Η Αρπαγή τής Ευρώπης & άλλα ποιήματα

Αρπαγή τής Ευρώπης


“Some boys take a beautiful girl and hide her away from the rest o’ the world”
C. Lauper


Σα λάφυρο άψυχο,
σα δώρο από λοταρία
σε λούνα παρκ περιφερόμενο
με άρπαξες.
Γιατί «έτσι». Γιατί μπορείς.
Γιατί είσαι από τους άντρες ο πιο ισχυρός.

Ήξερα καλά.
Διαγενεακά συνεχίζεται το τραύμα.
Η Ιώ άραγε,
ακόμα περιπλανιέται κάπου
χωρίς να έχει βρει τη μορφή της;

Εγώ, όμως
είχα στραφεί στο φως.
Με το καλάθι μου περίτεχνα φτιαγμένο από τον Ήφαιστο,
(κληρονομιά χέρι με χέρι από τη Λιβύη στη μάνα μου
και από κει στα δικά μου χέρια),
βγήκα να χαρώ.
Με τρόπο κοριτσίστικο.

Κι ήρθες.
Και ναι, σε πλησίασα.
Βλέπεις, ένας άσπρος χαδιάρης ταύρος
τραβά την προσοχή ενός κοριτσιού
(φταίω;)

Στον τόπο που γεννήθηκες με έφερες
(πόση βια δέχτηκες κι εσύ και δε θυμάσαι …)
Να με ορίζεις.
Το κατάφερες.

Ώσπου μια ―τυχαία― μέρα
ακούω μουσική.
Έξω από το Δικταίο Άντρο σου
υπάρχει ζωή.

Και ξαφνικά με ορίζω.
Δεν αξίζει η ιστορία μου
δυο ευρώ μεταλλικά μόνο
φίλε μου,
να εξυπηρετώ φτηνές συναλλαγές.

Φοράω τα πρόχειρα παπούτσια μου.
Ένα σακίδιο χωράει τα απαραίτητα
(δυο μπλούζες μακό,
δυο βιβλία, λίγο νερό).

Γυρίζω την πλάτη στα «γιατί όχι πιο πριν»
Ελένη, Μαρία, Ζωή, Ευρώπη
Δεν ανήκουμε εδώ.

(we wanna be the ones to walk in the sun)



Η Αρπαγή τής Ευρώπης & άλλα ποιήματα



Τι απέγινε η Σαλώμη

Με ψάχνεις;
Λες και κρύφτηκα για πάντα κάτω από τα εφτά πέπλα
―Ή μήπως τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα;―

Όσο τα μάτια όλων σας καρφώνονταν στο γυμνό μου κορμί,
που λικνιζόταν στους ρυθμούς των Jefferson Airplane
για το χατίρι μίας μάνας
ξιπασμένης,
που με πούλησε φτηνά

εγώ,
την έκανα.

Ανακάλυψα,
κάτι χαπάκια που με μικραίνουν και με μεγαλώνουν,
μα εκείνα που με έστειλαν τελείως
ήταν the ones that mother gave me … (Ω , ναι , αυτά κυρίως)

Και, ναι, χάθηκα.

Ποιος μπορεί με σιγουριά να πει τι απέγινα;
Ίσως αγάπησα τον Stuart Sutcliffe
και τον έπεισα να παρατήσει μπάσο και Σκαθάρια.
Ίσως πέθανε ο εγκέφαλός μας μαζί, αιμορραγώντας,
ενώ έκανε το πορτρέτο μου, μετά από μια νύχτα ξέφρενου πηδήματος,
κάπου στο Λίβερπουλ. (Ή μήπως στο Αμβούργο;)

Ίσως πάλι μέσα στη ζάλη μου, να έγινα βορά
του συνονόματού του Sutcliffe, στο Yorkshire,
και να ήμουν μια από τις επτά,
που αποπειράθηκε να καθαρίσει.
(Δεν ήμουν στις δεκατρείς που σκότωσε. Μου πάει πιο πολύ το εφτά.
Και η απόδραση μού πάει).

Σαλώμη εγώ, in Wonderland.
Με όλους τους ξεχασμένους.

Μπορεί πάλι να βρίσκομαι πολύ πιο κοντά σου.
Ίσως είμαι δώρο στο Batchelor party σου,
βασίλισσα ομορφιάς, που ξερνάει στο
κατάστρωμα του γιοτ σου.

Ή απλώς αυτή η πιτσιρίκα, η πλανεύτρα,
που ξελόγιασε για ένα βράδυ τον άντρα σου
(για τόσο ήθελα).
Δεν παίρνω όρκο, Ηρωδιάδα μου.

Εγώ φταίω. Και τα στητά μου στήθη.

Μια Σαλώμη, μια Ελένη … Μια άλλη,
φταίει πάντα για όλα τα θανάσιμα αμαρτήματα.

Αλαζονεία, Ζήλια αφόρητη,
Γυναικεία Οργή, Τεμπελιά τρελή,
Απληστία, Βουλιμία ακατάπαυστη,
(Μπλα μπλα μπλα)
και φυσικά, Λαγνεία … πάνω από όλα.

Μια αμαρτία για κάθε πέπλο μου.
Πέταξες τις ενοχές σου; (αν είχες)…

Μία Σαλώμη φταίει μάτια μου,
που το έφαγες το κεφάλι σου.
Feed your head.

Το αναλαμβάνω .
Το κεφάλι μου στο πιάτο σου.
(Ή μήπως το κορμί μου;)

Αρκεί να με βρεις.
Ψάξε με.



Ο Αίμονας το έσκασε

Σε φτύνω στα μούτρα,
Πατέρα μου κι Άρχοντά μου.
Σου φάνηκε να κλαίω σαν παιδί επειδή
―τάχα― έχασα την αγαπημένη μου.
Γελιέσαι. Μόλις τη βρήκα.
Όπως εγώ γουστάρω.

Με σπαθί δυνατό δίνω τη λύση.
Για μια φορά, εγώ. Σε αγνοώ Κρέοντα.
Κι εσένα κι όποιον χρησμό
κι όποια Σφίγγα κι όποια
απόφαση πήρατε για εμένα.
Δεν είμαι το αρχοντόπουλο που υπακούει εντολές.

Είμαι ένας ταξιδιώτης στο χρόνο. Μαζί της ή όχι.
Δεν είναι αυτό που νομίζεις. Δεν κρέμομαι εγώ πάνω της .

Ίσως, αν είσαι τυχερός μας καμαρώσεις
σε κάποια ταινία του Μπάρτον
(Νεκρή) Νύφη και Γαμπρό σε Βικτοριανή εποχή,
να διαβαίνουμε το κατώφλι του ναού
με χαμόγελα που θα έχουν παγώσει.

Όμως να ξέρεις. Αυτή η σπηλιά η πετροχτισμένη
είναι η είσοδός μου στο Στούντιο 54.
Βουτάω στη Θήβα, αναδύομαι στο Κάτω Μανχάταν.
Και χορεύω ξέφρενα στην 8η Λεωφόρο.
Θα με δεις ―αν θες― μέσα από τον 35αρη φακό
κάποιου φωτογράφου να φιγουράρω
σα λαμπερή σκιά σε ασπρόμαυρη φωτογραφία.

Ο κόσμος έχει κουραστεί να είναι σοβαρός, Πατέρα.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: