Ανάμεσα σε φιλοσοφία και τέχνη

Ανάμεσα σε φιλοσοφία και τέχνη

Μαξιμίλιαν Μπράουν «Ντοστογιέφσκι. Η ζωή του μέσα από το έργο του», μτφρ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, εκδ. Εκκρεμές 2008




Στη μονογραφία του για τον Dostoevsky (Dostojewskij. Das Gesamtwerk als Vielfalt und Einheit, 1976) που είναι γραμμένη στα γερμανικά, ο Maximilian Braun ξετυλίγει το νήμα της λογοτεχνικής παραγωγής του Ρώσου συγγραφέα, μέσα από την ανάλυση των ιδεών του. Εξηγεί ότι από το ένα έργο στο επόμενο διαμορφώθηκε σταδιακά και με συνέπεια το λογοτεχνικό του ύφος, όπως επίσης και οι κύριες ιδεολογικές του «συλλήψεις».

Σύμφωνα με τον Βraun, ο οποίος στο σημείο αυτό στηρίζεται εμφανώς στον Mikhail Bakhtin, τα μεγάλα μυθιστορήματα του Dostoevsky είναι «πολυφωνικές συνθέσεις», με κάθε ήρωα ν’ αντιπροσωπεύει μια συγκεκριμένη ιδέα και συνάμα ν’ αντιτίθεται σφοδρά στους υπόλοιπους, που εκπροσωπούν άλλες ιδέες, με αποτέλεσμα να εγείρονται βαθύτεροι φιλοσοφικοί προβληματισμοί με την ανάγνωση.
Καθένα από τα περίφημα φιλοσοφικά μυθιστορήματά του έχουν ως αφετηρία ένα κύριο ερώτημα στο οποίο οι επί μέρους ήρωες προσπαθούν να δώσουν απάντηση. Για την ακρίβεια:

«Στον Ντοστογιέφσκι οι φορείς των ιδεών είναι μάλλον άνθρωποι που ταυτίζονται εντελώς και κατά κανόνα συνειδητά με αυτή την ιδέα: Σκέπτονται και δρουν ωσάν να ήσαν οι ίδιοι αυτή η ιδέα» (σελ. 16).

Ο αναγνώστης καλείται, έτσι, να σχηματίσει ελεύθερα τη δική του γνώμη πάνω στο θιγόμενο ζήτημα. Πολύ περισσότερο, αφού το τέλος δεν καταλήγει σε κάποιο συμπέρασμα, αφήνοντας ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα. Αφετηρία των φιλοσοφικών μυθιστορημάτων του Dostoevsky υπήρξε πάντοτε το ερώτημα του τι θα μπορούσε να συμβεί αν μια ιδέα, μια συγκεκριμένη κάθε φορά ιδέα, εφαρμοζόταν στην πράξη. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο συγγραφέας, υποστηρίζει ο Braun, οικοδομεί μια φιλοσοφία των διακυβεύσεων και των κινδύνων της ανθρώπινης ύπαρξης, αφού όσα βιώνουν οι ήρωες του είναι δυνατό να τα βιώσουμε όλοι μας. Κατά συνέπεια, ο αναγνώστης των ντοστογιεφσκικών έργων καλείται να ταυτιστεί με τα πρόσωπα και να τοποθετήσει τον εαυτό του στη δική τους θέση.
Βέβαια, δεν πρέπει να αποδίδουμε άκριτα στον Dostoevsky όλες τις ιδέες που εκφράζονται στα βιβλία του μια και επρόκειτο για λογοτέχνη και όχι για (συστηματικό) φιλόσοφο. Ο Braun επιμένει επίσης στο ύφος του Ρώσου συγγραφέα. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει πως, με το φαινομενικά αφρόντιστο και ατημέλητο ύφος που χρησιμοποιούσε, ο Dostoevsky στόχευε να δώσει επιπλέον έμφαση στις ιδέες που συζητιούνται στο μυθιστόρημα, καθώς και να οδηγήσει σε ταύτιση τους αναγνώστες: πραγματικά, έχοντας την (εσφαλμένη) εντύπωση πως όλοι μπορούν να γράψουν με αυτό τον τρόπο, οι αναγνώστες ταυτίζονταν ευκολότερα με την αφήγηση της ιστορίας.
Οι λογοτεχνικές βάσεις για το πολυφωνικό μυθιστόρημα, τίθενται με τη νουβέλα του Dostoevsky Υπόγειο. Η καινοτομία του μάλιστα θα κορυφωθεί με τα μυθιστορήματα που θα γράψει στη συνέχεια και όπου το πρόβλημα της ελευθερίας θα τεθεί με μεγαλύτερη οξύτητα. Αυτό θα φανεί στο Έγκλημα και Τιμωρία, με το οποίο αρχίζει η περίοδος των «πολυφωνικών» έργων και ολόκληρη η ιστορία αποτελεί προσπάθεια απάντησης σε ένα κύριο ερώτημα.
Γενεσιουργό ερώτημα για το Έγκλημα και Τιμωρία θα θεωρηθεί το εξής: μπορούν να δικαιολογηθούν ανήθικες πράξεις ως μέσα για την επίτευξη ενός ηθικού σκοπού; Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει ένα είδος ανθρώπων που μπορεί να υπερβαίνει την κοινή ηθική, προκειμένου να προξενήσει όφελος στο σύνολο; Ο Braun ισχυρίζεται ότι, παρ’ όλο που καθένας από τους δευτερεύοντες ήρωες θα μπορούσε να αποτελεί ένα «υπομυθιστόρημα» μέσα στο μυθιστόρημα, ο Ρασκόλνικοβ παραμένει ο βασικός ήρωας.
Έπειτα, είναι οι Δαιμονισμένοι, που έχει, μάλιστα, χαρακτηριστεί ως το πιο βίαιο και το πλέον μπερδεμένο από όλα τα μυθιστορήματά του Dostoevsky. Όπως όλα τα μεγάλα πολυφωνικά έργα του, έτσι και οι Δαιμονισμένοι κρύβουν ως αφορμή στο ξεκίνημά τους ένα βασικό φιλοσοφικό ερώτημα: τι θα συνέβαινε αν μια κοινωνική ομάδα σκεφτόταν και συμπεριφερόταν όπως ο Raskolnikov στο Έγκλημα και Τιμωρία; Είναι δυνατή μια συνειδητή άρνηση της κοινής ηθικής για χάρη κάποιου ανώτερου σκοπού και πολύ περισσότερο, τι θα σηματοδοτούσε μια τέτοια άρνηση για την κοινωνία;
Το ερώτημα για μια τέτοιου τύπου κοινωνική οργάνωση αποτελεί προέκταση κάποιων προβλημάτων που ο Dostoevsky έθεσε για πρώτη φορά στο Υπόγειο, αναφέρει ο Braun. Σημαντικές είναι επίσης οι παρατηρήσεις που γίνονται για το διήγημα Όνειρο ενός γελοίου:

«Έγκειται στη φύση του ανθρώπου να απορρίπτει πάντοτε τις δυναμικές επεμβάσεις στην προσωπική ελευθερία του, στο δικαίωμά του να αποφασίζει ελεύθερα… Με άλλα λόγια: οι απόπειρες για την κατασκευή ενός “Κρυστάλλινου παλατιού” οδηγούν ή στην ανελευθερία ή στο χάος» (σελ. 151-152).

Αυτό μοιάζει να πιστεύει ο Ρώσος μυθιστοριογράφος, απορρίπτοντας τις ανθρώπινες προσπάθειες κατασκευής ενός τέλειου, «ουτοπικού», κοινωνικού συστήματος. Πάντως, μας λέει ο Braun, ο Dostoevsky δεν μπορεί να θεωρηθεί φιλόσοφος, τουλάχιστον με την κυριολεκτική σημασία του όρου. Στην πραγματικότητα, η αξία του έγκειται όχι στις απαντήσεις που προσφέρει στα υπαρξιακά μας ερωτήματα, άλλωστε ο ίδιος δε δίνει καμία τέτοια απάντηση, αλλά στη λογοτεχνική αναπαράσταση των άγνωστων σε μας ανθρώπινων δυνατοτήτων, καθώς και των κινδύνων που αυτές συνεπάγονται. Ακριβώς αυτός ο τρόπος με τον οποίο πραγματεύεται τα μεγάλα προβλήματα της φιλοσοφίας στα μυθιστορήματά του, καθιστά τον Dostoevsky έναν από τους κορυφαίους στοχαστές της ανθρωπότητας.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: