ΥΠΟΧΩΡΟΥΜΕ!
Είμαστε ένας στρατός παραμυθάδες
κι ήρθαμε για να πούμε την αλήθεια
στον ουρανό δεν σκαρφαλώνεις με ρεβίθια
(πως δεν θα έρθει από πουθενά καμιά βοήθεια)
και πως μας έχουν δέσει με χαλκάδες.
Στα δυο δεν σκίζονται βουνά με το σπαθί
ούτε στα κιούπια πρόκειται να βρεις χρυσάφι.
Βγάλε τα φάρμακα που έκρυψες στο ράφι
γιατί ήρθε ο λογαριασμός κι επάνω γράφει
πως λήγει η δόση. Κι έχεις πάλι αγχωθεί.
Δέσαν τις μάγισσες, δείραν τους ερημίτες
κι έχουν συλλάβει τον τυφλό δερβίση.
Τον γίγαντα μες στην σπηλιά; Κανείς δεν θα τον λύσει.
– αχ, το οχτάωρο δεν λέει να κυλήσει,
τον μαύρο δράκο τον μαζέψαν ασφαλίτες.
Άσε που κάποιος κάθε νύχτα κλέβει το φεγγάρι
και μέσα στο σκοτάδι σπάει τις πόρτες
μες στα σαλόνια μας πατήματα από μπότες
– δεν έχω χρόνο, έχω δουλειά, κοιμάμαι με τις κότες.
Χόρευε! Αυτοί κρατάνε το δοξάρι,
αυτοί βαράνε τα βιολιά, σηκώνουν τα ποτήρια,
κι εμείς βαλίτσες ετοιμάζουμε να φύγουμε στα ξένα,
να βρούμε το χρυσό φτερό, την ασημένια χτένα,
δουλειά να βρούμε οκτώ μ’ οκτώ, την διαμαντένια στέρνα
ξοπίσω μας γκρεμίζονται γεφύρια.