Μέσα στο ογκώδες και πολυσχιδές συγγραφικό έργο του Βασίλη Βασιλικού, πάντοτε υπάρχουν κείμενα και βιβλία στα οποία δεν δόθηκε η δέουσα σημασία: αφενός ακριβώς λόγω του πολυάριθμου έργου του, αφετέρου επειδή ο Βασιλικός πέρα από ένα εκρηκτικό φυσικό αφηγηματικό ταλέντο (εκείνη η περίφημη ιδιότητα του «παραμυθά» ή story-teller) σχεδόν σε όλα του τα έργα παρουσίασε μορφικές και ειδολογικές καινοτομίες.[1] Στο παρόν άρθρο θα μας απασχολήσει η συλλογή κειμένων Εκτός των τειχών,[2] το οποίο θεωρούμε το ιδρυτικό, καταστατικό βιβλίο της ελληνόφωνης μη μυθοπλαστικής λογοτεχνίας (non-fiction literature/novel)[3] – ασφαλώς μαζί με το Ζ του ιδίου. Το βιβλίο αποτελεί συναρμογή κειμένων, ορισμένα εκ των οποίων πρωτοδημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής, κυρίως στον Ταχυδρόμο. Χρονικά ανήκει στη αποκαλούμενη και πρώτη συγγραφική περίοδο του Βασιλικού, η οποία ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 50 και φτάνει ως την επιβολή της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών το 1967. Ο «πρώιμος» Βασιλικός κατορθώνει να συγγράψει διαδοχικά βιβλία επιτυχημένα, εξαιρετικά καινοτόμα θεματολογικά, μορφικά και ειδολογικά, συνάμα δε εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους.
Ενώ ήταν αρκετά συνηθισμένο να συγκεντρώνονται σε τόμους δημοσιεύματα του Τύπου –κυρίως, χρονογραφήματα, επιφυλλίδες, κριτικές, με λίγα λόγια ότι παρήγαγαν οι «γραφιάδες» –[4] ουδείς μέχρι τη δημοσίευση του Εκτός των Τειχών δεν είχε επιχειρήσει να δημοσιεύσει κείμενα σε τόμο με αξιώσεις «καθαρής» λογοτεχνίας. Με άλλα λόγια, το βιβλίο «λανσάρεται» εξ αρχής ως –τρόπον τινά– ενιαίο λογοτεχνικό έργο και όχι ως απάνθισμα κειμένων από τον Τύπο. Ο προσφάτως εκλιπών Δημήτρης Φύσσας στο επίμετρο της οριστικής έκδοσης του 2011 σημειώνει:
[…] Κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ ρεπορτάζ, μαρτυρίας, ντοκουμέντου, μυθοπλασίας και ημιδοκιμίου. Υπάρχουν κομμάτια που δεν είσαι σίγουρος σε ποια κατηγορία ανήκουν, υπάρχουν άλλα που εκ των προτέρων το δηλώνουν ότι ανήκουν σε δύο ή σε περισσότερες.[5]
Θυμίζουμε ότι το έργο δημοσιεύεται το 1966, χρονιά που κυκλοφορεί και το διασημότερο βιβλίο της non-fiction literature, το Εν Ψυχρώ (In Cold Blood) του Τρούμαν Καπότε,[6] με ελάχιστη όμως απήχηση στον τότε ελληνικό λογοτεχνικό και δημόσιο χώρο –παρ’ όλα αυτά ο Βασιλικός βεβαιώνει ότι το διάβασε την ίδια χρονιά και έτσι ξεκίνησε η συγγραφή του Ζ.[7] Το είδος θεωρούμε ότι φτάνει στο απόγειό του με τη βράβευση της Λευκορωσίδας Σβετλάνα Αλεξέγιεβιτς με το Νόμπελ Λογοτεχνίας πλέον το 2015[8] και εμμέσως με την έκρηξη του είδους της αυτομυθοπλασίας –παρότι αυτή οπωσδήποτε δεν ταυτίζεται με τη μη μυθοπλαστική λογοτεχνία. Για τον Ίταλο Καλβίνο, προσωπικό φίλο του Βασιλικού,[9] το εν λόγω έργο αλλά και η λογοτεχνία του εν γένει συγκεράζει την ανάγκη πληροφόρησης με τη φροντίδα της γραφής.[10]
Ασφαλώς το μη μυθοπλαστικό μυθιστόρημα δεν ταυτίζεται απολύτως απαραιτήτως με το μυθιστόρημα-ντοκουμέντο, του οποίου επίσης καταστατικό κείμενο στον ελληνόφωνο χώρο αποτελεί το Ζ του Βασιλικού, και αυτό όχι μόνο για λόγους διαφορετικής έκτασης των έργων τους. Μολονότι τα δύο βιβλία συνδέονται οργανικά (στο Εκτός των τειχών διαβάζουμε μάλιστα προπλάσματα του Ζ) και πρωτοδημοσιεύτηκαν την ίδια χρονιά, εμμένουμε σε ορισμένες λεπτές διαφοροποιήσεις μυθιστορήματος-ντοκουμέντου και μη μυθοπλαστικού λογοτεχνήματος, επειδή ακριβώς η χρήση από μεριάς μας του όρου «λογοτεχνήματος» δείχνει εκτός από τη διαφορά έκτασης και τους τρόπους γραφής, τα αφηγηματικά στυλ, την απεύθυνση στον αναγνώστη κ.ο.κ.[11] Εάν η θεωρητική συζήτηση ορίζει τη μη μυθοπλαστική λογοτεχνία, μεταξύ άλλων, ως λογοτεχνική αναδιάταξη προσφάτων ιστορικών γεγονότων, συνήθως συγκλονιστικών όπως στο Ζ, στο Εκτός των τειχών αναδεικνύονται επιπλέον και μικροσυμβάντα με ιδιαίτερη αφηγηματική δύναμη και θέρμη.
Να επισημάνουμε πως το εν λόγω βιβλίο δεν συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κριτικής και του αναγνωστικού κοινού, τουλάχιστον όχι όσο τα Θύματα Ειρήνης, η Τριλογία και το Ζ της ίδια περιόδου –είναι ίσως στη μοίρα των κειμένων που είναι μπροστά από την εποχή τους ν΄ αναγνωρίζονται με καθυστέρηση. Οι κριτικές της εποχής ενώ αναγνωρίζουν την αφηγηματική δύναμη και την κοινωνική στράτευση του Βασιλικού, αδυνατούν να συλλάβουν ότι το βιβλίο αποτελεί προαναγγελία ενός νέου είδους,[12] ενώ δεν λείπουν και οι ξεκάθαρα αρνητικά τονισμένες έναντί του.[13]
Το Εκτός των τειχών μοιάζει παρ’ όλα τα παραπάνω –ή, ακριβώς λόγω των παραπάνω- ένα απαύγασμα πρωτοπορίας: σε ό,τι αφορά τις αφηγηματικές τεχνικές του, ό,τι ονόμαζε ο ίδιος ο συγγραφέας «το απαραίτητο μοντάζ», που αργότερα θα φτάσει στα όρια ενός λελογισμένου μεταμοντερνισμού (σε έργα όπως ο Θάνατος του Αμερικάνου ή ο Γλαύκος Θρασάκης), και σε επίπεδο μιας γλώσσας άμεσης, ευθύβολης, στακάτης, σε ορισμένες της στιγμές και ποιητικίζουσας, φανερώνεται έτσι ένας συγγραφέας πανταχού παρών (και την ιδιότητα του «συγγραφέα» πληρών) και συνάμα δυσκατάτακτος, καθώς τον ενδιαφέρουν όλες ανεξαιρέτως οι όψεις της γραφής, κάτι που θα επιβεβαιωθεί συν τω χρόνω με τα διαφορετικά είδα με τα οποία θα ασχοληθεί.
Από πολιτικό-ιδεολογική σκοπιά, δεν πρόκειται μόνο για το γεγονός πως στον τόμο συμπεριλαμβάνονται κείμενα δημοσιογραφικού ή ακόμη και αριστερού ενδιαφέροντος, αλλά φαίνεται να επικρατεί κάτι πολύ ανώτερο και ουσιώδες: αποδεικνύεται ότι η κοινωνική και η λογοτεχνική πραγματικότητα συμφύρονται.[14] Τον νεαρό Βασιλικό ούτως ή άλλως τον αφορούν τα ίδια ζητήματα, ασχέτως με ποια έκφραση γραφής τα αποδίδει.[15] Η ματιά του είναι αυτή του ενεργού, ευαίσθητου, προοδευτικού πολίτη, η οποία με φυσικό τρόπο μετουσιώνεται σε λογοτεχνία – πέραν των ήδη αυτονόητων μορφών: ρεπορτάζ, δοκίμιο, πολιτικά κείμενα κ.ο.κ. Απόδειξη για όλα αυτά, η αντοχή των εν λόγω κειμένων στον χρόνο, εν αντιθέσει με τα λεγόμενα και επικαιρικά.
Τέλος, εάν θα έπρεπε να ξεχωρίσουμε δύο μόνο ενδεικτικά κείμενα από το βιβλίο, αυτά θα ήταν το «Σωματείον ρακοσυλλεκτών ‘‘Ο Κλεάνθης’’»[16] ως το αρτιότερο λογοτεχνικά και το «Πολιτικοί κρατούμενοι»[17] ως το συγκλονιστικότερο. Το Εκτός των Τειχών αποτελεί τη χειροπιαστή απόδειξη ότι η λογοτεχνία που πρωτοπορεί και προπορεύεται της εποχής της μπορεί να είναι συνάμα και γοητευτική, χωρίς να θυσιάζει την αναγνωστική ηδονή στην ανάγκη του πειραματισμού.