Επιστολές ή περί άλλα...

Η Λουίζ Μπρουκς, Βερολίνο 1974
Η Λουίζ Μπρουκς, Βερολίνο 1974

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ
ΛΟΥΙΖ ΜΠΡΟΥΚΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ
ΤΖΕΪΜΣ ΜΑΛΚΑΧΙ

18 /12 / 1979

Αγαπητέ Τζίμι

Πολλές ευχαριστίες για τα 20 $ που θα βοηθήσουν στην αγορά στηρίγματος πλάτης που ελπίζω ότι θα μειώσει τον πόνο όταν διαβάζω στο κρεβάτι.
Πολύ χαίρομαι που μου έγραψες, επειδή αισθανόμουν ένοχη που σου είπα να έρθεις να με δεις και να μην έχεις περάσει καλά. Αν και προσπάθησα να σε προειδοποιήσω στο τηλέφωνο, λέγοντάς σου ότι είμαι μια «ανάπηρη γριά», ήμουνα βέβαιη ότι δεν άκουγες και ότι είχες ήδη φτιάξει το δικό σου σενάριο γύρω από τη συνάντησή μας.
Πώς να περιγράψω την εντύπωσή μου από την συνάντηση; Όχι σαν όνειρο ή παραίσθηση, αλλά μάλλον σαν μια αχνή φιγούρα σε μια ρετουσαρισμένη φωτογραφία. Από το κρεβάτι μου κοιτάζω την ροζ καρέκλα και σε βλέπω να κάθεσαι εκεί, ένας άνδρας 72 χρονών, και ταυτόχρονα βλέπω τον Τζίμι στα 35 του. Χρησιμοποιείτε και οι δύο το ίδιο λεξιλόγιο, τις ίδιες εκφράσεις του προσώπου, τις ίδιες χειρονομίες. Και πίσω από αυτούς τους δύο, φιάχνω με την φαντασία μου έναν Τζίμι στα 25 του, με σχηματισμένο χαρακτήρα, ο οποίος θα περάσει τη ζωή του αναζητώντας ένα κοινό που θα τον εκτιμήσει.
Ο Προυστ έγραψε: «Λέμε ψέματα σε όλη μας τη ζωή, κυρίως σε εκείνους που μας αγαπούν και πολύ περισσότερο σε εκείνον τον ξένο του οποίου η περιφρόνηση θα μας προκαλούσε τον μεγαλύτερο πόνο».*
Όταν, στα 50 μου, ξεκίνησα να γράφω τα άρθρα μου για το σινεμά, ανακάλυψα ότι δεν ήξερα ποιά ήμουνα, ή γιατί έκανα ό,τι έκανα, ή τι είχα κάνει ώστε ο κόσμος να μου δείχνει αγάπη ή μίσος. Και σήμερα, στα 73, συνειδητοποιώ ότι η μοναδική μου ευτυχία είναι ότι ελευθερώθηκα από το Εγώ, ότι δεν σκέφτομαι καθόλου τον εαυτό μου. Δεν είναι εύκολο, μετά από μια τόσο εγωιστική ζωή, να προσπαθείς να ευχαριστείς τους άλλους.
Αυτός είναι ο λόγος που αισθάνομαι χάλια μετά από την επίσκεψή σου. Ήθελα να ακολουθήσω το δικό σου σενάριο και να σε κάνω να μείνεις ευχαριστημένος με την ερμηνεία σου, ώστε να γυρίσεις στη Νέα Υόρκη με καλές κριτικές ― και απέτυχα.

Με αγάπη

Λουίζ




Επιστολές ή περί άλλα...



* Η ακριβής φράση του Προύστ είναι η εξής: «Λέμε όλη μας τη ζωή ψέματα, ακόμη, και ιδίως, ίσως και αποκλειστικά, σ' εκείνους που μας αγαπούν. Γιατί μόνον εκείνοι απειλούν την απόλαυσή μας και θέλουμε να μας υπολήπτονται» [Μαρσέλ Προυστ: Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, τόμ. VI «Η Αλμπερτίν αγνοούμενη», μετάφραση-επιμέλεια έκδοσης Παναγιώτης Πούλος, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας 2014, σ.169 (μέσω Μ.Κ.)].

Επιστολές ή περί άλλα...


Η Λουίζ Μπρουκς (Louise Brooks, 1906-1985) όταν έστειλε αυτή την επιστολή είχε πια εγκαταλείψει την καριέρα της σαν ηθοποιού, μετά από 25 περίπου ταινίες από το 1925 μέχρι το 1938. Ενώ σχεδόν όλες γυρίστηκαν στις ΗΠΑ, αυτές που δημιούργησαν τον θρύλο της είναι οι δύο που γύρισε το 1929 στη Γερμανία με σκηνοθέτη τον Γκεόργκ Βίλελμ Παμπστ (Georg W. Pabst): «Το ημερολόγιο μιας παραστρατημένης» και ιδίως «Το κουτί της Πανδώρας» όπου υποδύεται τον ρόλο της Λούλου, αντιπροσωπευτικό τής απελευθερωμένης γυναίκας της εποχής της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, λίγο πριν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Ως σύμβολο της κοινωνικά και σεξουαλικά ελεύθερης γυναίκας (αυτής που ήταν και η ίδια η Μπρουκς στη ζωή της) επιζεί μέχρι σήμερα και η φιγούρα της με το χαρακτηριστικό χτένισμα είναι εικόνα της σύγχρονης κουλτούρας.
Όσον αφορά την ίδια όμως σαν ηθοποιό, οι ταινίες αυτές δεν έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στη συνέχεια της καριέρας της στις ΗΠΑ. Το 1938 σταμάτησε να παίζει στον κινηματογράφο και έκανε διάφορες δουλειές, από υπάλληλος σε στούντιο έως πωλήτρια, για να καταλήξει συνοδός πλούσιων κυρίων. Το 1955 χάρη στον Ανρί Λανγκλουά, διευθυντή της Γαλλικής Ταινιοθήκης, επανεκτιμήθηκαν οι ταινίες που έπαιξε, ιδίως «Το κουτί της Πανδώρας» και η ίδια σαν ηθοποιός και χάρη στο γεγονός αυτό μπόρεσε να ξεκινήσει μια νέα καριέρα κριτικού κινηματογράφου, συνεργαζόμενη με διάφορα έντυπα, ζώντας όμως σε μεγάλη οικονομική στενότητα.

Για τον Τζέιμς Μαλκάχι (James Mulcahy, 1907; - ;) δεν μπορέσαμε να βρούμε πολλές πληροφορίες, πλην της αναφοράς ότι υπήρξε εραστής της Λουιζ Μπρουκς, με την οποία σκόπευαν να παντρευτούν γύρω στο 1927. Ο γάμος αυτός δεν έγινε ποτέ και, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία τους, συναντήθηκαν και πάλι την δεκαετία του 1970. Αυτό πάντως που φαίνεται καθαρά μέσα από την αλληλογραφία τους, είναι η οικειότητα που είχαν λόγω και της παλαιότερης στενής γνωριμίας τους.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: