Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΤΟ Α΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
_________
ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΤΕΥΧΟΣ, ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Β΄ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΑΝΤΙΚΟΥΝΟΥΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ»*
* Τμήμα του παρόντος μέρους, σε πρώιμη μορφή, πρωτοδημοσιεύθηκε στο τεύχος 56 του Χάρτη.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Διονύσιος Σολωμός
Λουδοβίκος Στράνης, Γεώργιος δε Ρώσσης, Νικόλαος Μάντζαρος και λοιποί μη κατονομαζόμενοι φίλοι του Ποιητή
Ο υπηρέτης του Ποιητή
O
οφθαλμίατρος Αντώνιος Ρουσμελής
Οι «Οραματιστές»
Αγαπητέ Γιώργο!
Ένα αμέτρητο σμάρι από κουνούπια όρμησε απάνω μου σε όλο το σπίτι και μου πήρε την ησυχία και τον ύπνο μου. Μπορώ να πάω να κοιμηθώ στο σπίτι του κουνιάδου σου1 απάνω στον Άι Λιά2 για λίγες μέρες; Με τη συμφωνία πως, αν και σ’ αυτές τις λίγες μέρες θα έκαν’ ευχαρίστηση στη Σουζάνα σου να πάη εκεί, εγώ κατεβαίνω αμέσως και πάω αλλού. Δώσ’ μου, σε παρακαλώ, γρήγορα μιαν απάντηση.
Δ.Σ.
Τον Απρίλιο του 1825, ο Διονύσιος Σολωμός απευθύνεται στον φίλο του Γεώργιο Δε Ρώσση, ζητώντας να μείνει προσωρινά στο εξοχικό σπίτι του τελευταίου, στον λόφο του Στράνη, ώστε να απαλλαγεί από τα κουνούπια που τον ενοχλούσαν στην πατρική οικία του, στην πλατεία του Αγίου Μάρκου. Η επιθυμία του δεν ικανοποιείται λόγω αντικειμενικών συνθηκών, παρά την καλή διάθεση του φίλου του, καθότι η σύζυγος αυτού, Σουζάννα Στράνη ήταν ετοιμόγεννη και το ζεύγος είχε εγκατασταθεί εκεί, περιμένοντας την έλευση του παιδιού, το οποίο γεννήθηκε λίγες ημέρες μετά, στις αρχές του Μαΐου.
(…) Προσκυνώ την Κυρά και της φιλώ τα χέρια. Αμή εκείνη η κατρεγαρούλα τι κάνει; Άρχισε να βγάνει τα δαιμονάκια της; Φίλησέ τηνε ολούθενε αρχινώντας από το λιανό δάχτυλο του ποδιού έως εις τα μαλλάκια. (…)3
Ο Σολωμός παραμένει, έτσι, στην οικία του. Εκεί, το πρόβλημα με τα κουνούπια συνεχίζεται.
Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ
[1]
… ο «caro Giorgio», στον οποίον απευθύνεται το σημείωμα, είναι ο Γεώργιος Δε Ρώσσης (1780 - ?),
επιστήθιος φίλος του Σολωμού στη Ζάκυνθο, που η γυναίκα του λεγότανε
Σουζάνα (1800 - ?) και ήταν αδελφή του Λοδοβίκου Στράνη (1794 - 1866),
επίσης εγκάρδιου φίλου του ποιητή… (Γ.Γ. Αλισανδράτου, «Ένα μικρό αυτόγραφο του Σολωμού», Ο Ερανιστής τ. 11, 1974)
[2]
Ο «λόφος του Στράνη» (από το εξοχικό του Στράνη) στο Ακρωτήρι είχε
παλαιότερα την ονομασία «λόφος του Άι-Λιά», από ένα ξωκλήσι των
καθολικών, του αγίου Ηλιού, που καταστράφηκε με τους σεισμούς του 1893 … (Άπαντα Διονυσίου Σολωμού, Τόμος Γ΄ «Αλληλογραφία», σημειώσεις επιστολής αρ. 19, Ίκαρος 1991)
[3]
Επιστολή αρ. 29 (Προς Γεώργιο Δε Ρώσση), ό.π.
[ ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣΤΝ: ]
Ο Διονύσιος Σολωμός βρίσκεται στο θαυμάσιο γραφείο του, μια μικρή σοφίτα με θέα στην πλατεία του Αγίου Μάρκου.
Ενόσω προσπαθεί να γράψει, αντιλαμβάνεται ξανά ότι του επιτίθενται πάμπολλα κουνούπια που τον διαταράσσουν και τον διακόπτουν. Κάθε φορά που προσπαθεί να τα εξοντώσει, όμως, τα κουνούπια εξαφανίζονται, και εκείνος ξαναπιάνει τη γραφή, μόνο για να επιστρέψουν ξανά την επόμενη στιγμή.
Με κάθε προσπάθεια να γράψει, οι ενοχλητικοί επισκέπτες εμφανίζονται, κεντούν ένα απαράδεκτο υφαντό βουίσματος γύρω απ’ το κεφάλι του και τον αποσπούν από τις σκέψεις του. Τούτο επαναλαμβάνεται καθημερινά.
❧
Ο Ποιητής δε μοιράζεται με κανέναν την, μέχρι εξάντλησης, προσωπική μάχη που καλείται να δώσει κάθε που θα δύσει ο Ήλιος. Μάχη, η οποία, ωστόσο, θα ήταν αδύνατο να διαφύγει της προσοχής του υπηρέτη του.
[ ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣΤΝ: ]
… Ο Διονύσιος Σολωμός άρχισε να περιφέρεται στο δωμάτιο, αναζητώντας κάποιον τρόπο να απαλλαγεί από τους ενοχλητικούς επισκέπτες του. Άνοιξε το παράθυρο ευελπιστώντας πως θα απομακρύνει τα κουνούπια, αλλά αυτά συνέχισαν να τον προσεγγίζουν.
Η αγωνία του έφτασε σε κορύφωση και, τελικά, αποφάσισε να αφήσει το γράψιμο στην άκρη και να παρασυρθεί σε μια άγρια μάχη κατά των εχθρών του. Έπιασε ένα κομμάτι χαρτί, το μοίρασε σε τμήματα και άρχισε μ ε ρ ο μ ε ρ ι ά να χτυπά τον αέρα γύρω του. Φώναξε δυνατά, «Έξω από εμένα, παράσιτα.»
Ο Διονύσιος αγωνιζόταν, στριφογυρίζοντας και χτυπώντας τον αέρα, όταν η πόρτα του γραφείου άνοιξε. Ο υπηρέτης μπήκε στο δωμάτιο και τον βρήκε σε αυτήν την παράξενη κατάσταση. Με κατανόηση και αγάπη, πλησίασε τον Διονύσιο και τον πείραξε απαλά στον ώμο.
«Κόντε τι συμβαίνει εδώ;» ρώτησε.
«Κουνούπια! Με επιτίθενται κουνούπια!» ανταποκρίθηκε ο Διονύσιος αναστατωμένος.
Ο υπηρέτης κοίταξε γύρω του και με χαμόγελο είπε: «Δεν υπάρχει κανένα κουνούπι εδώ. Αυτά είναι μόνο στη φαντασία σου».
❧
Ο Σολωμός προβληματίζεται βαθιά. Μήπως, απλώς, παραληρεί; Ο βαθύς προβληματισμός του δεν εμποδίζει τα κουνούπια να επιστρέφουν και να επιστρέφουν.
[ ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣΤΝ: ]
Ενώ καθόταν μόνος στο γραφείο του, το δωμάτιο ξαναγέμισε απότομα με βουητό κουνουπιών. Τον περικύκλωναν αγριεμένα, απειλώντας τον με τα μικρά τους κεντριά.
Σκιές π ε τ α λ ο ύ σ α ν στον τοίχο, και το φως του κεριού περνούσε από μια γυάλινη διαμόρφωση.
Ο Διονύσιος έκανε απεγνωσμένες κινήσεις με το χέρι του, επιχειρώντας να απωθήσει τα ανυπόφορα έντομα.
Όμως, όσο περισσότερο απελευθερωνόταν από ένα κουνούπι, άλλα δέκα εμφανίζονταν αμέσως για να πάρουν τη θέση του. Ήταν μια άνιση μάχη που ο Διονύσιος δεν μπορούσε να κερδίσει. Παραίσθηση ή πραγματικότητα; Δεν μπορούσε να πει.
Τα κουνούπια, είτε υπαρκτά είτε μ υ α λ ι κ ή παράκαμψη, αποτελούσαν εμπόδιο στη δημιουργική του διαδικασία.
Ο ποιητής κατέρρευσε στην καρέκλα του, απογοητευμένος και κουρασμένος. Αντί να εκτελείται από την έμπνευση, τον εκτέλεσαν τα κουνούπια.
Ωστόσο, μετά από αρκετή ώρα, τα κουνούπια εξαφανίστηκαν όπως είχαν εμφανιστεί, αφήνοντας πίσω τους έναν εξαντλημένο Διονύσιο.
❧
Ο Διονύσιος Σολωμός, γνωστός για το επικό έργο του «Ομηρικόν», προσπαθούσε να γράψει ένα νέο ποίημα που θα εξέφραζε την αγάπη για την πατρίδα του, την Ελλάδα. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή δεν ήταν εύκολη για τον ποιητή.
Κάθε βράδυ, ο Διονύσιος έκανε την ανελέητη προσπάθειά του. Εξαπολύοντας τις λέξεις του στο χαρτί, προσπαθούσε να απομακρύνει τις αναποδιές που τον π α ρ έ κ ρ ο υ α ν.
Όμως, τα κουνούπια τον κατακλύζανε, καλύπτοντας τη σελίδα με τη σκιά τους. Ο Διονύσιος αισθανόταν ότι ως και οι λέξεις του ήταν παγιδευμένες σε μια ατέλειωτη μάχη με τα ενοχλητικά αυτά έντομα.
Η αίσθηση αυτή πλήττει καθημερινά την ψυχή του Διονύσιου, αποξενώνοντάς τον από την ελευθερία της δημιουργίας. Όμως, αντί να εγκαταλείψει την προσπάθειά του, επέλεξε να αντιμετωπίσει αυτόν το δαίμονα. Ο Διονύσιος αποφάσισε να γράφει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, εκφέροντας ελεύθερα τις λέξεις του και αναπληρώνοντας με τη φωνή του τον θόρυβο των κουνουπιών.
❧
Παρά τη μυστικοπάθεια του Ποιητή, οι φίλοι του πληροφορούνται για την κατάσταση μέσω του υπηρέτη του. Το φθινόπωρο του 1826, ο Στράνης, ο οποίος έχει φύγει απ’ τη Ζάκυνθο από τον Ιούνιο του προηγούμενου έτους και βρίσκεται στην Ιταλία, εκφράζει, με επιστολή του προς τον Σολωμό, ανησυχία για την ψυχική και πνευματική κατάστασή του. Εκείνος απαντά:
Αγαπητέ μου Λοδοβίκε,
Ευχαριστώ για το γράμμα σου και την ανησυχία σου. Να είσαι ξέγνοιαστος, καθώς τα κουνούπια που βλέπω δεν είναι παραίσθηση. Είναι πραγματικά, αλλά κανείς άλλος δεν τα βλέπει.
Ο αφοσιωμένος φίλος σου,
Δ.Σ.
Και άλλοι, όμως, από τον κύκλο των ζακυνθινών φίλων του Ποιητή εκφράζουν την ανησυχητική απορία τους, όπως φαίνεται από την κάτωθι αταυτοποίητη επιστολή προς τον Γεώργιο Δε Ρώσση
Αγαπητέ μου Γιώργο,
(…) Φαίνεται πως ο Διονύσιος έχει τρελαθεί, καθώς λέει απίστευτα πράγματα με μεγάλη φυσικότητα. Ελπίζω ότι αυτή η ανησυχία μου είναι υπερβολική και ότι απλά πειράζει τον κόσμο με τις εκκεντρικές του ιστορίες. Ωστόσο, δεν μπορώ να μη σκέφτομαι ότι ίσως η λογική του να έχει διαβιβαστεί στο σκοτεινό βάθος της ψυχής του, και η φαντασία να έχει καταντήσει πραγματικότητα γι' αυτόν. Τόσο εσύ όσο κι εγώ ξέρουμε πόσο εκλεπτυσμένος και σοφός άνθρωπος είναι. Να πιστέψουμε λοιπόν ότι όλα αυτά τα κουνουπολογήματα είναι απλά ένα προϊόν της φαντασίας του; (…)
Σε μια προσπάθεια να ξορκίσουν τη στενάχωρη, διαφαινόμενη παράνοια του Σολωμού, οι Δε Ρώσσης και Στράνης σκέφτονται μήπως, ενδεχομένως, το φαινόμενο που ταλαιπωρεί τον φίλο τους οφείλεται σε χειροπιαστό, αδιάγνωστο πρόβλημα υγείας.
Αγαπητέ Διονύσιε
Είχαμε πάλι χθες την κουβέντα σου με τον Δε Ρώσση, και αναρωτιόμαστε μήπως μήπως πρόκειται για οφθαλμική πάθηση (…)