Και είπε αυτός:
―Δεν είμαι των δαχτυλιδιών, ούτε καν της κονσέρβας! Μόνο στο Γυμνάσιο είχα δοκιμάσει στο χέρι μου ένα χρυσό κρίκο μιας κουρτίνας του πατρικού Και από κονσέρβες τρώω κυρίως κορν μπήφ – αυτό που ανοίγει με εκείνο το απλοποιημένο φεί ... Λέω μάλιστα ότι για μένα υπάρχουν μόνο δύο κλειδιά, του σολ της μουσικής και του κορν μπήφ της κονσέρβας
― Και στο σπίτι; ... Ή στο γραφείο;...
―Ε, στο σπίτι μπαίνω με την ταυτότητα... Αλλά πες μου για αυτό που διαβάζεις... Φαντάζομαι, είσαι της τέχνης, γενικά μια γυναίκα έντεχνη... Με Αρβανιτάκη, σκέφτομαι, και με Αλιβάνιστους... Αφίσσα Ντυσάν στον τοίχο του γραφείου, γιλέκα από τον Καλονοτιά και τέτοια, ε;
Και είπε αυτή:
―Ε, περίπου... Λοιπόν, κοίταξε, αυτός εδώ, ο Λόμπστερ Βιτρίνης, συζητάει το μετά την τέχνη Γιατί, ξέρεις, κάποιοι, αρκετοί από εμάς, βλέπουν ένα, δύο, τρία προβλήματα... Ποιος και πώς θα κάνη το μετα-έντεχνο; Και για ποιους θα το κάνη; Και άλλα τέτοια...
Και είπε αυτός:
―Κάτι με A.I., μεταλλαγμένους και ρομπότ είναι όλα αυτά; Λοιπόν... Eμένα, όσο και αν σου φαίνεται παράξενο, αυτό που με απασχολεί περισσότερο είναι αν στους επόμενους θα αρέση το γλυκόξινο!
― Μιλάς για κάτι κινέζικα; Και για την κέτσαπ, το μελόξυδο και κάποιες συνταγές με δαμάσκηνα;
―Λέω, και μάλιστα πιο πολύ, για τις τσαρηκόλες, τις λεμονίτες και όλα αυτά ... Γιατί, να, έχουμε την ‘Τσάρης-Αεριούχα’, μια οικογενειακή εταιρεία, που έχει για σήμα πέντε μπουρμπουλήθρες Να, αυτό εδώ είναι το σήμα... Σαν των Ολυμπιακών αγώνων είναι κάπως, αλλά πιο ανοικτό και κάπως ακανόνιστο... Ξέρεις, εγώ το σκέφτηκα!
εκείνη την στιγμή το λεωφορείο βγήκε από τον δρόμο και σταμάτησε στο ‘Χάνι τού Αγιάννη’, με ένα σήμα ίσως πιο άθλιο και από αυτό της εταιρείας ‘Τσάρης -Αεριούχα’.
‘Στάσι 20 λεπτά!’, είπε ο οδηγός και άνοιξε τις πόρτες
αυτή είπε ένα ‘we serve and conserve – κράτα το!’ και κατέβηκε βιαστικά, σφίγγοντας το σακκίδιό της Κάτι στο λεωφορείο, όπως ένα ψαλίδι στα τυφλά μέσα σε ένα σακκί με νήματα, πήγαινε κάπως Και αποφάσισε να μην ξαναμπή
ο διπλανός έμεινε στην θέσι του να κρατάη το μαντεμένιο σκεύος με την ανοιγμένη κονσέρβα Αυτή γρήγορα έγινε ένα με τις σκιές μιας κατηφόρας και συνέχισε σε ένα δάσος πυκνό που πορφύριζε Δεν σταμάτησε να περπατάη γρήγορα παρά μόνον όταν έφτασε σε ένα ψέφωτο
κοίταξε τριγύρω Ξεχώριζαν μόνον κάτι πεταμένα στολίδια του Χάλλοουιν, τώρα και στην Ελλάδα Και στο κινητό της που χτύπησε απάντησε: ‘Θα έρθω... Ναι, θα έρθω, αλλά πολύ αργότερα... Ε, κάτι μου έτυχε!’ Μετά ξανάνοιξε το ‘Σίκουελ της Τέχνης’. Διάβασε μόνον τις τελευταίες δύο σελίδες, φώναξε εκνευρισμένη ‘Άσε μας, ρε Γιάννη!’ και πέταξε το βιβλίο, που πιάστηκε σε κάτι κλαδιά
Για τον γλυκόξινο διπλανό, αυτή έμεινε για πάντα ‘Η άγνωστος με την κονσέρβα’. Αν και ένας επιβάτης τού είπε αργότερα ότι στον σταθμό των Κτελ κάποιος την αποχαιρέτησε φιλώντας την και λέγοντας ‘Καλό ταξίδι Νέφη!’ ή κάτι τέτοιο
[3/12/2023]