του Νίκου Πρατσίνη
Tην Πέμπτη 14/12/2023, 18.00-21.00, στον πολυχώρο της Πρεσβείας της Πορτογαλίας, υπό τον συντονισμό του μεταφραστή και διερμηνέα Νίκου Πρατσίνη, καθώς και του φιλόλογου Χρήστου Κωτσακόπουλου εκ μέρους του Πολιτιστικού Τομέα της Πρεσβείας της Πορτογαλίας, με αφορμή τα 100 χρόνια από την γέννηση του κορυφαίου διανοητή της Πορτογαλίας κατά τον 20ό αιώνα, του Eduardo Lourenço (Εντουάρντου Λορένσου), πραγματοποιήθηκε παρουσίαση και συζήτηση για τη σκέψη και το έργο του, με εστίαση στην κορυφαία συλλογή συναφών δοκιμίων του υπό τον τίτλο O labirinto da saudade : psicanálise mítica do destino português (Ο λαβύρινθος της saudade: μυθική ψυχανάλυση του πορτογαλικού πεπρωμένου). Ακολούθησε, υπό μορφή εργαστηρίου, η συλλογική μετάφραση, με συντονισμό του Νίκου Πρατσίνη, ενός μικρού κεφαλαίου του εν λόγω έργου.
Η εκπαιδευτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα πρωτοβουλία αυτή, μέσω της διοργάνωσης εργαστηρίου ομαδικής μετάφρασης, είχε την υποστήριξη του Ινστιτούτου Καμόενς (Camões, I.P.), το οποίο στόχο του έχει την προώθηση της πορτογαλικής γλώσσας παγκοσμίως, καθώς και της πορτογαλόφωνης λογοτεχνίας. Το εργαστήριο αυτό ομαδικής μετάφρασης, το έκτο μιας σειράς παρόμοιων πολιτιστικών δράσεων, οφείλει πάρα πολλά και στον Αναπληρωτή Επικεφαλής της Αρχής της Πρεσβείας κ. Tiago Carvalho.
__________
Ο συγγραφέας
Ο Eduardo Lourenço, γιoς αξιωματικού του πεζικού, γεννήθηκε το 1923 στο Σάου Πέντρου ντου Ρίου Σέκου, στον νομό της Γκουάρντα, στην ΒΔ Πορτογαλία, πολύ κοντά στα σύνορα με την Ισπανία. Ολοκλήρωσε τον δευτεροβάθμιο κύκλο σπουδών στην Γκουάρντα και, στη συνέχεια, σπούδασε ιστορία και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Κοΐμπρα, όπου και δίδαξε από το 1947 έως το 1953. Από το 1954 έως το 1958 δίδαξε πορτογαλική γλώσσα και λογοτεχνία στα πανεπιστήμια του Αμβούργου, της Χαϊδελβέργης και του Μονπελιέ. Το 1958, ως επισκέπτης καθηγητής, διηύθυνε την έδρα φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Μπαΐα (Βραζιλία). Το 1960 επέστρεψε στη Ευρώπη, με πρόσκληση της γαλλικής κυβέρνησης και δίδαξε στα πανεπιστήμια της Γκρενόμπλ και της Νίκαιας. Από το 1989 ως το 1991 υπηρέτησε ως μορφωτικός ακόλουθος στην πορτογαλική πρεσβεία στη Ρώμη και το 1991 ανέλαβε τη θέση του μη εκτελεστικού διευθυντή του περίφημου Ιδρύματος Calouste Gulbenkian, ιδιωτικού φορέα ο οποίος διαχειρίζεται ένα πολύ μεγάλο κληροδότημα προωθώντας τις επιστήμες, τις τέχνες, την εκπαίδευση και τη φιλανθρωπία στην Πορτογαλία και ενισχύοντας καλλιτέχνες και δημιουργούς. Ένα είδος άτυπου γενναιόδωρου ΥΠΠΟ για τη χώρα, επί της ουσίας. Πέθανε το 2020.
Επηρεασμένος από τον Χούσερλ, τον Κίρκεγκααρντ, τον Νίτσε, τον Χάιντεγκερ και τον Σαρτρ στη φιλοσοφία, θαυμαστής των Ντοστογιέφσκι, Καμί και Κάφκα, στη λογοτεχνία, βρέθηκε κοντά στο κίνημα του Υπαρξισμού, που γνώριζε στιγμές μεγάλης αίγλης και δημοτικότητας κατά την δεκαετία του ’50. Αν και ελεύθερα σκεπτόμενος διανοούμενος, ο Εντουάρντου Λορένσου χαρακτηρίζεται από μια αρκετά μετριοπαθή πλην αταλάντευτη αριστερή ματιά και στάση απέναντι στα πολιτικά πράγματα και τις κοινωνικές εντάσεις του καιρού του. Αντιμετωπίζοντας, όμως, πάντα κριτικά την όποια κομματική αριστερά. Αν ισχύει η λαϊκή ρήση «πες μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι», αξίζει να σημειώσουμε πως ο εγγύτερός του, πνευματικά, διανοούμενος και λογοτέχνης — και πολύ φίλος του, ήταν ο VergÍlio Ferreira — μόνιμα και γόνιμα αμφιταλαντευόμενος ανάμεσα στον Νεορεαλισμό και τον Υπαρξισμό (βλ. και https://stochastis.gr/product/syntomi-chara/).
Ο Εντουάρντου Λορένσου τιμήθηκε με τη μεγαλύτερη διάκριση για πορτογαλόφωνους συγγραφείς, το βραβείo Camões (1996).
Χαλκέντερος δοκιμιογράφος, κατά κύριο λόγο, με μια έντονα φιλοσοφική προσέγγιση πάντα στα γραπτά του, ασχέτως θέματος και γνωστικού πεδίου, ο Εντουάρντου Λορένσου ενδιαφέρθηκε, από πολύ νέος, για τα ζητήματα του πολιτισμού και της πρόσληψής τους από τις ελίτ και τις μάζες, καθώς και για τις εξελίξεις στην κριτική και στην θεωρία της λογοτεχνίας, ξεπερνώντας τις ιστορικιστικές και τις (φερόμενες ως) αντικειμενικές προσεγγίσεις της εποχής σχετικά με το όλο θέμα.
Ο Λορένσου συνέβαλε αποφασιστικά σε μια νέα προσέγγιση και σε μια διεισδυτική θεώρηση της (πορτογαλικής κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά) νεωτερικότητας, όπως αυτή αποτυπώνεται στο έργο του Φ. Πεσόα συνολικά, μέσα από τα βιβλία Pessoa Revisitado (Ξαναδιαβάζοντας τον Πεσόα, 1973) και Fernaando, Rei da nossa Βaviera (O Φερνάντο, Βασιλεύς της καθ’ ημάς Βαυαρίας). Προχώρησε, ακόμη, σε μια κριτική αποτίμηση της προσφοράς του δυναμικού και γόνιμου πορτογαλικού Νεορεαλισμού — το ρεύμα αυτό ήταν ενεργό από το 1930 έως και το 1970 περίπου — στα πορτογαλικά γράμματα και τις τέχνες, καθώς και της ρήξης του με τον λαμπρό πορτογαλικό Μοντερνισμό, ο οποίος είχε προηγηθεί, μέσα από το έργο του Sentido e Forma da Poesia Neo-Realista (Νόημα και Μορφή της νεορεαλιστικής ποίησης, 1968). Ασχολήθηκε με ζητήματα ιδεολογίας και λογοτεχνίας, απτόμενα της πολιτικής κατάστασης της εποχής στην Πορτογαλία, μέσα από έργα όπως Os Militares e o Poder
(Οι στρατιωτικοί και η εξουσία, 1975), Ο Fascismo nunca existiu (Ο φασισμός ποτέ δεν υπήρξε, 1976)
και Situação Africana e Consciênciaa Nacional (Η κατάσταση στην Αφρική και η εθνική συνείδηση, 1976). Ενδιαφέρθηκε ακόμη για τους στοχαστές και λογοτέχνες που χαρακτηρίστηκαν «ετερόδοξοι (heterodoxos, στα πορτογαλικά, δηλ. ενάντιοι στο ρεύμα της εποχής και την κυρίαρχη αφήγηση, δηλαδή τους alternative έναντι των mainstream, κατά μία έννοια και μέσα από μια σύγχρονη ματιά η λέξη έχει μεγάλη και μακρά ιστορία στα γράμματα της Ιβηρικής) — μελετώντας την ετεροδοξία στην Ευρώπη, και ειδικότερα την Πορτογαλία, όπου τον απασχόλησε ιδιαίτερα η περίπτωση του Miguel Torga.
Το έργο του, όμως, που προκάλεσε τις περισσότερες και τις πιο παθιασμένες συζητήσεις και πολεμικές, με αποτέλεσμα να καταλήξει να θεωρείται, εκ των πραγμάτων, ως ο σημαντικότερος σύγχρονος μελετητής της «πορτογαλικότητας» είναι: Ο λαβύρινθος της saudade: μυθική ψυχανάλυση του πορτογαλικού πεπρωμένου. Αρκεί μόνο να αναλογιστούμε πως οι δυο πορτογαλικές λέξεις που μένουν — πολύ σωστά και αναγκαστικά — αμετάφραστες στις άλλες γλώσσες είναι οι λέξεις fado και saudade.
O λαβύρινθος της saudade
Saudade: Μια λέξη της οποίας η μετάφραση σε άλλες γλώσσες έχει χαρακτηριστεί πολύ προβληματική. Προέρχεται από το λατινικό solitatem (=μοναξιά). Μπορεί, σε γενικές γραμμές, να περιγραφεί ως κάτι ανάμεσα στη νοσταλγία και τη μελαγχολία. Βασικό επανερχόμενο μοτίβο στην πορτογαλική ποίηση από πολύ παλιά, την ερωτική κυρίως. Το πολύ γνωστό τραγούδι τής Cesária Ėvora με τίτλο «Sodade» – παραφθορά της λέξης saudade στα κρεολικά πορτογαλικά του Πράσινου Ακρωτηρίου – έφερε τη λέξη, έστω και κάπως αλλαγμένη, στα χείλη εκατομμυρίων μη πορτογαλόφωνων ανά την υφήλιο. Η Carolina Wilhelm Michaëlis de Vasconcelos (1851-1925), συγγραφέας, κριτικός και λεξικογράφος, την ορίζει ως εξής: «Ανάμνηση μιας κατάστασης ή ενός πράγματος που απολαύσαμε στο παρελθόν, σε εποχές που δεν ξαναγυρίζουν, θλίψη που δεν το απολαμβάνουμε στο παρόν ή το απολαμβάνουμε μονάχα ως ανάμνηση και επιθυμία ή ελπίδα επιστροφής, σε κάποιο μέλλον, στην παλαιά κατάσταση ευτυχίας».
Ο τίτλος του έργου, προφανώς, θυμίζει, άλλους ανάλογους, προγενέστερους μεν, αλλά ακόμη στο πνεύμα της εποχής εκείνης, όπως τον «Ισπανικό λαβύρινθο», του Gerald Brenan και, κυρίως, τον Λαβύρινθο της μοναξιάς, του Octavio Paz. Πρόκειται για δυο βιβλία για την ισπανική και την μεξικανική διαφορετικότητα αντίστοιχα, που διαβάστηκαν πολύ στην εποχή τους και άσκησαν μεγάλη επιρροή.
Το έργο αυτό του Λορένσου, αν και γραμμένο κάπως «εν θερμώ», σε μια εποχή τεκτονικών αλλαγών για την Πορτογαλία, διατηρεί σχεδόν στο ακέραιο την αξία του για την κατανόηση της Πορτογαλίας, σε ό,τι αφορά την λογοτεχνία της αλλά και την ιστορία των ιδεών.