Ο σταθμός & άλλα ποιήματα



Διαί­σθη­ση

«Έφυ­γες» αλ­λά
πού και πού επι­στρέ­φεις·
άλ­λο­τε ως θρόι­σμα
και άλ­λο­τε ως ψι­λό­βρο­χο.


Εκ­δο­χές

Κι αν απο­γο­ή­τευ­ση
στο φως,
με­θυ­στι­κή κι εξέ­χου­σα
η εκ­δο­χή του ονεί­ρου.



Απο­νο­μή

Η βρο­χή εί­χε τον τε­λευ­ταίο λό­γο.
Λό­γος μα­κρο­σκε­λής και έντο­νος .
Λό­γος κα­ται­γι­στι­κός και αδιά­κο­πος.
Μό­νο σαν σώ­πα­σε
―οι λί­γοι που απέ­μει­ναν―
κα­τά­λα­βαν
το μέ­γε­θος της κα­τα­δί­κης.



Ο σταθ­μός

Το τρέ­νο στα­μά­τη­σε να περ­νά.
Ο σταθ­μός δεν άρ­γη­σε να ερη­μώ­σει.
Ού­τε δρο­μο­λό­για ού­τε τα­ξι­διώ­τες.
Μο­νά­χα το κα­φε­νείο πα­ρέ­μει­νε.
Εκεί, βρί­σκεις λί­γη ησυ­χία.
Τα πλα­τά­νια βοη­θούν να ξε­χνιέ­σαι.
Και το κτή­ριο ―πα­λιό σκη­νι­κό―
στέ­γη κυ­νός αδέ­σπο­του
κι αχών του πα­ρελ­θό­ντος.



Απλά υπε­ρί­σχυ­σαν

Δεν έλ­λει­ψε ο αγώ­νας,
ού­τε το σθέ­νος
ού­τε η με­θο­δι­κό­τη­τα·
οι κα­τα­στά­σεις
απλά υπε­ρί­σχυ­σαν.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: