Ένδεια οστών & άλλων

Ένδεια οστών

Αρχαία είναι
η Νύχτα ―περίοπτη― χτίζεται
μέρα με την ημέρα ― αιώνες
στο Άργειον Όρος ―στην Ακρόπολη― αρχαία είναι
η Λύκτος* ―η αλλοτινή Καρνησούπολη―
η ασπροχώματη Λύκαστος
το Ρύτιο αρχαίες είναι
οι λύχνοι
η Λήθη
η Λύπη
η Λήκυθος
η λίθινη επιγραφή
τα κεραμικά ευρήματα τα ταφικά
αγγεία άφθονα
τα κτερίσματα στις νεκροπόλεις των ονείρων
υπάρχει όμως
ένδεια οστών εδώ ―ασυνήθιστη―

Να φταίει άραγε η οξειδωτική σύσταση του χώματος ή κάποια άγνωστη μυστική
τελετουργία;

Ποιοι έζησαν στα μέρη αυτά; πότε πέθαναν; Γιατί
δεν βρέθηκαν τα οστά τους;

Αν είμαστε ίχνη, όπως λες, από όνειρα πώς γίνεται
τα όνειρα να μην αφήνουν ίχνη;


«Οι Μαγεμένες»
«Οι Μαγεμένες»

Mermaids in the basement**

Μην γίνεσαι όμηρος όπως εγώ, είσαι και συ δόλωμα για τα πουλιά
Μην παραδίνεσαι με το που φτάνεις σ’ αυτόν τον ναό των ειδώλων
Κι αν είσαι νέος μην το μαρτυράς, μην σε παραπλανούν αυτά τα ερείπια
Μην πιστεύεις ούτε στην ψυχή μου ούτε στο μεθυσμένο βλέμμα
Μην εμπιστεύεσαι έναν μαγεμένο, έναν τρελό»

(Αχμέτ Μεσχουρί)

Γεννηθήκαμε στην αγορά εκ γενετής δερματόδετες ―
στην πλάτη ― δε μπορούμε
να κοιτάξουμε η μία την άλλη δε μπορούμε
να ζήσουμε χώρια τη νύχτα που μας ξερίζωσαν τοποθέτησαν
τα μέλη μας σε βοϊδάμαξες
σκορπίσαν στον πλακόστρωτο δρόμο του λιμανιού ―σκορπίσαμε
Καλοκυράδες της Αγοράς, Σουρέ Μαλέ- Αγγέλων Σχήματα, Είδωλα, Έργα Μαγείας μας είπαν και μας φόρτωσαν στο γαλλικό La Mouhette
(εκείνη τη νύχτα μόνο ένας ξένος ―αλλόθρησκος―
Ήρθε το φευγιό από τον γενέθλιο τόπο μας για να μαρτυρήσει)

Λες: «Δεν έπρεπε πίσω να κοιτάς»
Δε φταίω. Είμαι αμφίγλυφη ― γεννήθηκα έτσι
σε πολλές ιστορίες σφηνωμένη ανάμεσα
με δυνατές του μάρμαρου στην πλάτη μου ραφές δέσμια σε ξόρκι
άλυτο, δυνατό― μαγεμένη

(Αμφίγλυφη είναι η Μνήμη, η Θλίψη, η Πληγή. Χαράσσεται στην πέτρα, στο ξύλο, στο μάρμαρο, χαράσσεται στα δέρματα. Όπου κι αν κρυφτείς θα σε δει. Όπου κι αν την αγγίξεις
― Πονάω)

Λένε πως είμαι από γένος βασιλικό ― της Θράκης βασίλισσα
ή ίσως της Υεμένης―σύζυγος του κραταιού Σολομώντα
γνωστή με διάφορα ονόματα: Μπελκίς Ανά, Καρυάτιδα
ή Βασίλισσα του Σαβά λένε πως ήρθα εδώ από την Ακρόπολη της Αθήνας ή από την Ιερουσαλήμ
λένε πως υπήρξα κάποτε ερωτευμένη

(Τη νύχτα πριν τη μυστική μας συνάντηση με τον Μέγα Αλέξανδρο δέθηκα εδώ με μάγια βαριά στη Στοά των Ειδώλων, μαρμάρωσα μαζί με τους ακολούθους μου – με αποκάλεσαν Παράφορη. Μαγεμένη. Τρελή

Με απήγαγαν
Η τιμωρία μου συνεχίζεται στην εξορία. Αιώνες)

Δεν κατάλαβα πότε έκλεψαν τον αέρα που ανέσαινα πότε μου στέρησαν αναπάντεχα
Την αναπνοή, πότε με πήραν μακριά απ’ τη γη μου ―

Ρωτάς αν είμαι ζωντανή. Αν χτυπάει (ακόμα) η καρδιά ―
Είμαι ζωντανή. Και αναπνέω ακόμα εδώ
Στην ξενιτιά ―

όπως οι γοργόνες σε αρχαία υπόγεια







Όλα στο χώμα είναι


Μνήμη της Σέμνης Καρούζου

Θα βγούμε κάποτε στο φως ― ξανά
όπως οι δύτες από την αγκαλιά του βυθού αναδύονται την αυγή
από ένα αρχαίο ναυάγιο ή όπως
οι νεκροί σηκώνονται με υψωμένη γροθιά από τον Άδη θα αγγίξουμε
το φωτοστέφανου του ήλιου στην επιφάνεια
του ωκεανού στην επιφάνεια της Λήθης
με χέρια λίθινα, καθαρά, σε αναστάσιμη γιορτή ― την γιορτή μας

Κι αν φθίνει ο κόσμος ο παλιός ― ο κόσμος που ξέραμε
ένας αλλιώτικος ―καινούριος― κόσμος θα αποκαλυφθεί ― γι’ αυτό μείνε όρθιος
όσο μπορείς στα αρχαία ερείπια τα αγάλματα
στα όρια της πέτρας στα όρια του κορμιού σκεπασμένα με χώμα
ακοίμητα σπαράγματα από τα σπλάχνα της Γης
υπομονετικά περιμένουν

Κάθε φορά που σφραγίζονται με βία τα στόματα εσύ να κοιτάζεις τα μάτια των αγαλμάτων

―τα αγάλματα, εκείνα θα σου πουν κοίτα- τα αγάλματα μας κοιτούν
―ο Κούρος του Σουνίου, ο Ποσειδώνας του Αρτεμισίου, ο Αριστόδικος―
τα αγάλματα μας μιλούν διαλέγονται μαζί μας διαλέγουν
συνομιλητές αυστηρά τα αγάλματα
είναι φλύαρα και σοβαρά κι όταν τα αγάλματα
σιωπούν― όπως τώρα
τα αγάλματα αναπνέουν ― παντοτινά

Θα ξαναβγούμε κάποτε στο φως, θα δεις, όπως εκείνη την ημέρα από τις χωμάτινες κρύπτες του μουσείου ― τα υπόγεια

Έστεκες ολομόναχη στο κέντρο της αίθουσας στο κέντρο της Μνήμης, στο κέντρο της σιωπής ― περιστοιχισμένη περήφανη από τους αιώνες
«η ιστορία επαναλαμβάνεται» είχες πει
Από εκείνο τον καιρό. Η ιστορία. Ξανά. Πάντα. Επαναλαμβάνεται.
«Πού είναι τα αγάλματα;» προστάζει η φωνή ―κάθε στιγμή― επιτακτικά
«Είναι στο χώμα» στο διηνεκές απαντάς

«Όλα στο χώμα είναι» ***

_____________________
*Αναφορά στα πρόσφατα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών στην αρχαία Λύκτο, στο νομό Ηρακλείου, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως πλήθος ταφικών αγγείων (κτερίσματα) αλλά σχεδόν καθόλου οστά- κάτι που θεωρείται ασυνήθιστο στην επιστήμη της αρχαιολογίας.

** Ο τίτλος του ποιήματος αναφέρεται σε στίχο από το ποίημα της Emily Dickinson “I started early- took my dog”. Το περιεχόμενο του ποιήματος αναφέρεται στην ρωμαϊκή κιονοστοιχία ―ομάδα γλυπτών αγαλμάτων του 2ου μ.Χ.― που αποκαλούνται αλλιώς και «Μαγεμένες» (Las Incantadas) και βρίσκονταν στην ρωμαϊκή αγορά της Θεσσαλονίκης καθώς και στους διάφορους μύθους που τα συνοδεύουν. Οι στίχοι στην αρχή του ποιήματος αποτελούν μέρος ποιήματος του Οθωμανού ποιητή Αχμέτ Μεσχουρί και αναρτώνται εδώ σε μετάφραση του Παναγιώτη Πούλου. Από την εισήγηση του Παναγιώτη Πούλου: «Πούλος, Π. Κ. (2021), «Μορφές και είδωλα στο κατώφλι της οθωμανικής νεωτερικότητας στη Θεσσαλονίκη» στο Ε. Σολομών και Σ. Γκαλινίκη (επιμ.), The work of magic art. Ιστορία, χρήσεις και σημασίες του μνημείου των Incantadas της Θεσσαλονίκης (σσ. 191-201). Θεσσαλονίκη: Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

*** Η τελευταία φράση αποδίδεται στην Σέμνη Καρούζου, διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου το διάστημα της ναζιστικής κατοχής. Την περίοδο εκείνη οι υπάλληλοι του μουσείου έκρυψαν μυστικά τα σημαντικότερα εκθέματα στα υπόγεια του Μουσείου για να μην τα βρουν οι Γερμανοί. Λέγεται ότι όταν ο διοικητής των ταγμάτων Ναζί μπαίνοντας σε μια άδεια αίθουσα ρώτησε τη Σέμνη Κ. πού βρίσκονταν τα αγάλματα εκείνη φέρεται πως απάντησε: «Στο χώμα. Όλα στο χώμα είναι».

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: