Ο Frederick Louis MacNeice (Μπέλφαστ 1907 - Λονδίνο 1963) ήταν ποιητής, μεταφραστής, κριτικός, δραματουργός και ραδιοφωνικός παραγωγός στο BBC. Ως γιος κληρικού της εκκλησίας της Ιρλανδίας, ανατράφηκε σε αυστηρό θρησκευτικό περιβάλλον, έλαβε κλασική εκπαίδευση σε παραδοσιακά βρετανικά εκπαιδευτήρια και στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Με σκευή την επιδέξια χρήση της γλώσσας και τη μετρική δεξιοτεχνία, στα ποιήματά του κατεργάσθηκε από τα πιο ασήμαντα καθημερινά συμβάντα έως τα πιο βασανιστικά προβλήματα που διαχρονικά απασχολούν τον κόσμο μας. Παρότι ελάσσων, η ποίηση του Louis MacNeice εξακολουθεί να κατέχει μια σταθερή θέση στην αγγλόφωνη λογοτεχνία του 20ού αιώνα και κορυφαίοι δημιουργοί, όπως οι Seamus Heany, Philip Larkin, Michael Longley, έχουν επισημάνει την επιρροή του στις μεταγενέστερες γενιές.
Τρία ποιήματα
ΚΕΡΑΥΝΟΣ ΤΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ
Κάθε Ιούνης ήταν λυτρωτικός, γεμάτος δράση, οδηγώντας
στα δρομάκια, ο προφυλακτήρας σάρωνε μαϊντανούς,
σε λιβάδια σιναπιού, κάτω από γενναίους ετοιμοπόλεμους
πυράκανθους και καστανιές
Ανάμεσα σε πληθωρικές, καταπράσινες οξιές
ή όπου σπάρτα και σχίνα κοσμούν τη γη της κιμωλίας –
με όλη τη λάμψη και το κέφι τους, οι εφήμερες
χαρές της εποχής
Τώρα επιστρέφουν – μα πρέπει να το πω – με πιο
κατασταλαγμένη διάθεση με τον κεραυνό να καιροφυλαχτεί
με μπλάβο ουρανό και τον κήπο γαλήνιο εξόν απ’ την
ταλάντωση των δενδροκορφών.
Ξάφνου ανεμίζουν τα στόρια, σαλεύουν τα χαμόδεντρα,
πουλιά πετούν βαριεστημένα προς το σπίτι,
μαραίνονται στα δέντρα τα λουλούδια κι έρχεται βροχή
πέφτει αυλαία βαριά.
Έρχεται τώρα η κάθαρσις, όμβριο αναβάπτισμα
τσακίζει τους ανθούς παρωχημένων φαντασιώσεων,
την παλιά αισθαντικότητα, τις τσαχπινιές, τα νάζια
της αυγής τους έρωτες.
Μούχρωμα στις οκτώμιση, προάγγελος της νύχτας,
νέφη σα κονιορτός χαλάσματος κι αίφνης υπέρλαμπρος
Ευαγγελισμός, το σπαθί του τρελού αρχαγγέλου
άστραψε μεσ’ από το θηκάρι.
Αν ήτανε να έρθεις αψηφώντας της βροχής
το κρυσταλλένιο τείχος, της βροντής την απύθμενη τάφρο,
εάν γινόταν τώρα να ερχόσουν πόση ευτυχία
όμως τώρα μοναχά.
ΤΟ ΑΝΘΟΣ ΤΗΣ ΜΗΛΙΑΣ
Το πρώτο άνθος ήταν το καλύτερο άνθος
για το παιδί που δεν αντίκρισε ποτέ περβόλι
μα κάθε νέος, σαν κάποτε ξεπέσει στο ουίσκι,
στο ακόλουθο πρωί μια πρώτη μέρα βρίσκει.
Το πρώτο μήλο ήταν το καλύτερο μήλο
μέχρι ν’ ακούσει ο Αδάμ την τιμωρία του·
μόλις το διάπυρο σπαθί διατράνωσε την Πτώση
δέντρα έσπειρε παντού στον κόσμο να τα δώσει.
Το πρώτο πέλαγο ήταν το καλύτερο πέλαγο
για το παιδί των βρωμερών κι ύποπτων δρόμων.
Οι νέοι, που για χάρη τους ανοίγουν οι ουρανοί,
στην πρώτη τους αγάπη χωρούν όλη η γη.
Κι αν η πρώτη θεοδικία έμοιαζε η φοβερότερη
σαν οι Πρωτόπλαστοι διωχθήκαν απ’ τον Κήπο
κι οι Πύλες οι βαριές σφραγίσθηκαν με κρότο,
έμειναν μπλε τα ουράνια απ’ το Βορρά ως το Νότο.
Αφού το κάθε νέο πέλαγο θα είναι πρώτο
το πέλαο το στερνό θα ‘ναι κι εκείνο πρώτο
κι όσο θα προβάλλει του ήλιου τ’ άρμα το πρωί,
θ’ αξιώνονται τα μάτια μας μια νέα χαραυγή.
Γιατί το άνθος το στερνό θα ‘ναι και πρώτο
και το πρώτο άνθος είναι το καλύτερο άνθος
κι όσο από την Εδέμ προχωρούμε παραπέρα
κάθε ερχόμενο πρωί θα ‘ναι μια πρώτη μέρα.
1957-1960
ΑΡΓΗ ΠΟΡΕΙΑ
Βαδίζοντας βρέθηκε μέσα σ’ ένα τραίνο, andante,
με αντίδωρο ακτίνες εωθινές να ευλογούν άγνωρη γη
και παρελθόν ακυρωμένο, πλην των χθεσινών εγγράφων ―
παραχωμένα κάτω από το κάθισμά του.
Πολύ νωρίς ακόμη, είναι μια πορεία αργή.
Το χέρι του βιολονίστα, ψαράκι στο ενυδρείο
ανεβαίνει, δονείται στο κενό, χάνεται
για να τσιμπολογήσει άφαντα φύκια.
Θαυμάσιο λευκό νεφέλωμα πέφτει στο παράθυρο
πριν καθίσει στην κοιλάδα, δεν ξυπνήσαν τα παιδιά
για να μας χαιρετίσουν – διέλευσις άνευ θεατών,
υφαίνοντας άναρθρο δόγμα.
Κι αντίκρυ το άγνωστο κορίτσι, κοιμάται
ακίνητη, με κρυφό το χρώμα των ματιών της,
ίσως να ‘ναι κρήνες του ήλιου ή φεγγάρια ευχών
είναι όμως πολύ νωρίς ακόμη.
Η πορεία τερματίζει, το τραίνο έχει σταματήσει
σε αγρό μ’ αγριολούλουδα, σώπασαν τα βιολιά,
όλο το κοπάδι ασημιές ψηφίδες στον πάτο
του ενυδρείου δίχως μία φυσαλίδα…
Κι ούτε ξέρουμε τι έπεται στο πρόγραμμα,
αν κοκκινίσει το θερμόμετρο και στη γυάλα μουρλαθεί το ψάρι
accelerando con forza, η κοιμώμενη ανοίγει τα μάτια της
μαζί και τα δικά μας.