Στον βατήρα



Τέντωσε το χέρι της, για να φτάσει αυτό το κάτι που πάντα έπρεπε να βρίσκεται λίγο μακρύτερα από την τέλεια διάταση του κορμού και των άκρων. Τα δάχτυλα ενώθηκαν και η παλάμη με μια δυνατή κίνηση έσπασε τη στιλπνή επιφάνεια, παρέσυρε ικανή ποσότητα χλωριωμένου νερού, έπειτα το χέρι λύγισε από τον αγκώνα και αφού απαραιτήτως χάιδεψε ξυστά την άκρη των μηρών, αναδύθηκε στην καυτή ατμόσφαιρα αφήνοντας λεπτές διαφανείς σταγόνες να αιωρούνται, πριν αμέσως αναμειχθούν με τους άτονους αφρούς που προκαλούσαν τα ρυθμικά χτυπήματα των πελμάτων.
Κοίταξε με δυσφορία μέσα από τα θολωμένα γυαλάκια ανάμεσα στα άτριχα πόδια που ανοιγόκλειναν άτσαλα μπροστά της. Η έλλειψη συντονισμού τούς αφαιρούσε κάθε γοητεία, καθώς το ένα αναδυόταν στην επιφάνεια και το άλλο έμενε σχεδόν αλύγιστο προσπαθώντας να μιμηθεί την κίνηση. Αν συνέχιζε προσποιούμενη ότι κοιτούσε αποκλειστικά τον πυθμένα, θα καρφωνόταν σίγουρα στα πλαϊνά εξογκώματα των γλουτών που έσφιγγαν και χαλάρωναν χωρίς να δίνουν καμιά αξιοσημείωτη ώθηση. Κοίταξε λοιπόν αδιάφορα προς το πλάι και προσπέρασε απολαμβάνοντας την ικανοποίηση του αρχικού συντονισμού και μετά της γρήγορης, αλλά βέβαιης και ασφαλούς ολίσθησης μπροστά από το άχαρο εμπόδιο.
Μόλις διέκρινε τα πλακάκια του τοίχου με τους μουχλιασμένους κατάμαυρους αρμούς, έβγαλε το κεφάλι προς τα δεξιά, κατάπιε λίγο παραπάνω αέρα, με το στόμα σε σχήμα μερικής πάρεσης, τράβηξε και με τα δύο χέρια της ταυτόχρονα το νερό προς τα πίσω και λυγίζοντας τον κορμό της προς τα κάτω, βυθίστηκε εντελώς μέχρι που αιφνιδιαστικά αναδύθηκε αλλάζοντας τώρα κατεύθυνση με το βλέμμα στραμμένο προς τη μεριά των βατήρων.
Ένιωσε ένα δυνατό εκτόπισμα νερού να έρχεται με ακανόνιστο τρόπο από τα δεξιά της. Κοίταξε με περιέργεια την επιδερμίδα που παλλόταν με περιοδικούς κυματισμούς, τα χέρια που εκτινάσσονταν σε θέση απεγνωσμένης ικεσίας και προσπάθησε να αποφύγει την άχαρη αυτή δίνη.
Έτσι έφτασε γρηγορότερα, για να στηρίξει τα χέρια της στη βάση του βατήρα και χωρίς το παραμικρό λαχάνιασμα τράβηξε τους μηρούς προς την κοιλιά και τινάχτηκε τεντωμένη προς τα πίσω. Με το πρόσωπο μόνο να εξέχει, κοίταζε με προσήλωση τα πόδια της να δημιουργούν κυματιστά μακρουλά εξογκώματα στην επιφάνεια του νερού, καθώς τα μπράτσα τεντωμένα άγγιζαν τα αυτιά, οι ώμοι ανασηκώνονταν, ενώ οι παλάμες στραμμένες κάπως αλλόκοτα προς τα έξω βυθίζονταν και αναδύονταν η μια μετά την άλλη.
Οι ανάσες που άφηνε σε μετρημένους χρόνους μέσα στο νερό γεννούσαν πνιχτούς, διαθλασμένους ήχους. Η έλλειψη ωστόσο κανονικής αναπνοής, αυτή η προσήλωση στην οικονομία του αέρα και στη ρυθμικότητα των εισπνοών για μεγάλο διάστημα δεν μπορεί παρά να προκαλέσει κάποια εμμονή σε επαναλαμβανόμενες σκέψεις αρθρωμένες σε κοφτούς εσωτερικούς διαλόγους ή άλλοτε μια ισχυρή διάθεση ρεμβασμού ή ακόμα μερικές φορές και κάποια σχετικά ανεδαφική τάση λήψης οριστικών αποφάσεων.

Τότε λοιπόν ήταν που ένας χαρταετός εμφανίστηκε στον ουρανό. Σχεδόν ποτέ η παρατήρηση του ουρανού δεν έκρυβε κάποια έκπληξη. Το πρωινό αυτό του δυνατού καύσωνα θα μπορούσε κανείς να δει σμήνη γλάρων ή στίγματα χελιδονιών ή λευκές γραμμές αεροπλάνων, όχι όμως κι έναν χαρταετό με κίνηση παιγνιώδη να αιωρείται χωρίς καν να διακρίνεται ο σπάγκος του και χωρίς να σε αγγίζει η παραμικρή πνοή αέρα, όταν υψώνεις το χέρι βρεγμένο έξω από την επιφάνεια. Προσπάθησε να διακρίνει τα χρώματά του. Φαντάστηκε μάλλον, παρά είδε ένα κόκκινο ρόμβο με κίτρινη ουρά στο κέντρο του θολού από τη ζέστη ουρανού να λικνίζεται ανεπαίσθητα.
Έριξε με φόρα τον καρπό της πάνω στο δάπεδο και το πλαστικό σκουφάκι ακούμπησε αιφνιδιαστικά τα πλακάκια. Στάθηκε για πρώτη φορά σε όρθια στάση και κρατήθηκε από τα πλαστικά μπαλάκια που χώριζαν τις διαδρομές. Πολλά ήταν σπασμένα και σχημάτιζαν αιχμηρές επικίνδυνες απολήξεις. Τις περιεργάστηκε με τα δάχτυλά της, κοίταξε περιμετρικά και με βρεγμένη όραση συλλάβισε σιωπηρά όλες τις σκληρές, αλλά μάλλον ανορθόγραφες απαγορεύσεις που βρίσκονταν αναρτημένες στους πλαϊνούς τοίχους. Πολλές θύμιζαν μητρικές παραινέσεις προς αποφυγή περιττών καυγάδων ή επικίνδυνων επαφών, αλλά οι περισσότερες θα ταίριαζαν και σε τοίχους νοσηλευτικών ιδρυμάτων της περιφέρειας χάρη στα γλωσσικά τους υβρίδια.

«Αποφεύγετε όπως βαδίζετε χωρίς σαγιονάρες καταστρώματος».
«Μέγιστη παραμονή εντός της κολυμβητικής δεξαμενής, το πολύ μία ώρα».

Όλες οι υγρές απολαύσεις είναι χρονομετρημένες. Το πολύ μια ώρα. Φαντάστηκε την σκέψη της επιγραφή αναρτημένη απειλητικά στα πλακάκια των γυναικείων αποδυτηρίων. Οι γυναίκες γυμνές κάτω από τα ντους, σαπουνίζονται βιαστικά και χαμογελούν με συνενοχή διαβάζοντας την καινούργια επιγραφή. Στύβουν στο πάτωμα τα βρεγμένα τους μαλλιά, ανταλλάσσουν κρέμες για το σώμα, ελέγχουν την υφή της επιδερμίδας τους στον καθρέφτη και αποχαιρετιούνται με αδιάφορες κοινότοπες ευχές που συχνά μένουν αναπάντητες. Οι μεγαλύτερες αναρωτιούνται φωναχτά ποιος σκέφτηκε να γράψει κάτι τέτοιο, καθώς τεντώνουν πάνω τους βαμβακερά άνετα εσώρουχα και σκύβουν να βάλουν τις κάλτσες τους χωρίς καμιά βιασύνη. Όμως ακόμη κι αυτές δεν προσποιούνται κανένα ηθικό αποτροπιασμό, που θα ήταν εξάλλου εντελώς αταίριαστος με το γυμνό τους βάδισμα.
Παλιά απέφευγε τις κουβέντες μαζί τους. Οι φωνές τους αντανακλούσαν άσκοπα στον άδειο και υγρό χώρο, καθώς αντάλλασσαν διαπιστώσεις για την αλλαγή του κλίματος, τη θερμοκρασία του νερού ή πληροφορίες για τηλεοπτικές συνταγές, κάποιο νέο εστιατόριο, το αυριανό τους πρόγραμμα, τις λεπτομέρειες μιας γέννας ή κάποιο αιφνιδιαστικό περιστατικό θανάτου. Λίγα από όσα αντηχούσαν στα πλακάκια ταυτίζονταν αποκλειστικά και με κάποια σταθερότητα σε κάποια από αυτές. Εδώ και καιρό είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως η μόνη ασφαλής ένδειξη για την κοινωνική κατηγορία τους, τις αισθητικές τους προτιμήσεις, ακόμα και την παρουσία ή απουσία συζύγων, εραστών ή παιδιών στη ζωή τους ήταν το σχήμα του εφηβαίου τους και ο τρόπος που το εξέθεταν ή το απέκρυπταν βαδίζοντας προσεκτικά στο βρεγμένο και ολισθηρό δάπεδο.
Τον τελευταίο καιρό βέβαια διασκέδαζε λίγο με τις άσκοπες αφηγήσεις των αποδυτηρίων. Χαιρετούσε λίγο πιο φωναχτά την ώρα που άνοιγε την πόρτα και παρατηρούσε αν κάποια την άκουσε ή βρήκε κάτι να της απαντήσει. Συμμετείχε μάλιστα και μια φορά στη συζήτηση περί ερωτικών θεμάτων προσθέτοντας πως, όταν δεν έχεις πια αυτόν που αγαπάς, η ζωή αδειάζει αφόρητα ή κάτι σχετικό με τον πόνο της ερωτικής απόρριψης. Η αλήθεια είναι πως όλα αυτά δεν ακούστηκαν ούτε καν ως ηχώ στα υγρά και μουχλιασμένα πλακάκια. Μόνο μια επίμονα γυμνή ξανθούλα που εξαφάνιζε τα μικροσκοπικά εσώρουχά της κάτω από τις δίπλες της κοιλιάς της παραπονέθηκε παθητικά για το βάρος της ως συνέπεια πολλών τέτοιων ατελέσφορων σχέσεων.
Τράβηξε πάλι τους μηρούς προς το στήθος, στήριξε τα χέρια αποφασιστικά στη λαβή του βατήρα και τεντώθηκε με φόρα προς τα πίσω. Ο χαρταετός στεκόταν καρφιτσωμένος στο πλάι του ουράνιου θόλου, ακόμα πιο ακίνητος από πριν. Άκουσε τις κραυγές των προπονητών και είδε τις απελπισμένες βουβές χειρονομίες τους, που πάσχιζαν να συντονίσουν τα κόκκινα κεφαλάκια με τα φουσκωμένα αυτιά. Για άλλη μια φορά ένιωσε μεγάλη ανακούφιση που καμιά συνθήκη δεν επέτρεπε συζητήσεις εκείνες τις στιγμές. Σχεδόν ποτέ εξάλλου δε βρισκόταν με το κεφάλι έξω να κινείται στην ίδια ταχύτητα με τον διπλανό της, έτσι η ανταλλαγή αφορισμών ή παρατηρήσεων γινόταν εκ των πραγμάτων αδύνατη.
Κοίταξε το μεγάλο ηλεκτρονικό ρολόι με τα κόκκινα ψηφία πάνω από την είσοδο των αποδυτηρίων. Διάβασε πρώτα την ημερομηνία και πρόσθεσε όπως έκανε κάθε φορά τους αριθμούς χωρίς κάποιο προφανή λόγο. Μετά περίμενε την εμφάνιση της ώρας, έλεγξε αν συμφωνεί με τους λεπτοδείκτες του δικού της ρολογιού και πάνω στην αλλαγή του λεπτού με όσο μεγαλύτερη ώθηση μπορούσε τεντώθηκε μπροστά καταπίνοντας μια μεγάλη ανάσα. Είχε αποφασίσει να την κρατήσει μέχρι να δει τα πλαστικά διαφημιστικά σημαιάκια λίγο πριν τον τερματισμό. Μέτρησε άσκοπα τις ποδιές και τις συντόνισε με τις διατάσεις των χεριών. Έβγαλε το κεφάλι στο πλάι μόνο λίγο πριν τον τερματισμό. Στηρίχτηκε με τα δάχτυλά της στο στενό λούκι, περίμενε πάλι την αλλαγή του λεπτού και με μια σφιχτή ολίσθηση κατευθύνθηκε αποφασιστικά πίσω, προς τη μεριά των βατήρων.
Το νερό ήταν αφόρητα ζεστό τις μέρες αυτές. Μόνο τη στιγμή που βυθίστηκε στην αρχή αισθάνθηκε την οικεία δροσερή ανατριχίλα στην πλάτη. Η μαμά έλεγε πως τίποτα δεν είναι πιο πολύτιμο στη ζωή από μια βουτιά στη θάλασσα τα μεσημέρια του μεγάλου καύσωνα. Την έπαιρνε πάντα μαζί της για να βουτήξουν από τα πλαϊνά βραχάκια υποστηρίζοντας πως οι αμμουδιές είναι μόνο για να ιδρώνεις και να ακούς όλες τις ανοησίες που μοιράζονται οι βαριεστημένες οικογένειες τις ώρες της αναγκαστικής καλοκαιρινής συνύπαρξης.
Τέλειωσε τους χρόνους της και στάθηκε επιτέλους ακίνητη. Θυμήθηκε τον χαρταετό. Δεν είχε καθόλου μετακινηθεί και αποφάσισε να τον παρατηρήσει καλύτερα με το σώμα τεντωμένο και ακίνητο στην επιφάνεια του νερού. Οι κόκκινοι ιριδισμοί της λάμπας την ώρα που ξάπλωνε στα τεντωμένα λευκά σεντόνια ήταν το πρώτο που θυμήθηκε. Φορούσε ακόμα το κίτρινο ολόσωμο μαγιό της εντελώς βρεγμένο, όταν άκουσε τα ψαλιδίσματα στις τιράντες και στις πλαϊνές ραφές. Έμεινε ολόγυμνη να βλέπει τον λουλουδιαστό κόμπο από το εξώπλατο φόρεμα της μαμάς άτσαλα δεμένο πίσω στο λαιμό της και να ακούει τη φωνή της ραγισμένη να επαναλαμβάνει «αγάπη μου, αφού το ήξερες πως εκεί το νερό είναι πολύ ρηχό».
Βούτηξε κάθετα και τα πέλματα έφτασαν στον πυθμένα. Το πιο δύσκολο ήταν να υπολογίσει τη φόρα που χρειαζόταν για να φτάσει όρθια κάτω, χωρίς να χρειαστεί να λυγίσουν όπως όπως τα γόνατα της. Είδε τις φυσαλίδες από την εκπνοή της να ανεβαίνουν ρυθμικά στην επιφάνεια.
Είχε αλήθεια πολύ δυνατά χέρια. Στηρίχτηκε ακουμπώντας τις παλάμες στο λούκι της υπερχείλισης και τράβηξε το σώμα της με φυσικότητα προς τα πάνω κάνοντας ταυτόχρονα και τη μισή στροφή, για να μπορέσει να σταθεί καθιστή. Τράβηξε το ελαστικό σκουφάκι από το κεφάλι της και έμεινε λίγο να παρατηρεί την κίνηση των κολυμβητών.

Το μεταλλικό μέλος έκαιγε, ακουμπισμένο τόση ώρα στο πίσω μέρος του βατήρα. Το βούτηξε στο νερό να κρυώσει λίγο, άνοιξε μετά τις δέστρες, χαλάρωσε τον ελαστικό και λίγο ξεχειλωμένο ιμάντα και το πέρασε γύρω από το γόνατο. Ανασηκώθηκε με το βάρος στο αριστερό πόδι και πέρασε το δεξί ζαρωμένο πέλμα στο υφασμάτινο παπουτσάκι που είχε γεμίσει νερά. Μάζεψε από κάτω το σκουφάκι, τα γυαλάκια και κατευθύνθηκε αργά αργά προς την είσοδο των γυναικείων αποδυτηρίων.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: