Τα αμέσως επόμενα χρόνια μπήκες στην στενή-πενταμελή παρέα μας την επονομαζόμενη «Επιτελείο» των Αρχηγών ! Και σταδιακά έγινες αναπόσπαστo ( τιμητικό ) μέλος, όχι μόνο στις ανά την Ελλάδα εξορμήσεις μας, αλλά και σε καθημερινές μας επαφές και συναντήσεις. Και πέτυχες με την ευγένεια, τη διακριτικότητα, το χιούμορ σου και την αγάπη σου να μας γίνει απαραίτητος. Και τώρα πια ...μας λείπεις. Πολύ.
Διατηρώ αρκετά βιώματα από σένα, αλλά σήμερα, γράφοντας και ακούγοντας μουσική, έτυχε να σταθώ πάλι σε δυο μνήμες, που με καθήλωσαν και ξέρω πως δεν θα τις αποσβέσω μέχρι το τέλος.
Η πρώτη ξεκίνησε με ένα e-mail που σου είχα στείλει. Από τα πολλά που ανταλλάζαμε. Μέσα σ’ αυτό σου είχα γράψει κι ένα CD με μια επιλογή (μου) τραγουδιών. Αυτό προκάλεσε μια άμεση απάντησή σου που στην θυμίζω παραθέτοντάς την όπως μου την έστειλες στις 28.9.2009
Η δεύτερη ανεξίτηλη μνήμη που κρατώ ‘υποθήκη’ είναι από τον Μάρτιο του 2017 που είχαμε πάει με όλο το Επιτελείο των Αρχηγών στη Δράμα και την ευρύτερη περιοχή της : το Οχυρό, το Νευροκόπι κι άλλα χωριά.
Την Κυριακή 12 Μαρτίου το απόγευμα έπαιζε η ομάδα μας, ο αγαπημένος σου «Άρης» τον «υπέρ πάντων αγώνα» : για την επάνοδό του στη θέση που του ανήκε επί 100 χρόνια, στην Α’ Εθνική, μετά από μια άδικη τιμωρία και αφαίρεση 10 βαθμών και υποβίβαση στη Β’ κατηγορία.
Μετά το μεσημεριανό γεύμα λοιπόν με τράβηξες παράμερα : «αν συμφωνείς λέω εμείς να την ‘κάνουμε’ σιγά-σιγά με το δικό μου αυτοκίνητο, να προλάβουμε το ματς, γιατί με τους υπόλοιπους και τις κουβέντες θα βραδιάσουμε !»
Έτσι κι έγινε. Μόνο που δεν την κάναμε σιγά-σιγά. Με το που βγήκαμε στην Εγνατία οδό έβαλες ένα CD που σου ’χα δώσει παλιά, με τραγούδια του Διονύση. Και τα ’δωσες όλα : τέρμα τα γκάζια. Το κοντέρ άγγιζε τα όριά του.
– Φοβάσαι ; γύρισες και με ρώτησες.
– Μαζί σου... απάντησα. Τί τώρα, τί μετά...
Εκείνη τη στιγμή η βελόνα είχε πάει στα 210 km
και η φωνή του Διονύση, σπαρακτική σε ’κείνη τη στροφή, με την «Ωδή στον Καραϊσκάκη»: ‘πού πας παλληκάρι... ολόισια στο θάνατο κολυμπάς...’
Ήσουν πολύ καλός οδηγός. Όταν όμως τρέχεις με 210 ποτέ δεν ξέρεις.
“Certus quam incerto quando” , όπως διάβαζα παλιά στο Ρωμαϊκό Δίκαιο...
Ή – όπως έγραψε, ο Γιώργος Ιωάννου «Ποτέ, κανείς δεν ξέρει τί είδους θάνατος τον περιμένει».
Κρίτωνα, το ραντεβού με το θάνατο είναι το μοναδικό ραντεβού που καθορίζεται από την μία μόνο πλευρά. Η άλλη δεν έχει καμία επιλογή. Ούτε τόπου, ούτε χρόνου, ούτε – βέβαια, αναβολής.
Εκείνο το απόγευμα ο «Άρης» κέρδισε. Και ξαναπήρε τη θέση του. Και φέτος, πού να δεις... Παίζουμε καλά. Γρήγορο και θεαματικό παιχνίδι. Τόσο που λες : ακόμα και αν χάσουμε δεν πειράζει.
Εσύ ήδη το έκανες : πήγες «σαν έτοιμος από καιρό» σ’ αυτό το ραντεβού.
Εγώ παίζω ακόμα. Την παράταση.
Σε λασπωμένο γήπεδο υπό καταρρακτώδη βροχή.