Δυο ποίηματα για την κακιά την ώρα


ΥΠΟΧΩΡΟΥΜΕ!

Είμαστε ένας στρατός παραμυθάδες
κι ήρθαμε για να πούμε την αλήθεια
στον ουρανό δεν σκαρφαλώνεις με ρεβίθια
(πως δεν θα έρθει από πουθενά καμιά βοήθεια)
και πως μας έχουν δέσει με χαλκάδες.

Στα δυο δεν σκίζονται βουνά με το σπαθί
ούτε στα κιούπια πρόκειται να βρεις χρυσάφι.
Βγάλε τα φάρμακα που έκρυψες στο ράφι
γιατί ήρθε ο λογαριασμός κι επάνω γράφει
πως λήγει η δόση. Κι έχεις πάλι αγχωθεί.

Δέσαν τις μάγισσες, δείραν τους ερημίτες
κι έχουν συλλάβει τον τυφλό δερβίση.
Τον γίγαντα μες στην σπηλιά; Κανείς δεν θα τον λύσει.
– αχ, το οχτάωρο δεν λέει να κυλήσει,
τον μαύρο δράκο τον μαζέψαν ασφαλίτες.

Άσε που κάποιος κάθε νύχτα κλέβει το φεγγάρι
και μέσα στο σκοτάδι σπάει τις πόρτες
μες στα σαλόνια μας πατήματα από μπότες
– δεν έχω χρόνο, έχω δουλειά, κοιμάμαι με τις κότες.

Χόρευε! Αυτοί κρατάνε το δοξάρι,
αυτοί βαράνε τα βιολιά, σηκώνουν τα ποτήρια,
κι εμείς βαλίτσες ετοιμάζουμε να φύγουμε στα ξένα,
να βρούμε το χρυσό φτερό, την ασημένια χτένα,
δουλειά να βρούμε οκτώ μ’ οκτώ, την διαμαντένια στέρνα
ξοπίσω μας γκρεμίζονται γεφύρια.


Δυο ποίηματα για την κακιά την ώρα


Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΓΩ

Μόνος μου με εκπαίδευσα, το όπλο ήμουν εγώ.
Ήμουν η νάρκη που έσκασε. Την όπλισα το βράδυ.
Ήμουνα εγώ ο μαχητής και ο νεκρός εγώ.
Με σκότωσα και πέθανα. Εγώ είμαι το σκοτάδι.

Εγώ είμαι τα σύρματα κι οι μπάρες στο βουνό
κι εγώ τα ξήλωσα ξανά να μπουν οι διμοιρίες.
Εγώ είμαι το πετρέλαιο, η σύσκεψη εγώ,
εγώ έγινα και στρατηγός και κλείνω συμφωνίες.

Ο πύραυλος ποιος ήτανε; Ξανά σας λέω εγώ.
Εγώ τον κατασκεύασα, γυάλισα τις τουρμπίνες.
Στο στόχαστρο και στο κοντρόλ ήμουνα πάλι εγώ
εγώ τον είδα νά ’ρχεται πίσω από τις κουρτίνες.

Αύρες και πυρομαχικά και τανκς κι αεροπλάνα.
περνάνε από πάνω μου κι εγώ τα οδηγάω.
Εγώ το ανατίναξα της πόλης σας το φράγμα,
εγώ είμαι τώρα το νερό που στα τυφλά κυλάω.

Εγώ. Η ηλεκτροδότηση, το φράγμα, η οβίδα,
οι ειδήσεις, τα διαγγέλματα και οι συνομιλίες,
εγώ οι πάνες, τα νερά, εγώ η καταιγίδα,
εγώ ο δόλιος τη φωτιά να σβήνω με αντλίες.

Εγώ δεν έχω όνομα. Και η ταυτότητά μου
αλλάζει. Όπως αλλάζουνε τα σύνορα του κόσμου,
και γίνονται σιγά-σιγά και σύνορα δικά μου.
Εγώ είμαι η έκρηξη κι εγώ χάνω το φως μου.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: