Στάση πρώτη: Δωδέκατο Arrondissement
Εκινήθη ανάμεσα σε στοίβες
παλαιών φωτογραφιών.
Τι θα πει «μιας άλλης εποχής»,
όταν υφάδια εγκαρσίως τιθέμενα
εις την περατήν σιωπήν,
εκύκλωσαν τες εποχές
ωσεί ύδωρ φυλακτήριον.
Οδός Σαρεντόν εννιά.
Εγκαινίασα την τάξιν των Τύπων.
Την θύραν αβεβαίως κρούοντας,
απρόσκλητη στ' ανάλια δώματα
του εβδόμου εισήλθα.
Ιστάμενη επί του φορτίου
των καρδιακών αιωρήσεων.
Ενδεδυμένη το σάκινον χιτώνιον της ρήξεως
με τες ψευδαισθήσεις των κοντών ερμηνειών.
Τες ερμηνείες ερμηνεύοντας,
κατέλιπαν ανεπίδοτες
τες αγνές προθέσεις της περίσσειας.
Μωροί και τυφλοί.
Εθυσίασαν και το περιττόν ακόμη,
εις τον βωμόν των κακοδοξιών.
Εις αυστηράν επίσπευσιν
πονηρών αντί αγαθών.
Εθώρησα τους τοίχους.
Παρέμειναν τα κάδρα η μόνη ανάπαυσις των.
Στάση Δεύτερη: Μπουρκίνα Φάσο
Στες αυλακιές του προσώπου του.
Το αίνιγμα ήτο αχώρητος εορτή.
Μορφασμοί.
Με τες θεάσεις της ύστερης πλήξης.
Και τες εξάρσεις του φόβου
τες μυστηριακές.
Ερημωμένο.
Ουχί για το ενδεχόμενο
ή το τετελεσμένο.
Μήτε φορτίο σε χρησμούς πεπτωκότες.
Στα παζάρια του Μπουρκίνα Φάσο.
Όπου ’πνιγε την ταραχή του.
Στα καλάθια των πραματευτάδων.
Όπου ’κρυβε τον φευγαλέο του εαυτό.
Στο στιλπνό μαχαίρι που δειγμάτιζε
τον ώριμο καρπό.
Σάρκα κι ομιλία επληρώθησαν εν ριπή.
Ήτο το αναπάντητο η αποσκευή του.
Στης αποβάθρας τα κλεμμένα σημεία
και τες σβηστές πνοές.
Στων φαναριών των πλοίων
τες σηκωμένες Άγκυρες.
Δεν γύρευε ταξίδια.
Τόσοι και τόσοι ύμνησαν τες διαδρομές
και την αξίαν τους.
Την ειρήνην της στάσης επόθησε.
Δίχως τες πλάνες δόξες της αρχής
και του τέλους.
Μα μήτε και τες πλασματικές αξίες
μιας Διαδρομής.
Δίχως αποσκευές.
Στες ύψιστες τόλμες του απολύτου.
Στα πλεονάσματα της μνήμης του.
Στάση Τρίτη: Stultifera navis
Το πλήγμα της Στιγμής επήρε την
Τροπήν του.
Ως δέκτης παθητικός.
Εντός της Στιγμής εβύθισαν
το Κέντρο Βάρους της Διάρκειας.
Κι αν πω την ευτυχίαν μίαν Στιγμήν μονάχα,
άλλην βλασφήμιαν δεν ευρίσκω
πιο απεχθήν.
Στα καμώματα της Σύμπτωσης,
άνθρωποι μικροί επάσχιζαν να φέρουν
στα φτωχικά τους μέτρα,
τες διαστρώσεις του αβαθούς.
Μα πώς να παρηγορηθούν
με τους Δούρειους Ίππους τους.
Έκρυβαν στες ξύλινες φλέβες
της κρύπτης τους,
τες συνενοχές και τες απογνώσεις
κείνων των μικρών.
Τες ιδιάζουσες Αναφορές τους.
Μα μην ορμάς στην Μάχην για μιαν ατέλειαν,
σου είπεν ο Επισκέπτης.
Να μην ορμάς για το λίγο του ηττημένου,
που το λες Στιγμή.