«Παρά την ευρεία αναγνώριση ότι η τέχνη έχει μια σημαντική εμπορική πτυχή, η τέχνη διατηρεί την πολιτιστική της εικόνα ως...τομέας ανώτερων πνευματικών αξιών, πέρα από τη σφαίρα της υλικής ζωής και πράξης.»1
―Richard Shusterman (πραγματιστής φιλόσοφος, 1949-)
Το Divine Decay είναι ένα εικαστικό project που αποτελείται από φθαρμένες φωτογραφίες που βρέθηκαν σε παλαιοπωλεία και διάφορα οικογενειακά άλμπουμ. Οι εικόνες επιλέχθηκαν μετά από εξονυχιστική έρευνα και επεξεργάστηκαν κατάλληλα ώστε να τονιστούν τα στοιχεία της σήψης και αποσύνθεσης. Το πειραματικό αυτό καλλιτεχνικό εγχείρημα ασχολείται με έννοιες όπως η μνήμη, ο χρόνος και η θνητότητα και επίσης καταπιάνεται με ζητήματα όπως η "πνευματικότητα", η οποία -αν και συχνά παραμελείται ή υποτιμάται- αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την ψυχική ισορροπία του ανθρώπου σε μια ολοένα πιο τεχνολογική και υλιστική κοινωνία.
Η τραχιά και ταλαιπωρημένη εμφάνιση των φωτογραφικών πορτρέτων του Divine Decay παραπέμπει στην ευθραυστότητα και την παροδική φύση της επίγειας ύπαρξης. Παρόλο που τέτοια θέματα θεωρούνται μάλλον νοσηρά και καταθλιπτικά, ο προβληματισμός για τη σημασία τους θα μπορούσε ίσως να αποδειχθεί ένας διαφωτιστικός τρόπος στοχασμού για τη ζωή μας. Η φωτογραφία άλλωστε είναι ένα μέσο που συχνά συνδέεται με τον θάνατο: στο επιδραστικό βιβλίο της με τίτλο On Photography, η Αμερικανίδα διανοούμενη Susan Sontag (1933-2004) υποστήριξε πως "μία φωτογραφία...είναι (συμμετοχή) στη θνητότητα, την τρωτότητα, τη μεταβλητότητα ενός άλλου ατόμου" και υπογράμμισε πως "όλες οι φωτογραφίες είναι memento mori".2
Ως γνωστόν οι φωτογραφίες χρησιμοποιούνται ευρέως ως ένας τρόπος για να ξαναζήσουμε το παρελθόν, να θυμηθούμε ή να τιμήσουμε τους αποθανόντες κλπ. Το φωτογραφικό μέσο μπορεί να παρομοιαστεί με "όπλο" εναντίον του εφήμερου και της αμείλικτης ροής του χρόνου: η πράξη της φωτογράφισης μπορεί να είναι άμεση-ακαριαία (όπως κανείς σημαδεύει και πυροβολεί με πιστόλι) αλλά τα αποτελέσματα είναι μόνιμα. Μάλιστα ακόμη και σήμερα ορισμένοι λαοί πιστεύουν πως η φωτογραφία μπορεί να "αιχμαλωτίσει την ψυχή" ενός ατόμου: στο L'Acte Photographique ο συγγραφέας-πανεπιστημιακός Phillipe Dubois (1952-) περιέγραψε την φωτογραφική πράξη ως "μια στιγμιαία απαγωγή του αντικειμένου από τον κόσμο σε έναν άλλο κόσμο, σ' ένα άλλο είδος χρόνου". 3
Σύμφωνα με διάφορες θρησκευτικές και φιλοσοφικές θεωρίες, η ζωή γενικά μπορεί να ειδωθεί ως μαθησιακή εμπειρία ή διδακτικό ταξίδι με σκοπό την πνευματική και ψυχική εξέλιξη. Ο πατέρας της αναλυτικής ψυχολογίας Carl Gustav Jung (1875-1961) -ο οποίος συνδύασε διάφορα ερευνητικά πεδία όπως η θρησκεία, η αλχημεία, η μυθολογία και η τέχνη- πίστευε ότι ο ανθρώπινος ψυχισμός διαθέτει ορισμένες διαχρονικές και διαχωρικές ιδιότητες. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, "δεν υποκείμεθα πλήρως στις δυνάμεις του αφανισμού επειδή η ψυχική μας ολότητα ξεπερνά το φράγμα του χώρου και του χρόνου".4
Η μετά θάνατον ζωή και η αθανασία είναι σίγουρα έννοιες μυστηριώδεις, δυσνόητες και αμφισβητούμενες. Ωστόσο, είναι πιθανότητες για τις οποίες οφείλουμε να αναλογιστούμε και να προετοιμαστούμε. Ο κύριος στόχος της εικαστικής εργασίας Divine Decay είναι να μας υπενθυμίσει την πεπερασμένη φύση της υλικής πραγματικότητας αλλά και να μας προϊδεάσει για το ενδεχόμενο μιας (άυλης) μεταθανάτιας ύπαρξης-μετάβασης. Τα αλλοιωμένα-διαβρωμένα φωτογραφικά πορτρέτα αποσκοπούν να προβληματίσουν και να επηρεάσουν τον θεατή σε διανοητικό και συναισθηματικό επίπεδο, όπως επίσης επιδιώκουν να επικοινωνήσουν (δι)αισθητικά μαζί του σε ένα βαθύτερο (πνευματικό-υπερβατικό) πεδίο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Shusterman R. (Φθιν. 2008) ‘Art and Religion’. Journal of Aesthetic Education. 42 (3).
2. Sontag, S. (1978) On Photography. Farrar, Straus and Giroux.
3. Dubois, P .(1990)
L'Acte Photographique. Nathan Université.
4. Jung, C.G. (1999) Jung on Death and Immortality. Princeton University Press.