Απολιθωμένη γλώσσα
Οι στεναγμοί του Αίαντα
στραμμένοι προς το κοίλον
πασχίζουν άφωνε ν' ακούσεις θεατή
το απείθαρχο τίποτα
όπου όλα μπερδεύονται βουβά.
αξιολάτρευτε
χωρίς γλώσσα πάσχοντα
είπες: η λύπη·
δεν μιλά ποτέ η λύπη
(δεν είπα τίποτα)
μέχρι και το σώμα έχασε τις λέξεις
―στέκεται άγαλμα―
έχει μάτια θα ήθελε να μην·
αποτυπώνουν σύμβολα θα ήθελε να μην·
μόλις εγγράφονται την αθωότητά τους ψάχνεις ―
έχει χαθεί.