελγκράνο έλαβε χώρα μια «ευχάριστη» συνάθροιση με τους «πιο διακεκριμένους κατοίκους», στην οποία καταναλώθηκαν «αναψυκτικά και διάφορα γλυκίσματα» της εποχής.
Η κυρία Τομάσα Χαβιέρα Σάντσες δε λα Εσκοσούρα, ως πρόεδρος της Φιλανθρωπικής Εταιρείας Κυριών για την Υπεράσπιση Φαλαγγίων, Ρωγαλίδων και Οπιλιόνων, και άλλες κυρίες παρούσες, μέλη του ίδιου φορέα, επωφελήθηκαν από τον μπουφέ για να ενημερώσουν τον Σομπρεμόντε για το εξής πρόβλημα: τα φαλάγγια του Σαν Φερνάντο είχαν ζητήσει από την κυρία Τομάσα τη λήψη κάποιου μέτρου που να τα προστατεύει από φρύνους, κερατόφρυδες, σαμιαμίδια, βατράχους, σαλαμάνδρες, σαύρες, αράχνες, σκορπιούς, σαρανταποδαρούσες και μια ατελείωτη σειρά από αρπακτικά που περιλάμβανε επίσης ιπτάμενα ζώα, όπως κουκουβάγιες, νυχτερίδες, μπούφους, κοράκια, περιστέρια, σφήκες, ραμφόρυγχους και πτεροδάκτυλους· τα εν λόγω, έχοντας τα φαλάγγια ως βάση της διατροφικής τους αλυσίδας, ήταν υπεύθυνα για τη σοβαρή μείωση του αριθμού τους, με τον συνεπακόλουθο κίνδυνο της εξάλειψης, αργά ή γρήγορα, του είδους.

Ο δρ. Μπόιτους υπαινίσσεται την πιθανότητα η κυρία Τομάσα –μαμή με πλούσιο στήθος– να είχε προσπαθήσει να ξελογιάσει τον αντιβασιλέα με στόχο να τον επηρεάσει. Όπως και να ’χει, το κατάφερε. Εκείνη τη στιγμή του έτους 1806, ο Σομπρεμόντε ούτε καν μπορούσε να φανταστεί την πρώτη από τις πέντε αιματηρές εισβολές που έλαβαν χώρα στην Αργεντινή* από –Ναπολέων dixit– την ύπουλη Αλβιώνα και θα πραγματοποιούνταν τον επόμενο Ιούνιο, έτσι ώστε, περιχαρής, ένιωθε έτοιμος να δεχθεί οποιοδήποτε αίτημα του γινόταν.
Το βέβαιο είναι πως αμέσως, ανάμεσα στα φαλάγγια του Σαν Φερνάντο και τον αντιβασιλέα Ραφαέλ δε Σομπρεμόντε, επιτεύχθηκε μια συμφωνία, σε ανυπόφορο νομικό ιδίωμα, στην οποία ο Σομπρεμόντε εμφανιζόταν ως ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ και τα φαλάγγια ως ΑΙΤΟΥΝΤΕΣ. Απεχθάνομαι να διαβάζω συμβόλαια, νόμους, κανόνες, κανονισμούς, και τα λοιπά, αλλά νομίζω ότι μπορώ να συνοψίσω τα βασικά σημεία.

1) Ο δον Ραφαέλ δε Σομπρεμόντε, ανώτατη αρχή της αντιβασιλείας του Ρίο δε λα Πλάτα, διά της εντολής που του εδόθη εκ των βασιλέων της Ισπανίας, δον Καρόλου του Τετάρτου, του Κυνηγού, και της συζύγου του, δόνιας Μαρίας Λουΐζας δε Πάρμα, δεσμεύεται, στην κωμόπολη του Σαν Φερνάντο δε Μπουένα Βίστα, να αναλάβει «μαχητική δράση», ενάντια στα αρπακτικά που απειλούν την επιβίωση των φαλαγγίων της προαναφερθείσης κωμοπόλεως και να διεξάγει αυτή την εκστρατεία μέχρι τελικής εκβάσεως.

2) Ως αντάλλαγμα, τα φαλάγγια του Σαν Φερνάντο ορκίζονται να γίνουν αποκλειστικό είδος και πιστοί υπήκοοι της κωμοπόλεως ταύτης, και, συνεπώς, ορκίζονται να μην εγκαταλείψουν ποτέ τα όριά της ιδία θέληση. Σε περίπτωση που εξωτερικές και ανώτερες δυνάμεις τα αναγκάσουν να μετακινηθούν σε περιοχές ξένες προς τα διοικητικά όρια του οικισμού, θα επιτεθούν σε όποιον τα απομακρύνει από τον φυσικό τους χώρον στον οποίο και εγεννήθησαν.

Σε αυτό το σημείο ο δρ. Μπόιτους προσέθεσε έναν αστερίσκο στη λέξη επιτεθούν που παρέπεμπε σε μια υποσημείωση που διευκρίνιζε πως αυτός ήταν –καλεσμένος επειγόντως από τον αντιβασιλέα– εκείνος ο οποίος, στο εργαστήριό του, γεμάτο από φιάλες, αποστακτήρες, άμβικες, χωνευτήρια και λαμπίσκους, έφτιαξε ένα μείγμα από βακτήρια, μικρόβια, βακίλους, πρωτόζωα, ζυμομύκητες, μικροοργανισμούς και ιούς σε κατάσταση λανθάνουσας επικινδυνότητας, το οποίο ονόμασε boitusón leiobuni. Αφού μούλιασε και έψυξε το προϊόν, το έβαλε στο DNA των φαλαγγίων του Σαν Φερνάντο, με τον όρο πως θα το ενεργοποιούσαν όταν θα ήταν αναγκασμένα να επιτεθούν στον απαγωγέα τους.
Το άρθρο τελείωνε πληροφορώντας πως για λόγους αναλφαβητισμού και σαφούς κινητικής ανικανότητας, καταστάσεις που τα εμπόδιζαν να υπογράψουν τη συμφωνία, τα φαλάγγια ανέθεταν την εκπροσώπησή τους «ταυτοχρόνως και από κοινού» στη νόμιμη εκπρόσωπό τους (κυρία Τομάσα Χαβιέρα Σάντσες δε λα Εσκοσούρα) και στον νομικό-επιστημονικό σύμβουλό της (τον δόκτορα Λούντβιχ Μπόιτους).

Τη Δευτέρα 17 Μαρτίου του 1806 υπογράφηκε η οριστική Πράξη εξ ονόματος των φαλαγγίων του Σαν Φερνάντο, από τη Σάντσες δε λα Εσκοσούρα και τον Μπόιτους και εξ ονόματος του Ισπανικού Στέμματος, από τον μαρκήσιο δε Σομπρεμόντε. Ύστερα από την ολοκλήρωση της τελετής, η οποία έλαβε χώρα στην κύρια αίθουσα της κατοικίας του διοικητού Μπελγκράνο, ο δον Ραφαέλ μετέφερε την Πράξη στο Μπουένος Άιρες, «στη δεξιά τσέπη του σακακιού του». Από το εν λόγω λιμάνι, στάλθηκε, με τη γολέτα Χουάν Μελέντες Bαλντές, στη Μαδρίτη, όπου εγκρίθηκε, χωρίς καμία αντίρρηση, με τις υπογραφές των μοναρχών Καρόλου του Τετάρτου και Μαρίας Λουίζας, και κατόπιν στάλθηκε εκ νέου στην πρωτεύουσα του Αντιβασιλείου για την οριστική αρχειοθέτησή της.
Καταγραφή του Μπόιτους στο άρθρο του:

Οφείλω να καταγράψω, με οδύνη, ότι ούτε ο αντιβασιλέας Σομπρεμόντε, ούτε κανένας από τους κυβερνώντες, τόσο τους Ισπανούς όσο και τους Αργεντινούς που τον διαδέχθηκαν μέχρι σήμερα, δεν εκπλήρωσε το μέρος της καθορισμένης συμφωνίας που του αναλογούσε. Ύστερα από τις διαμαρτυρίες –τόσο πολυάριθμες όσο και άκαρπες– που διατύπωσε η κυρία Τομάσα (η οποία πέθανε τον Μάιο του 1806, εξαιτίας της μόλυνσης που προκλήθηκε από το δάγκωμα μιας φοροραγίδας ή πτηνού του τρόμου), εγώ ο ίδιος έστειλα αμέτρητες καταγγελίες στις αρχές προτρέποντάς τες να λάβουν τιμωρητικά μέτρα κατά των εχθρών των εντολέων μου, αλλά αποτέλεσμα ουδέν ― από τέτοιους πολιτικούς, ψεύτες και αναίσθητους. Τελικά κουράστηκα να αφιερώνω τη ζωή μου προς υπεράσπιση των φαλαγγίων, και μου φάνηκε λογικό να αφοσιωθώ σε πιο επικερδείς επιστημονικές δραστηριότητες.

Μεταγράφω την τελευταία παράγραφο του δόκτορα Μπόιτους:

Το πρωτότυπο έγγραφο εκείνης της σύμβασης χάθηκε για μερικά χρόνια σε κάποιο γραφείο του Δημοτικού Συμβουλίου του Μπουένος Άιρες. Αργότερα ενσωματώθηκε στη συλλογή του δον Ερνέστο Κεσάδα, ο οποίος το 1930 το δώρισε στο Ιβηρο-αμερικανικό Ινστιτούτο του Βερολίνου, όπου μπορεί κανείς να το απαντήσει μέχρι σήμερα. Ωστόσο, στην Αργεντινή υπάρχουν τουλάχιστον δύο σειρές φωτοαντιγράφων: η μία, στο Γενικό Εθνικό Αρχείο και η άλλη στη Βιβλιοθήκη Μιγκέλ Κανέ, στην οδό Κάρλος Κάλβο 4319.**


7. Δίκαιη και λογική απόφαση

Στο νότιο όριο του Σαν Φερνάντο βρίσκεται η οδός Ουρουγουάης. Διασχίζοντάς την, μπαίνουμε στο Σαν Ισίδρο, τη συνοικία στην οποία ανήκει το σπίτι μου στο Μαρτίνες. Μου ήταν εύκολο να καταλάβω ότι, αγνοώντας τη συνθήκη που είχαν υπογράψει τα φαλάγγια του Σαν Φερνάντο και οι βασιλείς της Ισπανίας, είχα παραβιάσει τη δέσμευσή τους να μην εγκαταλείψουν το φυσικό τους περιβάλλον και, για ένα τέτοιο έγκλημα, ήμουν δικαίως εκτεθειμένος στα αντίποινά τους.
Από την άλλη πλευρά, είμαι σίγουρος ότι τα φαλάγγια –που ευτυχώς δεν εξαφανίστηκαν, παρά τη μακάβρια προφητεία της κυρίας Τομάσα– δεν αντιλήφθηκαν την κοροϊδία που διέπραξε η κυβερνητική πλευρά. Και έτσι περιορίστηκαν στην εκπλήρωση της υποχρέωσής τους: χωρίς αμφιβολία, οι κυρίαρχες αξίες της προσωπικότητας των φαλαγγίων του Σαν Φερνάντο είναι η ηθική και ο σεβασμός στον λόγο που έδωσαν.
Έτσι, παρόλο που οι πληγές μου με έκαιγαν αρκετά ακόμη, είπα στον εαυτό μου πως δεν ήταν σωστό να εξοντώσω αυτά τα έξι φαλάγγια, που στην πραγματικότητα, δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από το να τηρήσουν αυτό που απαιτούσε το καθήκον τους.
Αντιλαμβανόμενος αυτό, έκλεισα κάθε φαλάγγιο στο βαζάκι του και κατευθύνθηκα προς την κεντρική πλατεία του Σαν Φερνάντο. Είχα ανάγκη να σκεφτώ, αν και δεν ήξερα πάνω σε τι. Κάθισα στη σκιά ενός από τα πολλά φυλλώδη δέντρα της περιοχής και παρέμεινα εκεί, ενδεχομένως για περισσότερο από μισή ώρα, σκεπτόμενος πολλά πράγματα και ταυτόχρονα, χωρίς να σκέπτομαι τίποτα.
Στη συνέχεια, περπάτησα προς τον ίδιο τοίχο όπου, εκείνο το Σάββατο είχα συναντήσει τα έξι φαλάγγια και, αφού βεβαιώθηκα ότι δεν έβλεπε κανείς τις κινήσεις μου, άνοιξα τα βαζάκια και τα ελευθέρωσα για πάντα.

Μαρτίνες (Μπουένος Άιρες), 28 Μαρτίου 2023

____________
* Τα έτη 1806, 1807, 1833, 1845 και 1982.
** Στη σελίδα 498 του περιοδικού Αραχνίδια υπάρχει η ενότητα με τίτλο «Βιογραφικά συνεργατών». Η αναφορά σχετικά με τον Μπόιτους –σύντομη όπως και όλων των υπολοίπων– αναφέρει τα εξής: «Γεννημένος στις 8 Νοεμβρίου του 1142, στο Ζορεντίγκεν, ένα γερμανόφωνο χωριουδάκι της Αγίας Ρωμαϊκής Γερμανικής Αυτοκρατορίας, ο δόκτωρ Μπόιτους έχει αναπτύξει, για περισσότερους από εννέα αιώνες, ένα αξιοσημείωτο έργο ως πολυγράφος, έργο ευρέως αναγνωρισμένο στον κόσμο των θετικών και των θεωρητικών σπουδών. Πριν από τη γέννησή του συνεργάστηκε με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο στη σύνταξη της Φυσικής Ιστορίας, ενώ είναι υποδειγματική η μελέτη του σχετικά με τη Cicadella viridis».

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: