Το δέρμα ως μεταφυσική

Το δέρμα ως μεταφυσική

Γιάννης Στίγκας, «Sonderkommando», Άγρα 2023



Κήπος την άνοιξη με άνθη και πουλιά

Με τον Γιάννη Στίγκα, το έργο του, τα βιβλία, τα ποιήματα, τους στίχους, με συνδέει μια παλιά, ισχυρή σχέση. Η πορεία μας δεν ήταν πάντα κοντινή, αλλά την χαρακτηρίζουν κοινοί χώροι, κοινοί τρόποι και κοινά ενδιαφέροντα. Και έτσι όπως περνούν τα χρόνια και μεγαλώνουμε, μία σταθερή εκτίμηση, θα έλεγα.
Η αμηχανία ή η ένταση της πρώτης ανάγνωσης με οδήγησαν να διαλέξω έναν τρόπο, μάλλον προσωπικό, ίσως παράλληλο, κάποιες φορές λοξό ή διπλό, για να μιλήσω για το πρόσφατο βιβλίο του Γιάννη Sonderkommando. Αποφάσισα να μην απομακρυνθώ ή να μην αποκρύψω, να μην προσπαθήσω να αλλάξω πολύ τον κύριο κορμό των σκέψεων, των εικόνων, κάποιες φορές των στίχων και των ποιημάτων, που προκάλεσε μέσα μου η ανάγνωση, η σκέψη, η συγκατοίκηση με το βιβλίο του Γιάννη για εφτά, οκτώ μήνες τώρα.
Δηλαδή δεν πίεσα το υλικό που εμφανίστηκε να αλλάξει, να ομογενοποιηθεί ή να κρυώσει για να χωρέσει σε έναν πιο σοβαρό, πιο ψύχραιμο ή πιο αντικειμενικό λόγο. Άλλωστε αυτό ακριβώς δεν ήθελα και ούτε θέλω να κάνω. Δεν είμαι ούτε κριτικός, ούτε αντικειμενικός. Είμαι φίλος και παθών. Στο κάτω κάτω αυτός είναι και ο προσανατολισμός του βιβλίου αισθάνομαι.
Για αυτόν τον λόγο θα ήθελα να σας ζητήσω να λάβετε τα μέτρα σας. Θα επιθυμούσα, επίσης, να μην ακουστεί με λάθος τρόπο αυτή μου η στάση: πρόκειται για μία γλώσσα που προσπαθεί να σκεφτεί, να μιλήσει ή και να απαντήσει δίπλα στα ποιήματα του Γιάννη. Δίπλα με μια στάση αφής. Και φιλίας.
Το θέμα μου είναι η αφή. Η αφή, το δέρμα και η μεταφυσική. Το δέρμα ως μεταφυσική, όπως λέει και ο τίτλος μου. Η αφή και το κακό. Το κακό βεβαίως είναι η κεντρική οδός του βιβλίου του Γιάννη. (Το τεράστιο θέμα των στρατοπέδων συγκέντρωσης εγώ δεν θα το ακουμπήσω σχεδόν καθόλου.) Αλλά και το κακό ως σώμα, ως δέρμα. Το κακό ως χάδι μεταφυσικό.
Στον απέραντο ουρανό των θυμάτων, καντηλάκια προς το άγνωστο οι άδειες κόγχες των ματιών τους.

1.

Η συντροφικότητα, πιστεύω, είναι κάτι που διαπερνά τον θάνατο. Αυτή είναι μια σκέψη που διατρέχει όχι μόνο την πολιτική ή την μεταφυσική, αλλά και την ποίηση και την γραφή. Υπάρχει μία αφή μεταφυσική, μία άλως σωματική που αγκαλιάζει λέξη προς λέξη τα σώματα.

Εδώ είναι τόπος οιμωγής / υδροχαρής / πέφτουν τ’ απόνερα του πάνω Κόσμου / μας αρέσει αυτό το ατέλειωτο ψιλόβροχο / η υγρασία επιταχύνει τη φθορά / η φθορά ευνοεί την ενδοσκόπηση / αρκεί / μια λύσις / της συνεχείας του δέρματος / και χύνονται από μέσα σου / τ’ απορημένα χρώματα των σπλάχνων…  (Sonderkommando, σελ. 11)

2.

Στην ποίηση το δέρμα, κάποτε, λειτουργεί ως έννοια. Αυτό, άλλοτε, το έχουν πει και ύφος ή συγκίνηση. Τα θύματα νοιώθουν την υγρασία απ' τα ποιήματά σου, από αυτά τα ποιήματα. Όχι ως δικαίωση αλλά εντελώς σωματικά. Ως πάχνη ή ως δροσιά. Πάνω στην πρωινή χλόη ή στα χόρτα.

3.

Το δέρμα ως χιτώνας, με τον οποίον τυλίγοντας τον δολοφόνο μπορείς να φτάσεις στην αθωότητα ενός στίχου. Ή στου θύματος το ανέσπερο φως. Έτσι σκέφτομαι πάντα τα ποιήματα, αβοήθητα, αβέβαια, σαν μίσχους απροστάτευτους προς το ελάχιστο.

4.

Ποτέ το δέρμα δεν είναι το δικό σου δέρμα.

Αυτός είναι ένας αβάσταχτος διχασμός. Ίσως και απάνθρωπος. Μετρήστε μόνο τα κύρια ονόματα στην συλλογή του Γιάννη. Και μετά τα ανώνυμα κόκαλα με τα οποία συνομιλούν.

5.

Απ' την πέτσα των δολοφόνων στο δέρμα του ποιήματος. Ο Didi-Huberman, με μία αιφνίδια μεταφορά στην χλωρίδα, ονομάζει, αυτό ακριβώς το φαινόμενο, écorces. Φλοιούς. (Georges Didi-Huberman, Écorces, Minuit, 2011) Το δέρμα των δέντρων δηλαδή. Έχουν τα δέντρα δέρμα; Έχουν αφή; Να μία ερώτηση. Ο Huberman απαντά καταφατικά. Οι φλοιοί από τις σημύδες, της νότιας Γερμανίας, της Πολωνίας, των στρατοπέδων συγκέντρωσης που βλέπουν και μαρτυρούν το κακό. Το άφατο. Το δέντρο βλέπει, έγραφε, μέσα από άλλα χαρακώματα, ο René Char. ( Le fruit est aveugle. C'est l'arbre qui voit. René Char, Feuillets d'Hypnos, 1946).
Ο Στίγκας αυτό το λέει βελανιδιά. Βελανιδιά του Γκαίτε. (Sonderkommando, σελ. 28)

6.

Τα σώματα των θυμάτων γειτονεύουν πραγματικά με την ποίηση. Μέσω της σιωπής. Του σπαραγμού και του μαρτυρίου τους. Επειδή δεν μιλούν, δεν μπορούσαν να μιλήσουν. Δεν μίλησαν. Υπάρχει κάτι τέτοιο και στον λόγο. Στην καρδιά όλων των λέξεων. Για αυτό είναι επιτακτικό να μιλήσουμε εμείς. Μετά το Άουσβιτς κυρίως. Μετά την Παλαιστίνη σήμερα. Υπάρχει μία κοινότητα σωματική στον τρόμο. Αυτό που συνέχει μία ομάδα ανθρώπων είναι όλα αυτά που δεν ειπώθηκαν, όλα εκείνα που δεν είπαν ποτέ. Που απαγορεύεται, επίσης, να πουν.

Αλλά / για να δύει ο ήλιος / κάτι θα ξέρει. (Ό.π., σελ. 15)

7.

Η κυνικότητα του κακού. Η κανονικότητα του κακού. Η κοινότητα του κακού. Ναι. Αφού, οι στίχοι είναι η πρώτη, η πιο διαρκής ενοχή που μας ενώνει.

8.

Ο τρυφερός δολοφόνος. Ο ποιητής κρύβεται πίσω από το φως, μέσα στο φως. Πίσω απ’ τα φύλλα. Είναι όπως τα δέντρα. Χώμα, λέξεις, αέρας και φως. Κάποτε όμως αποχωρεί. Γράφοντας, αφήνει ίχνη.

εκείνο το παλιό τικ-τακ / ανάμεσα σε παραμύθι κι έγκλημα. (Ό.π., σελ. 22)

9.

Το κακό είναι βασικό. Είναι μία παραφθαρμένη εκδοχή του χώματος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πάντα το κακό απωθεί το χώμα.

Καιρός μου να φανερωθώ / δεν ξέρω να τα συνταιριάξω πια / τα θάβω / αυθωρεί / στο χώμα. (Ό.π., σελ. 27)

10.

Ναι το κακό είναι κοινό. Είναι κοινότοπο. Είναι παντού παρόν και πάντοτε βαρετό. Βλέπε τον Σαντ. Δεν διαβάζεται, θα λέγαμε. Αλλά είναι πραγματικό. Σαν αγριολούλουδο πάνω στο κάρβουνο, όμως, εκεί ακριβώς, σαν δροσερό αεράκι, θα ανθίσουν τα ποιήματα. Οι ψυχές δηλαδή των φτωχών, των νεκρών, των θνητών και των βασανισμένων. Για κανενός το βλέμμα.

11.

Το κακό δεν είναι ηθικό, ούτε ανήθικο. Το κακό είναι ύλη. Κάποιες φορές η πρώτη ύλη. Είναι ο Εβραίος του ποιήματος. Εκπίπτει, δεν τον προσέχεις, απωθείται. Εξοντώνεται. Γίνεται γύρη, αεράκι. Είναι ο ρυθμός, ο διασκελισμός. Είναι ο ήχος των στίχων σου. Όλα εκείνα, δηλαδή, που δεν λες, ούτε είπες.

12.

Ο Στίγκας στην ούγια. Πλεκτό από κόκκαλα και λάσπη. Ρίζες, βολβούς και ουρανό.

Κι αν έχουμε δυο χέρια αριστερά / πώς θα μας σταυρώσουν στον Παράδεισο; (Ό.π., σελ. 27)

13.

Sonderkommando ή το πρώτο πρόσωπο ως νεκρό. Ο Γιάννης κρύβεται κάτω από τα κύρια ονόματα. Ο Άδης, ο κάτω κόσμος σαν πέρασμα ή σαν ποίημα. Σκέφτομαι κάτι ανάποδο, ίσως αυτά τα ποιήματα του Γιάννη να είναι το αρνητικό από το ποίημα του Καρούζου Ο Γιάννης μέσα στο έαρ

Το μέγιστο τέχνασμα της γραφής ή της μετουσίωσης. Γράφοντας ο ποιητής έχει. Επιτέλους κάτι έχει, φτιάχνει πια μία περιουσία. Φτιάχνει το τίποτα που μας αναλογεί. Και μας παρηγορεί, μας συντροφεύει. Ο ποιητής φροντίζει το τίποτα.

Ξένος είμαι στο σπίτι μου
ξένος στους δρόμους
με λένε Γιάννη δεν έχω τίποτα δικό μου.

(Νίκος Καρούζος, «Ο Γιάννης μέσα στο έαρ», Ποιήματα, 1961)

Κι όμως έχει. Το πρωταρχικό καθήκον των Sonderkommando ήταν η διαχείριση των πτωμάτων. Η μόνη Ανάσταση, η μόνη λύτρωση στην γραφή είναι το ύφος. Εάν όχι το φως. Και αυτό το μυστήριο του βιβλίου του Στίγκα, είναι ότι ελαφραίνει την κόλαση. Στο τέλος μένει μόνο λίγος αέρας ανοιξιάτικος.

Κόλαση ελαφριά, διαυγής. Αιώνια. Δηλαδή γραπτή.

14.

Ζήλεψα τον τρόπο που έχουν κάποια ποιήματα του βιβλίου του Γιάννη να τελειώνουν. Χωρίς πολλά λόγια. Δεν φεύγουν, ούτε λείπουν. Εξαερώνονται απροσδόκητα σαν αφή. Γίνονται ελαφρύτερα κι απ' τον εαυτό τους και χάνονται. Γίνονται δέρμα. Διάφανο σαν δέρμα φιδιού, αφημένα, αφηρημένα στα χόρτα. Αυτό τεχνικά έχει υψηλότατο βαθμό δυσκολίας, διότι, πολύ απλά, εμπεριέχει μία καθόλου αυτονόητη παραδοχή. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από καθαρό όνειρο, από τα γνωστά σε όλους μας σύννεφα. Και η ποίηση απ' το πολύπαθο σώμα του.

15.

Η κόλαση:
το ίδιο ακριβής όσο μια μεταφορά.

Το ίδιο απαλά
όσο τα κρύα παγωμένα σύννεφα.

Άναρθρη
όσο τα πουλιά.

Δεν έχω αμφιβολίες πια / η γλώσσα μου θα γίνει βυσσινιά / θα βρούμε θαλπωρή στα χρώματα. (Sonderkommando, σελ. 30)

16.

Τα πουλιά καμιά φορά δεν συμβολίζουν
τον θάνατο κάθε ανάστασης.
Όντως. Ίσως κάτι πολύ μικρότερο. Ή και πολύ χειρότερο.

Ένα μυρμήγκι / βρυχάται στη λήθη / όσο κι ένα λιοντάρι.
(Ό.π., σελ. 41)

17.

Τα φραστικά λουλούδια που σκεπάζουν τα λιβάδια σας, σχεδόν κάνουν τα μάτια μου να ανθίζουν.
Θα μου πείτε είναι νεκροταφεία. Θα συμφωνήσω.

18.

Τα πουλιά που πετούν ομοιάζουν με την κοφτερή της λαιμητόμου λεπίδα. Είναι το ίδιο ελαφριά; Η πίστη και ο λαιμός μας αντιγράφουν τα σύννεφα!
Ιδού το όριο της μεταφυσικής του Στίγκα. Μία ήρεμη, καταπραϋντική αμφιβολία, μειδίαμα ειρωνείας πικρής, απελπισία:

…αν απομείνει κάτι από τούτη τη Βαβέλ / θα είναι μοναχά μια καπνοδόχος / όλο και κάποιος θα τη λιμπιστεί / ίσως κουρούνες / ίσως πελαργοί… (Ό.π., σελ. 41)

Η καπνοδόχος αυτή επέχει θέση, θα έλεγα, ιστίου, σημαίας στη συλλογή. Ιστίου του τίποτα. Σημαίας θριάμβου. Το άκρον άωτον, η αυγή της φρίκης, το χιονισμένο όρος Φούτζι της κόλασης. Η ακταιωρός του μέλλοντός μας.

19.

Τα νεκροταφεία είναι κήποι αέναοι. Ανθισμένοι, ανοικτοί, μεθυστικοί. Μόνο τα σύννεφα θα μπορούσαν να ομοιάσουν στο σχήμα, το νόημα και την κρυφή μουσική των φωνών τους, των ήχων τους: των μυστικών τους. Μες στα φυλλώματα τους ανθίζουν πουλιά, λέξεις και ψέματα. Σαν καντηλάκια ανάβουν τα ορθάνοικτα μάτια μας, όταν μας πλησιάζουν και τρεμοσβήνουμε σιωπηλά. Το ίδιο, αλλά στον απόλυτο βαθμό, ισχύει και για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

20.

Καμία μνήμη. Μόνο οι ρίζες θυμούνται ότι το χώμα είναι ο απέραντος ουρανός του μέλλοντός μας.

Κατακαημένη μου αιωνιότητα / αρκούδα που χορεύτηκες στα τρίστρατα (Ό.π., σελ. 41)

21.

Κήπος την άνοιξη με άνθη και πουλιά

Για αυτόν τον κόσμο είμαι νεκρός.

Στο όνειρο του, όμως, αναπνέω.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: