Σκίτσα δρόμων κι έναστρης νύχτας

Σκίτσα δρόμων κι έναστρης νύχτας

Δημήτρης Αγγελής, «Σκίτσα δρόμων κι έναστρης νύχτας. Επιλογή από τα Ημερολόγια, Σημειώσεις / Όνειρα / Στίχοι, Πόλις 2024


Και αφού πούμε τα καλά και κολαρισμένα λόγια, φτάνει η στιγμή να πούμε και τα άλλα. Εκείνα που βγαίνουν κατ’ ευθείαν από την καρδιά, όταν ο χρόνος παίρνει πολλές ανάποδες στροφές και πάει πίσω, μπαίνει στη σχολική τάξη και μας βρίσκει παιδάκια καθισμένα στα θρανία δύο δύο, με τη μπλε ποδιά και τον άσπρο γιακά. Η κυρία Ελευθερία, η δασκάλα, ανακοινώνει το βαρυσήμαντο νέο: από του χρόνου δεν θα γράφουμε με πνεύματα και περισπωμένες (αλήθεια, οι σημερινοί μαθητές ξέρουν τι είναι τα πνεύματα και πώς τα χρησιμοποιούμε; και η περισπωμένη τι είναι; Μια ξαπλωμένη κατσαρή γραμμή πάνω από κάποια γράμματα. Ποια γράμματα;). Τώρα είμαστε μοντέρνοι θα χρησιμοποιούμε μόνο την οξεία και ποια είναι αυτή; Και γιατί τη λένε έτσι; Ο χρόνος και η χρήση κατάργησαν την ουσία, οπότε περιττεύει και ο τύπος. Με νοσταλγία θα θυμόμαστε ότι η προπαραλήγουσα ποτέ δεν περισπάται ούτε και η παραλήγουσα όμως όταν η λήγουσα είναι μακρά.…

Ο συγγραφέας Δημήτρης Αγγελής βγαίνει από το ιερατικό άμφιο του ποιητή, του φιλοσόφου, του μεταφραστή, του σχολικού παράγοντα, του διευθυντή του περιοδικού Φρέαρ κι αφήνει τη σκέψη του να τρέξει όπου θέλει εκείνη, δεν τον νοιάζει μην τσακαλωθεί, μη λερωθεί. Τον φαντάζομαι σαν τον Ιησού στο λιβάδι με τα λουλούδια, όπως τον φαντάστηκε ο Γιάννης Ρίτσος στο Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού. Κι αν Εκείνος μάζευε λουλούδια, ο Αγγελής μαζεύει λεπτομέρειες. Από τα Ημερολόγιά του, διαλέγει σκόρπια φύλλα και τα προβάλλει για λίγο, φέρνει την ζωή της μέρας και τα όνειρα της νύχτας μπροστά στον φακό, τα περιβάλλει με λογοτεχνική άλω, μυστήριο, αλήθεια, αληθοφάνεια, γοητεία, νοσταλγία. Γι’ αυτό και ο τίτλος του βιβλίου Σκίτσα δρόμων κι έναστρης νύχτας σε πάρα πολλά παραπέμπει αλλά από την έναστρη νύχτα σίγουρα ένας Βαγκ Γκογκ μας κλείνει το μάτι.
Η πρώτη καταγραφή γίνεται στις 10 Αυγούστου 2022, η δεύτερη 24 Φεβρουαρίου 1998, η τρίτη 29 Ιουλίου 1983 και μετά ο καταρράχτης από τυχαίες χρονολογίες, χωρίς σειρά, σε ένα συνεχές flashback και forword, πάει μπρος πίσω, σαν ένα πολύ δυνατό καρδιογράφημα, το οποίο στη διάρκεια του κάθε flash προλαβαίνει να κρατήσει τη στιγμή και κατά συνέπεια να την καταστήσει διαρκείας με την καταγραφή της.
Δεν πρόκειται για ένα ημερολόγιο, στο οποίο καταγράφει οτιδήποτε συνέβη την κάθε μέρα, αλλά για ένα ημερολόγιο σημαντικών συμβάντων ―ένα γεγονός, ένας άνθρωπος, ένας ήχος, ένα τραγούδι, ένα όνειρο, μια φράση, μια λέξη, μια εικόνα― που έρχονται να σημαδέψουν τον χρόνο σαν μια έντονη κάθετη γραμμή στην μονοτονία της ευθείας.

Το βιβλίο αποτελείται από 265 περίπου σελίδες και σε κάθε μία έχουμε κι ένα γεγονός. Και πρώτο πρώτο το σχεδόν τώρα της γραφής:

Τετάρτη, 10 Αυγούστου 2022. Μπήκε με τη μάσκα στο νερό και να, εκεί, πιο πέρα, κάνει τις απλωτές του ο Γιώργος Θεοτοκάς με την Κοραλία, κι αν ο αγέρας φυσά, το καπέλο της δεν φεύγει από το κεφάλι. Ναι! όνειρο είναι! εκείνος έφυγε από τη ζωή το 1966 και εκείνη το 1976. Να όμως που μέσα στο όνειρό του είναι μαζί κι ακόμα ερωτευμένοι.

Όταν, ας πούμε ο Δάντης έβαζε την Φραντσέσκα Ντα Ρίμινι μαζί με τον Πάολο να γυροφέρνουν αιωνίως στην Κόλαση (έτσι έπρεπε, για να μη θυμόσουν οι Άγιοι πατέρες θεματοφύλακες της ηθικής), τάχα πήγε και πράγματι τους είδε; Όχι, βέβαια, απλώς έτσι τους ήθελε τιμωρημένους αλλά μαζί και στην Κόλαση, γιατί αγαπήθηκαν πάνω στη γη και θανατώθηκαν γι’ αυτό. Γιατί, έστω και παραβατικός, ο έρωτάς τους κάπου θα έπρεπε να βρει στέγη. Πιστεύω πως ο Αγγελής με το όνειρό του έδωσε μια ακόμα ευκαιρία σε ένα ερωτευμένο ζευγάρι να ζει και μετά τον θάνατο μαζί. Μα, θα ρωτούσε κανείς, μπορεί ο άνθρωπος να παρέμβει στα όνειρά του; Γιατί, στη φαντασία του γιατί παρεμβαίνει. Και, στο κάτω κάτω της γραφής, αναφορά θα μας δώσει; Έτσι είναι αν έτσι νομίζει.

Αντιγράφω από την Παρασκευή, 6 Φεβρουαρίου 1998:

κυκλοφορεί το δοκίμιό μου για τη γραφή… Ας υποθέσουμε ότι η λογοτεχνία με επέλεξε, ότι ανταποκρίθηκα στο επιτακτικό, μυστικό της κάλεσμα υπογράφοντας υπερήφανα το συμβόλαιο ζωής που μου έτεινε… Πώς θα μιλήσω απ’ την πλευρά ενός Παραδείσου που δεν υπάρχει πια κι ίσως να μην υπήρξε παρά μόνο στις κρυφές, ασυνείδητες επιθυμίες μας ως πηγή μιας καταγωγικής ευγένειας … Κύριε, αυτό το συμβόλαιο συμφωνεί με το δικό σου;

Πέμπτη, 5 Νοεμβρίου 1992:

«Υπό βροχήν ασταμάτητη, περπατάμε με τον Στάθη στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, αγναντεύουμε την τρικυμισμένη θάλασσα… περηφανευόμαστε σαν τα κοκοράκια ‘‘σ’ εμάς το σύστημα απέτυχε, δεν μας ενέταξε σωστά’’ και το πιστεύουμε κιόλας επειδή έχουμε διαβάσει Έρμαν Έσσε εξαντλητικά και ακούμε ‘‘We won’t get fooled again’’ των Who… Σκαρφαλώνουμε στις ακακίες, χορεύουμε στους δρόμους, πηδάμε πάνω απ’ τις γραμμές των τρένων».

15 Ιουλίου 2023… το Ντάτσουν με τα πεπόνια δημιουργεί κυκλοφοριακό πρόβλημα: «Μάλλον ενοχλείς εδώ», του λέει ο Αγγελής». «Εγώ εδώ είμαι εξόριστος… κι ο Μαλόν πεθαίνει» … «Ποιος Μαλόν;» … «Τα έχει πει όλα ο Μπέκετ» απαντά εκείνος… «διάβασε και λίγο». Και πριν προλάβουμε να πέσουμε ξεροί από την έκπληξη ο Αγγελής ξυπνάει. Να το πάλι το όνειρο που παρεμβαίνει για να μας πει κάτι που δεν βλέπουμε ή ό,τι βλέπουμε δεν είναι πραγματικά μόνο ό,τι φαίνεται…

Α! να μην ξεχάσω να επισημάνω και την καταγραφή στις 2 Ιουλίου 1997 ότι «το ακριβές νόημα πρέπει να προδοθεί αν πρόκειται να διασωθεί ο ρυθμός». Και κάτι ακόμα. Ο Δ. Π. Παπαδίτσας αρνείται να πιστέψει ότι ο άνθρωπος πάτησε στο φεγγάρι… «άρνηση καθαρά λογοτεχνικής αξίωσης», γιατί «θα χαθεί πια το μυθικό αστέρι που πλουτίζει άσωτα την πεζή μας καθημερινότητα, ενθαρρύνοντάς μας να γινόμαστε ακόμα πιο παράτολμοι όταν ονειρευόμαστε, ερωτευόμαστε ή γράφουμε στίχους».

2 Μαρτίου 1990 διαβάζουν στο σχολείο ποιήματα επιφανών υπερρεαλιστών μέσα στην τάξη και λένε πως είναι δικά τους. Οι μαθητές κοροϊδεύουν τις «ανοϊσίες», αλλά όταν ακούνε ποιοι είναι οι ποιητές ―Μπρετόν, Ελυάρ, Περέ― ο Βαγγέλης ακούγεται να λέει «μας την έφεραν» και κάποια κορίτσια χειροκροτούν… Ερώτημα: σκέφτεστε τι θα γινόταν αν γνωστοί ποιητές έστελναν ποιήματά τους σε διαγωνισμό νέων ποιητών χωρίς το όνομά τους τι θα γινόταν; Ή πόσο καλή υποδοχή έχουν κάποιοι επειδή είναι ήδη γνωστοί ερήμην των γραπτών τους;;; την απάντηση μας δίνει η καταγραφή της 10ης Νοεμβρίου 1983, όταν ο πατέρας επιμένει ο γιος να ακούσει το Άξιον Εστί… το παιδί ανιά… «θα περάσουν χρόνια για να καταλάβω τη σημασία αυτού του δίσκου». Ναι, και θα συμπληρώσω «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή».

Ο Βασίλης Χατζηιακώβου ετοιμάζει ένα happening για την εορτή των ερωτευμένων. Ζητά από τον Αγγελή ποίημα κι εκείνος στέλνει την «Αγρύπνια της Φιλομήλας». Δυο δροσερά κορίτσια το μοιράζουν σε όλα τα καφέ του κέντρου της Αθήνας και οι φίλοι τηλεφωνούν ότι το πήραν !!! (σαν το «Δώρο ασημένιο ποίημα» του Ελύτη).
Τι να πρωτοεπιλέξει κανείς· τα ταξίδια, στη λίμνη Γκάρντα, στην έπαυλη του Κάτουλλου (2023), στη Νικαράγουα (2016), στο φεστιβάλ ποίησης όπου παρακολουθούν 2000 άτομα και όλοι γράφουν ποιήματα, τους επιφανείς, όπως ο Μάρκες που το βλέμμα του θυμίζει Μανόλη Αναγνωστάκη, τον λουστράκο που ζητάει να πει το κατακάθι του καφέ, άλλους πολλούς με παράξενα ονόματα, τον Καρντενάλ, 88 ετών ετοιμόρροπο, επαναστάτη και ιερέα, «δεν έχει ιδέα για την Ορθόδοξη Εκκλησία» («καθένας χωριστά ονειρεύεται και δεν ακούει τον βραχνά των άλλων» που λέει και ο Σεφέρης), κάποιος διαβάζει ένα ποίημα που θυμίζει Καβάφη, ο μεταφραστής λέει «Καντάφι». Η επίσκεψη στο παλαιοπωλείο, η σπάνια έκδοση του Βιγιόν, η διεύθυνση της Νάντιας, σαν από θαύμα, «Νάντια στα ρωσικά είναι η αρχή της λέξης ‘‘ελπίδα’’…». Η συνάντηση με τον Δάλλα, απαγγέλλει με στόμφο ιερατικό (όποιος τον ήξερε… καταλαβαίνει)

Τελικά το βιβλίο αυτό είναι ένα ταξίδι στα μέρη που ο Αγγελής πήγε, στις μουσικές που άκουσε, στα συναισθήματα που ένιωσε, στα ωραία που έζησε, στα όνειρά του αληθινά ή όχι ―καμία σημασία δεν έχει― σημασία έχει μόνο αυτή η διάθεση να μας ανοίξει τα χαρτιά του, την καρδιά του και να μας δείξει τι είδε, τι ένιωσε, τι χάρηκε, τι νοστάλγησε, τι επαναξιολόγησε. Τι τον στενοχώρησε ― στη Λιουμπλιάνα, Αύγουστο του 2019, ολόκληρη παγκόσμια λογοτεχνία και κανένας Έλληνας μέσα, αλλά όπως λέει «ακόμα και ο Τζον Λένον είναι τελικά ένας νεκρός ανάμεσα σε τόσους». Ωστόσο, παίρνουμε την εκδίκησή μας. Από όλους αυτούς τους «διάσημους» που αναφέρει εγώ κανέναν δεν ξέρω και καθόλου δεν νοιάζομαι. Ο Λορεντζάτος; Μια απορία και όσο περνάει ο καιρός τόσο πιο αυθαίρετος εμφανίζεται.
Στρατιώτης στην Πάτμο ο Αγγελής άκουσε μια ιστορία από κάποιον φαφλατά· πυροβόλησε, λέει ένα ελάφι, κι εκείνο έφυγε αιμορραγώντας. Το ακολούθησε και όταν το πλησίασε, το ελάφι τον κοίταξε στα μάτια και είχε δακρύσει… Αλήθεια; Πάντως το ελάφι που δάκρυσε τότε, βρήκε θέση στην ποιητική συλλογή του Αγγελή Ένα ελάφι δακρύζει πάνω στο κρεβάτι μου (2015) που βραβεύτηκε με Βραβείο Ποίησης. ΄Έχετε δει τα μάτια ενός κυνηγημένου πρόσφυγα, ενός απροστάτευτου παιδιού; Σκεφτείτε το άκακο ελάφι.
1990. Ο Τάσος Λιγνάδης θυμάται το μάθημα φιλοσοφίας του Ιωάννη Θεοδωρακόπουλου. Αν σε ρωτούσε τι παράγει η Ελλάδα και απαριθμούσες προϊόντα σε «υπέβλεπε σωκρατιστί ταυρηδόν και σατυρίζων»· η σωστή απάντηση ήταν: «Η Ελλάδα παράγει ανθρώπους». Και στο «Τι είναι το ηλιοβασίλεμα;», η σωστή απάντηση ήταν «Το ηλιοβασίλεμα είναι τραγωδία».
Το πολυτονικό μπαίνει και αυτό στη συζήτηση. Ο Ελύτης αναρωτιέται: «πώς μπορεί να γραφτεί το κύμα χωρίς την περισπωμένη του» (και πώς θα έχει νόημα το σχόλιο του Σεφέρη «περπάτημα περισπωμένης»;).
Στις 16 Μαρτίου 2016 σχολιάζει τον θάνατο του Τσιρόπουλου και τα υπάρχοντά του που αρπάχτηκαν και ό,τι δεν αρπάχτηκε πήγε στον κάδο. Ο γείτονας που έβλεπε τη λεηλασία έσωσε από ον χαμό το ανέκδοτο θεατρικό έργο Η μοναξιά του Αδάμ και μια Πράξη από το Παύλος και Σίλας και ο αποθανών «φυσικά δεν θα δει ποτέ πώς θα αγνοηθούν οι επιθυμίες του και θα κουρελιαστεί η διαθήκη του από τους δικούς ―υποτίθεται― ανθρώπους» (μια γνωστή λέει συνεχώς «οι άχρηστοι κληρονόμοι!». Το ευαγγέλιο έχει καταγράψει «διεμερίσαντο τἀ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον». Η ζωή μας δίνει εικόνα από την περιουσία του Ιόλα και η λογοτεχνία την αρπαγή του ιματισμού, ενόσω ακόμη ήταν ζωντανή, η Μαντάμ Ορτάνς).
Εθνική εορτή, παρέλαση και βρέχει. Οι γονείς παίρνουν τα παιδιά από την παρέλαση και φεύγουν. Οι τρεις διευθυντές μένουν και παρελαύνουν με τους μαθητές υπό βροχήν. Η παρέλαση σώζεται. Εκδρομή στη Λίμνη Πλαστήρα, Μετέωρα κ.λπ. Κανείς δεν νοιάζεται πια για τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα (εδώ και χρόνια, Αγγελή…). Η μουσική παίζει τον ικαριώτικο χορό και μια μαθήτρια καλεί τον καθηγητή της να χορέψει ζεϊμπέκικο (και στον χορό όλα έχουν γίνει ένας αχταρμάς. Κανείς δεν ξεχωρίζει τα είδη)
Τελευταία καταγραφή, Πέμπτη, 19 Σεπτεμβρίου 2041!!! Δεν μπορώ να πω τίποτα. Είναι στο όνειρο που μέσα αληθεύουν όλα και για μένα την αναγνώστρια είναι ένα τραύμα.

Δημήτρη Αγγελή, άγγιξες την ψυχή μας. Είπες αυτά που θα θέλαμε κι εμείς να πούμε κι ακόμα είπες αλλιώς πολλά που ξέραμε και άλλα που δεν ξέραμε.
Ναι! Μας άρεσε πάρα πολύ και μας συγκίνησε το βιβλίο σου.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: