Πρώτη μέρα πρόβας
Διαφορετικού μεγέθους τραπεζάκια στη σειρά.
Ανάγνωση. Έντονη δυσπιστία στο βλέμμα. Πρόσωπα μουδιασμένα.
Σκόρπιες λέξεις: Το ’χει γράψει, σημερινό, σαν, πολύ, δε φτάνουν, μήνες, χιούμορ, τρομακτικό, παλιό, καθόλου. Επιφωνήματα και αναστεναγμοί, αναφορά θαυμαστική στο όνομα του συγγραφέα (συνήθως πάνω από εκατό χρόνια πεθαμένου).
Μετά η φράση: Διαβάζετε απλά για να το καταλάβετε. Όλοι εξακολουθούν να διαβάζουν όπως πριν, μόνο λίγο πιο αργά.
Οργανική κατάσταση: Πλήξη όταν δεν διαβάζω εγώ. Αίσθηση ότι η ανάγνωση δημιουργεί μιαν αφελή και μονοσήμαντη ερμηνεία της πραγματικότητας. Έντονη ανάμνηση (sense memory) ανάγνωσης 1965 στα Μακεδονικά Εκπαιδευτήρια: Παρακαλώ να διαβάσει η Ιατρού. (Καλολογικό διάβασμα με έμφαση στη στίξη, παλμός στη φωνή.) Ο στείρος ελληνικός εκπαιδευτισμός πάντα παρών στο ηχόχρωμα, στη φωνή.
Σύμπτωμα: Το κείμενο και το τραπέζι προκαλούν ακραία σωματική δυσπιστία. Απαγόρευση της προφορικότητας. Απαγόρευση της προσωπικής εκφραστικότητας. Ο αναχρονισμός στην πιο προφανή του μορφή. Ξεπερασμένος, οπισθοδρομικός, παλιομοδίτικος.
Βαθμοφόροι (Ιεραρχία)
Πρώτος ο διευθυντής ή ο ιδιοκτήτης του θεάτρου
Δεύτερος ο σκηνοθέτης και οι διάσημοι (ηθοποιοί)
Τρίτοι οι συντελεστές
Τέταρτοι οι ηθοποιοί (κανονικοί)
Το θεατρικό έργο είναι η απαραίτητη συγκολλητική ουσία. Αιτία, πρόφαση και επιχείρημα για τη θεμελίωση των σχέσεων εξουσίας.
Γι’ αυτό: στο θέατρο λατρεύουν τα έργα· χωρίς έργο δεν υπάρχει θέατρο.
Προσωπική υποσημείωση:
Εξαιρετική δυσκολία στην ανάγνωση θεατρικών έργων. Η ηθική τους ξεπερασμένη. Κομμάτια ολόκληρα έχουν μόνο φιλολογική, αρχαιολογική αξία. Η επικαιρικότητα δε των περισσότερων σύγχρονων έργων αφόρητη. Απλός αναχρονισμός.
Δεν υπάρχει τίποτα σωστό σ’ έναν λάθος κόσμο.
Κομφορμισμός
1. Δεκαετία του ’30. Προικισμένος καθηγητής αγγλικών σκηνοθετεί τη θεατρική ομάδα ξενόγλωσσου σχολείου. Αργότερα, αγάπη για το σύγχρονο ρεπερτόριο (1950-1960) και για τον λαϊκό πολιτισμό. Ο αναχρονισμός ως μορφή ενεργειακής ουτοπίας σε ένα Υπόγειο. Σήμερα επιζεί μόνο ως ηθικιστική φόρμα.
2. Τέλη του ’70. Ιδιόρρυθμος νέος ηθοποιός μαζεύει γύρω του αξιόλογες νέες δυνάμεις, νοικιάζει ένα ισόγειο σε πυκνοκατοικημένη περιοχή και του(ς) αλλάζει τα φώτα. Δεσποτικός και φιλοπερίεργος, ερευνά τις ιδιοτροπίες του λόγου στα σώματα των ηθοποιών. Τον ακολουθεί μέχρι τέλους τρομοκρατική φήμη.
Η μορφωμένη μεσαία τάξη της χώρας προσκολλάται εδώ και εβδομήντα χρόνια και στους δύο.
Ασυνείδητη αποενοχοποίηση από τον επαρχιωτισμό και την πολιτισμική περιθωριοποίηση της μικρής χώρας όπου ζούμε.
Ο αναχρονισμός στην πιο βαθιά και ασυνείδητη μορφή του.
Σύμπλεγμα λατρείας. Η αμφισβήτηση σε αυτό το ελληνικό κομφορμιστικό σύστημα διώκεται ως αίρεση.
Αναχρονισμός:
O Heiner Müller στην επιστολή του στον Dimitri Gotschef (1983) δίνει έναν διαφορετικό, πολύπλοκο ορισμό στον αναχρονισμό. Στο θέατρο ο αναχρονισμός εκφράζεται στη συνάντηση/σύγκρουση τριών διαφορετικών χρόνων: στον χρόνο του έργου (του υλικού), στον χρόνο των ηθοποιών (της παράστασης) και στον χρόνο του κοινού.
Προσωπική υποσημείωση:
Αυτός ο αναχρονισμός μοιάζει με δίωρο συγχυτικό επεισόδιο ή με ψυχεδελική εμπειρία.
Ερώτηση: Μήπως πρέπει να επέμβουμε δραστικά στο παρελθόν; Να μεταφέρουμε με όχημα τα θραύσματα παλιών έργων ανθρωπολογικό υλικό στο σώμα μας;
Ένα είδος μαγικής αλοιφής που άλειφαν στις μασχάλες τους οι μάγισσες και πετούσαν στο Heiligenberg. Ο απόλυτος αναχρονισμός.