Τα κουτιά του Ρεμόν Κενό και το Dion-Bouton: μια ανάγνωση

Τα κουτιά του Ρεμόν Κενό και το Dion-Bouton: μια ανάγνωση

Ρεμόν Κενό, «Η Πτήση του Ίκαρου», μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, Ύψιλον/βιβλία 2023

Η ιστορία του Ικάρου, του χαρακτήρα που πετάει μακριά από το μυθιστόρημα του συγγραφέα Υμπέρ Λυμπέρ και περιπλανιέται στους δρόμους του Παρισιού, δεν μπορεί παρά να σε συναρπάσει. Μέσα στον θεατρικό, καλειδοσκοπικό κόσμο του Ρεμόν Κενό φυσάει ένα αεράκι δυνατό που σε παρασύρει από την πρώτη κιόλας σελίδα.
Διασκεδάζεις με τον πανικό του Λυμπέρ που ψάχνει μάταια τον χαρακτήρα του κάτω από έπιπλα και μέσα σε ντουλάπια, και με την τόλμη του Ικάρου, που, αν και έχει ηλικία λίγων μόνο σελίδων, ξεκινά το ταξίδι του στον αληθινό κόσμο μαθαίνοντας να πίνει αψέντι και να ερωτοτροπεί. Ευθυμείς με εκείνο το πιάτο με τα στρείδια της Οστάνδης στο Café Anglais και με τις γκάφες και τις αστείες μεταμφιέσεις του ντετέκτιβ Μορκόλ που αναζητά τον χαμένο χαρακτήρα. Ενθουσιάζεσαι με τον Ίκαρο-χαρταετό που “ίπταται” μέσα στην ιστορία με όλους τους πιθανούς τρόπους - τυχαία, αυτοβούλως, εξαναγκαστικά - και που “κλέβεται” ξανά και ξανά αλλά καταφέρνει πάντα να το σκάει και να τρέχει στους δρόμους του Παρισιού ελεύθερος πάνω σε ένα ποδήλατο. Χαίρεσαι που ο συμπαθής ήρωας καταφέρνει να γλιτώσει από τη μελαγχολική ζωή και τις νευρώσεις του fin-de-siècle που θέλει να του φορτώσει ο Λυμπέρ και που αποκτάει συνείδηση και μνήμη δημιουργώντας τη δική του πραγματικότητα. Εκπλήσσεσαι κάθε φορά που βλέπεις έναν ακόμα χαρακτήρα να δραπετεύει από κάποιο μυθιστόρημα και να περπατά ελεύθερος στην πόλη, να μετακινείται αυτοστιγμεί από το ένα μέρος στο άλλο ή να σβήνεται μονοκοντυλιά μπρος στα μάτια σου γιατί αντιλαμβάνεσαι ότι γίνεσαι αυτόπτης μάρτυρας της ίδιας της διαδικασίας της συγγραφής. Η λογοτεχνία ρέει ασταμάτητα μέσα στις σελίδες, χαρακτήρες και ιστορίες διασταυρώνονται, κι εσύ κυλάς ευτυχής πάνω στις λέξεις μέχρι το τέλος, όταν οι πολλοί αφηγητές γίνονται ένας κι ο Λυμπέρ γράφει θριαμβευτικά τον επίλογό του.

Βλ. απόσπασμα του βιβλίου εδώ

Ολοκληρώνεις την ανάγνωση του βιβλίου που είναι μέσα στο βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου και μετά το κλείνεις κι αυτό. Το ακουμπάς στο πλάι στο τραπέζι. Χαζεύεις τον ουρανό πάνω στο εξώφυλλο και σκέφτεσαι τον επίλογο· δεν σου άρεσε. Σε ενοχλεί που εκείνο το ευχάριστο αεράκι παύει να φυσά τόσο απότομα στο τέλος, όταν ο πραγματικός Λυμπέρ κάνει αιφνιδίως την εμφάνισή του για να κλείσει την ιστορία θυμίζοντάς σου ότι όλοι οι χαρταετοί έχουν σπάγκο. Διαισθάνεσαι ότι κάτω από το γάργαρο χιούμορ του Κενό καραδοκεί ένας βαθύς, σκοτεινός κυνισμός, μια πικρία για κάτι σημαντικό που όμως το προσπέρασες στην πρώτη ανάγνωση κι αρχίζεις να ξεφυλλίζεις το βιβλίο από την αρχή για να το βρεις. Αμέσως καταλαβαίνεις ότι τίποτε δεν είναι πλέον ίδιο εκεί μέσα.
Ο ευρύς, σπαρταριστός κόσμος που σε είχε αρχικά συνεπάρει σου φαίνεται πολύ στενεμένος τώρα, λες και το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε χώρο με συγκεκριμένο πλάτος, μήκος κι ύψος, σε ένα κουτί κλειστό και διάφανο, ας πούμε. Σκύβεις από πάνω για να δεις καλύτερα και διαπιστώνεις ότι ο κόσμος του Ικάρου μοιάζει πολύ με μυρμηγκοφωλιά· παρ΄ όλη τη φαινομενική απειθαρχία τους, τα φανταστικά πλάσματα της ιστορίας υπηρετούν την αποικία τους πιστά, παίζοντας τους προκαθορισμένους ρόλους τους: δεν ξεμακραίνουν ποτέ το ένα από το άλλο, σκουντουφλάνε συνεχώς μεταξύ τους, διασταυρώνουν τις κεραίες τους, αναγνωρίζονται πάραυτα, συνεργάζονται, διαφωνούν, τσακώνονται, τρέχουν αποφασιστικά προς πάσα κατεύθυνση, τρακάρουν πάνω στους διάφανους τοίχους του κουτιού, στρίβουν ενστικτωδώς δεξιά ή αριστερά, και συνεχίζουν να περιδιαβαίνουν εκστασιασμένα, ξανά και ξανά, τους συγκοινωνούντες, φανταστικούς κόσμους που δημιουργούν μέσα στο λιγοστό χώμα. Ανάμεσά τους βολοδέρνει και “ο καημένος ο κύριος Λυμπέρ” που νομίζει ότι είναι ελεύθερος και αληθινός αλλά δεν ξέρει ότι είναι κι αυτός δημιούργημα του πραγματικού συγγραφέα Λυμπέρ που γράφει το μυθιστόρημα - ο οποίος επίσης νομίζει ότι είναι ελεύθερος και αληθινός αλλά ούτε αυτός ξέρει ότι είναι κλεισμένος μέσα σε ένα μεγαλύτερο διάφανο κουτί ως αποκύημα της φαντασίας του πραγματικού συγγραφέα Ρεμόν Κενό που υπογράφει το βιβλίο. Αναπόφευκτα σκέφτεσαι ότι ο Κενό εγκιβώτισε αυτούς τους επινοημένους κόσμους και τους δημιουργούς τους μόνο και μόνο για να στήσει μια μαθηματική επαγωγή που θα σου επιβάλλει να φανταστείς ότι είναι και αυτός εγκλωβισμένος μέσα σε ένα ακόμα μεγαλύτερο διάφανο κουτί ως το δημιούργημα κάποιου άλλου συγγραφέα. Ο νους σου τρέχει αμέσως σε εκείνη τη συζήτηση που έχει ο χαρακτήρας Επιπαντός με τον Ίκαρο καθώς παρατηρούν τους πραγματικούς ανθρώπους γύρω τους:

ΕΠΙΠΑΝΤΟΣ: Μόλις νιώσουμε ελεύθεροι, ναι, αλλά κινδυνεύουμε ανά πάσα στιγμή να επιστρέψουμε σε μιαν άλλη κατάσταση, αντίθετα από ό,τι οι άνθρωποι που κυκλοφορούν στο δρόμο.
ΙΚΑΡΟΣ: Τι ξέρουμε εμείς; Όλα αυτά καταλήγουν στο ίδιο σημείο. Αυτοί οι άνθρωποι που λέτε, μπορεί να είναι χαρακτήρες μιας άλλης κατηγορίας συγγραφέων.

Ακούς καθαρά το σαρκαστικό γέλιο του Κενό να αντηχεί κάτω από τις λέξεις· σου λέει ότι είναι αδύνατο να γνωρίζει κανείς τι είναι αληθινό και τι όχι ή να ξέρει με βεβαιότητα αν όντως έχει τον έλεγχο της ζωής του ή ποιος είναι ο πραγματικός συγγραφέας πίσω από την κάθε ιστορία. Σου λέει ότι οι επιφάνειες των κουτιών είναι διάφανες κι οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό εξαιρετικά λεπτές, σχεδόν αόρατες, και ότι αυτό που ο καθένας αντιλαμβάνεται ως πραγματικότητα δεν είναι άλλο από το σύνολο των ιστοριών που γράφουν οι κάθε λογής συγγραφείς που βουίζουν μέσα και έξω από αυτά τα κουτιά. Αρχίζεις τους υπολογισμούς και ακούς τον Κενό να γελά ακόμα πιο δυνατά καθώς διαπιστώνεις ότι υπάρχουν γύρω σου περισσότεροι συγγραφείς από όσους μπορείς να μετρήσεις: υπάρχουν οι ιστορίες που γράφουν οι άλλοι για σένα, οι ιστορίες που νομίζεις εσύ ότι γράφουν οι άλλοι για σένα, οι ιστορίες που γράφεις εσύ για τους άλλους, οι ιστορίες που νομίζουν οι άλλοι ότι γράφεις για αυτούς, οι ιστορίες που γράφεις εσύ για εσένα, οι ιστορίες που γράφουν οι άλλοι για τον εαυτό τους, οι ιστορίες που γράφει για όλους ο πραγματικός συγγραφέας που βρίσκεται έξω από όλα αυτά τα κουτιά. Σου έρχεται στον νου ο θεός που κινεί τον Θεό που κινεί τον παίχτη που κινεί τα πιόνια στη σκακιέρα του Μπόρχες και αναρωτιέσαι αν ο Κενό είχε δώσει κάποιο όνομα σε αυτόν τον υπέρτατο δημιουργό· πολύ θα ήθελες να μάθεις αν τον αποκαλούσε Μοίρα, Θεό, Σύμπτωση, Ανάγκη ή κάπως αλλιώς.

Πάνω που αρχίζεις να νιώθεις ότι είσαι χαρακτήρας σε μυθιστόρημα στου οποίου τη συγγραφή έχεις περιορισμένη συμμετοχή και να καταλήγεις στο στενόχωρο συμπέρασμα ότι ο χαριτολόγος Κενό βλέπει τον κόσμο ως ένα ζοφερό μέρος στο οποίο η αυτονομία και η ελευθερία είναι παντελώς ανέφικτες, ακούς μέσα από τις σελίδες το μαρσάρισμα του Dion-Bouton κι αναθαρρείς! Θυμάσαι ότι ο Σαμισάκ-Πιεπλύ είναι ο μόνος χαρακτήρας που δραπετεύει και δεν επιστρέφει ποτέ στον συγγραφέα του, ούτε υιοθετείται από κάποιον άλλον. Υποθέτεις ότι καταφέρνει με κάποιο τρόπο να διαπεράσει τα διάφανα όρια των κουτιών και να τρέξει με το αμάξι του έξω από τις ιστορίες των άλλων, έξω από το μυθιστόρημα του Ζακ, έξω από το μυθιστόρημα του Λυμπέρ κι ύστερα έξω από το βιβλίο του Κενό, και για αυτό δεν ξέρει κανείς τους που βρίσκεται. Χαμογελάς· ο Κενό φαίνεται να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να κατακτήσει κάποιος την ελευθερία του και να ξεφύγει από τους συγγραφείς του, φανταστικούς και πραγματικούς. Δεν απαιτούνται υπερβάσεις, ούτε μυθικά πετάγματα· το μόνο που χρειάζεται να κάνει κανείς είναι να διασχίσει τη μυρμηγκοφωλιά του με τα πόδια (ή, ακόμα καλύτερα, με ένα όχημα σαν το Dion-Bouton που προχωρά “πορδίζοντας κι αναθυμιάζοντας”), προσπερνώντας τις ιστορίες υπομονετικά και ατάραχα και σπάζοντας πλάκα σε όλη τη διαδρομή.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: