Αν χανόταν η μισή Ελλάδα ξαφνικά, μέσα σε λίγες μέρες, κι ο ελλαδικός χώρος έφτανε πια —όπως μια φορά κι έναν καιρό— ως τη Λάρισα, αν όπως χάθηκε η μισή Κύπρος πριν πενήντα χρόνια —κι ας πολέμησες κι εσύ, κι ας έκανες ό,τι μπορούσες—, αν το σπίτι σου, το ιατρείο του πατέρα σου κοβόταν στη μέση, πάνω ακριβώς στην πράσινη μετά γραμμή, αν τόσων φίλων σου γκαρδιακών οι τόποι ήσαν πια αλλού, αιχμάλωτοι, με τι κουράγιο θα μπορούσες να συνεχίσεις, να υπάρχεις;
Κι όμως. Γιατρός πια στην Αθήνα, σώζοντας εκατοντάδες ασθενείς από την ασθένεια που κι εσύ θα έφευγες μια μέρα, ταυτόχρονα ζωγράφος ιδιαίτερος, απόρρητος, συγκινητικός, στα βιβλία, στην τέχνη, στην ένωση όλων των τρόπων τους αφιερωμένος, θα έβρισκες τη δύναμη να συνεχίσεις, να υπάρξεις στην πρώτη πάλι γραμμή αυτού του άλλου πολέμου, με τον εαυτό σου όπλο πάντα πανίσχυρο, τρομερό.
Κι η μισή πατρίδα έτσι διπλή, πολύ παραπάνω από γεωγραφικά όρια και φρικτά κόκκινα σύνορα, πολύ πιο στέρεη, πολύ πιο φωτεινή, πολύ πιο πλήρης.
Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου,
κανένας δεν ηβρέθηκεν για να την ιξηλείψει [...]
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθεί όντας ο κόσμος λείψει.
Κύριλλος Σαρρής (1950-2024)
(Από το ανέκδοτο βιβλίο Νουάρ Στιγμές)