Into the Box / Της Αγάπης τ᾽ όνομα το μικρό

Into the Box / Της Αγάπης τ᾽ όνομα το μικρό



You mliebst εμέ

κι εκείνος, καθώς σουλατσάρουν με τις θρυλικές τους Doc Martens (μαύρες εκείνος, μπορντό Εκείνη, ας επαναληφθεί), θα θυμίσει σ᾽ Εκείνη ότι στις 21 Οκτωβρίου του 1991, ακριβώς τριάντα δύο έτη πριν από τον περίπατό τους, έναν αλησμόνητο περίπατο που τους οδήγησε από τον Βυσσινόκηπο στο Αρχαιολογικό Μουσείο και από εκεί στην αιώνια σύζυγο, την Πατησίων, και κατόπιν στην οδό Ιθάκης κι έπειτα στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου κι ύστερα στις ακακίες της οδού Σπετσών και τέλος στους γαλαξίες των ενυπνίων, ναι, ακριβώς προ τριάντα δύο ετών, προβλήθηκε το σπαραγμένο και σπαρακτικό λεπτούργημα του Λεό Καράξ [Leos Carax, 22.11.1960], το οποίο λεπτούργημα εκείνος κι Εκείνη έμελλε να δουν την ίδια μέρα και ώρα αμφότεροι, συμπτωματικά, χωρίς να έχουν συνεννοηθεί και απέχοντας ακριβώς έξι χιλιόμετρα και εκατόν ενενήντα δύο μέτρα ο ένας από τον άλλον (απόσταση ανάμεσα στου Ζωγράφου και την Κυψέλη), για να διαπιστώσουν, μία εβδομάδα μετά, ότι τωόντι την ίδια μέρα και ώρα είχαν οι δυο τους καταβυθιστεί στο εν λόγω λεπτούργημα, το Les Amants du Pont-Neuf, είχαν κρατήσει σημειώσεις ταυτοχρόνως, είχαν βουρκώσει στις ίδιες σκηνές, είχαν (αμφότεροι, ας επαναληφθεί) ορνιθοσκαλίσει τον διάλογο Le ciel est blanc (Μισέλ) Mais les nuages sont noirs (Άλεξ) και τον διάλογο M’aimeras-tu? (Άλεξ) Oui, comme avant mais pas pareil (Μισέλ), κι είχαν πιει (όπως μαρτυρούν τα ημερολόγιά τους) κατά τη διάρκεια της δίδυμης και διπλής (καθότι το είδαν, το λεπτούργημα, καπάκι και πάλι, χωρίς όπως ειπώθηκε την παραμικρή προσυνεννόηση) εμβύθισής τους στο λεγόμενο λελογισμένο λεπτούργημα του Λεό, εκείνος δύο μπίρες μάρκας Guinness, τέσσερα ποτήρια κόκκινο κρασί εσοδείας 2022, οινοποίηση: Κωνσταντίνος Μπλάθρας, και 0,70 lt (ήτοι μία φιάλη) Żubrówka Bison Grass, και Εκείνη πέντε μπίρες Άλφα με αλάτι Μεσολογγίου, τρία ποτήρια λευκό κρασί χύμα, και μισό λίτρο Hendrick's Gin, γεγονός που, ναι μεν ευαισθητοποίησε ικανά τη δεξίωση και πρόσληψη του λεχθέντος λεπτουργήματος, πλην όμως τους βάρυνε την επαύριον μ᾽ ένα κατά τι οχληρό χανγκόβερ —

παρά, πάντως, το οχληρό χανγκόβερ, συνέχισαν, εκείνος κι Εκείνη, τη σύνθεση του κοινού τους εγχειρήματος, ήτοι του μεταβιβλίου που είχαν θεωρήσει ότι μέλλει να είναι η κιβωτός της αγχιβασίης, της χαρμολύπης, της αλληλοπεριχώρησής τους (με αυτή τη σειρά), ένα βιβλίο συντεθειμένο από σημειώματα, ποιήματα, εισιτήρια, πολαρόιντ, απομαγνητοφωνήσεις οξυδερκών συνομιλιών τους, εκτυπώσεις φωτογραφιών τραβηγμένων από κινητά και κειμένων που γράφτηκαν στον επιτραπέζιο υπολογιστή που μοιράστηκαν για ένα διάστημα, καταλόγους αλκοολούχων που κατανάλωναν ημερημίως & φαγητών που απολάμβαναν & βιβλίων που συζητούσαν & ποιημάτων που αντέγραφαν με πένες Kaweco & ταινιών που τους σημάδεψν & τραγουδιών που τους ένωσαν σε ένα σιαμαίο σύστημα, και πειραγμένους (από τους ίδιους) σελιδοδείκτες, ναι, μάλιστα, οφκόρς, ένα βιβλίο/instalation, ένα βιβλίο/φιλμ, ένα βιβλίο/αρχείο, ένα βιβλίο/εταζέρα, ένα βιβλίο/ανθοδέσμη, στο οποίο θα συμπεριληφθούν, τροποποιημένα & μονταρισμένα, τα περιεχόμενα που, όπως και στο αριστούργημα Καιρός της Τζένυ Έρπενμπεκ (στο οποίο, παρεμπιπτόντως, ενέσκηψαν αμφότεροι, εκείνος κι Εκείνη, επίσης συμπτωματικώς και δίχως την ελάχιστη προσυνεννόηση) την ίδια μέρα και ώρα εκείνου του θέρους του 2024), φυλάσσονταν με περισσή επιμέλεια σε δύο κούτες, τις λεγόμενες Κούτα Ι & Κούτα ΙΙ, όλους εκείνους τους καιρούς που μοιράστηκαν οι δυό τους, πάει να πει ένα φθινόπωρο στους δρόμους, έναν χειμώνα έξω στο μπαλκόνι (με παγωνιά & με χιόνι & με αμπέχονα & σκούφους & κασκόλ), μιαν άνοιξη σε ενδιαιτήματα φίλων, κι ένα καλοκαίρι στα χαρακώματα —

κι Εκείνη του δώριζε το ανυπέρβλητο χαμόγελό της (αηδόνια κελαηδούν στα αλσύλλια, γάτες γουργουρίζουν στο γρασίδι, ίπταται το άλμπατρος αιώνια, βγάζει ο Ντίλαν καινούργιο δίσκο, μοσχοβολούν οι κερασιές), καθώς εκείνος χαρωπά οινοβαρής επέμενε να της λέει ότι δεν είναι γι᾽ αυτούς ο έρως ο γλυκόπικρος, δεν είναι γι᾽ αυτούς οι αιματοβαμμένες όπερες, δεν είναι γι᾽ αυτούς οι εμφύλιες συρράξεις, όχι, όχι, άλλες εμφύλιες συρράξεις, ντάρλινγκ!, εμείς έχουμε επαναφέρει τη λέξη ντάρλινγκ με θαυμαστικό στο Μέγα Ερωτολόγιο, εμείς είμαστε οι αισθησιακοί καυλιάρηδες της Μέριμνας, και της Φροντίδας, και της Περιποίησης, οι lovers που τρώνε το αβοκάντο και το βερίκοκο ο ένας από την κοιλιά του άλλου, αυτοί είμαστε που μεταρσιώνουμε τα δευτερόλεπτα της αγάπης μας σε έργο τέχνης, που κάνουμε ποίημα τον εωθινό μας οργασμό, που ο ένας είναι ο φύλακας του ύπνου του άλλου, που εκείνος γίνεται ο caretaker των ονείρων & των βλέψεων & των φιλοδοξιών Εκείνης, κι Εκείνη γίνεται ο curator των εικόνων που συνωστίζονται στον ηφαίστειο νου εκείνου, κι εκείνος καταλαγιάζει τους ενίοτε αφηνιασμένους δαίμονές Εκείνης, κι Εκείνη συγκρατεί εκείνον όταν εκείνος παραπαίει οινοβαρής στο ρείθρο τα χαράματα, κι εκείνος βάζει στο πικάπ το “I Put a Spell on You’’ με τους Creedence Clearwater Revival, κι Εκείνη βάζει στο πικάπ το “I Put a Spell on You’’ με τη Θεά Νίνα Σιμόν, κι εκείνος της ετοιμάζει μια ομελέτα, κι Εκείνη του σερβίρει μια βόκτα, κι εκείνος λέει We Are A Fuckin’ Fabulous Family, κι Εκείνη λέει, We Are the Best and We Fuck the Best επίσης, κι εκείνος της ψιθυρίζει ένα τετράγλωσσο (αγγλικά & γαλλικά & γερμανικά & ελληνικά) You mliebst εμέ, κι Εκείνη του ψιθυρίζει, Είσαι ανεπίδεκτος μαθήσεως, κι εκείνος σκάει στα γέλια, κι Εκείνη σκάει στα γέλια, κι ο ουρανός είναι ένα καλειδοσκόπιο και η οδός Σπετσών είναι ένα ονειροδρόμιο και η Κυψέλη είναι ένα ιπτάμενο νησί και η γη είναι ένας παιγνιότοπος για δύο —

και θα γραφτεί στο βιβλίο/instalation, σ᾽ αυτό το πρωτόκολλο μιας ηδύτητας και μιας αγάπης που υπερέβαιναν τα εσκεμμένα και τα εσκαμμένα, ότι μια μνημειώδη 10η Ιουλίου, μεσούντος ενός καύσωνα που συνέτριβε νου και σώμα και σθένος, ανακάλυψαν, εκείνος κι Εκείνη, αμφότεροι και με διαφορά μόλις μερικών λεπτών της ώρας, καθώς εντρυφούσαν, πίνοντας απανωτές λεμονάδες με τζίντζερ, στο θαύμα θαυμάτων που λέγεται Κυψελάκι, α! τι ωραία, ντάρλινγκ!, στο τρίστρατο Ιθάκης & Σποράδων & Κυψέλης, στο άλλο βιβλίο/instalation, στο υπέροχο Wrong Norma (εκδ. Jonathan Cape, 2024) της υπέροχης Ανν Κάρσον [Anne Carson, Τορόντο, 21 Ιουνίου 1950), ότι, ποιητική αδεία αλλά τόσο εύστοχα και ταιριαστά, το μικρό όνομα του περιλάλητου Γκοντό [Godot], τον οποίον όλος ο καλός και ευαίσθητος και ανήσυχος κόσμος αναμένει ήδη από τις 5 Ιανουαρίου του 1953, είναι Rusty (ὅ ἐστὶ μεθερμηνευόμενον: Σκουριάκιας, Σκουργίλας, Σκουριασμένος, και πάει λέγοντας), μια ανακάλυψη που χαροποίησε αμφότερους εκείνον κι Εκείνη, καθόσον, σοβαρά τώρα, ντάρλινγκ!, ήταν δυνατόν ποτέ να μην είχε μικρό όνομα ο περιβόητος Γκοντό, ο κρυφός εμπνευστής τόσων και τόσων μεστών και εμβριθών φιλοσοφικών πονημάτων τόσων και τόσων στοχαστών, δεν μπορεί να μην είχε μικρό όνομα, κι ας μην σκάλισε ποτέ κανείς τα πράγματα, έως τα μέσα τη δεκαετίας του 2010, ήτοι τον καιρό που η υπέροχη Ανν Κάρσον έκανε την έρευνά της και συνέλεγε το υλικό για τη σύνθεση του δοκιμίου της “Lecture on the History Skywriting’’ (το οποίο βρίσκουμε περιχαρείς στο Wrong Norma, και στις σελίδες 61 έως 78), ναι, ας μην σκάλισε κανείς τα πράγματα, πλην της (ας επαναληφθεί) υπέροχης Ανν Κάρσον, ώστε να επισημάνει, ακριβώς η υπέροχη Ανν Κάρσον, και να εντοπίσει και να ανακοινώσει, και να γίνει πλέον κτήμα ες αεί, ποιο ήταν το μικρό όνομα (θυμίζουμε: Rusty) του περιώνυμου Αγίου της Αναμονής Γκοντό —

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: