Η Ηλιάδα του Γιώργου Φράγκογλου, που πρόσφατα κυκλοφόρησε, θεωρώ ότι είναι ένα ενδιαφέρον και σημαντικό βιβλίο. Θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω την άποψή μου.
1. Ο τίτλος.
Ηλιάδα, σε σχέση με το έπος Ιλιάδα, με την κατάληξη που προεξαγγέλλει θύελλα δυσκολιών, αγώνων, συγκρούσεων. Φυσικά στο βιβλίο με Η, από το όνομα του κεντρικού προσώπου, του Ηλία.
Έπεται όμως συνέχεια. Τα πράγματα δεν είναι τόσο επιφανειακά. Από την αρχή προσέχει ο αναγνώστης τον χωρισμό του βιβλίου σε κεφάλαια, από το Α ως το Ω, με κεφαλαία. Και αμέσως υποψιάζεται τη σχέση με τις ραψωδίες του έπους. Εδώ βέβαια κάθε κεφάλαιο χωρίζεται σε υποκεφάλαια-είδη κειμένων, μέσα στο ίδιο πλαίσιο. Στην αρχή του κάθε κεφαλαίου διαβάζουμε στίχους της Ιλιάδας από το πρωτότυπο. Οι στίχοι αυτοί μεταφράζονται στο κλείσιμο του κεφαλαίου, και αποδίδουν την ουσία της δράσης και της εστίασης.
Προσεχτικά ανακαλύπτει ο αναγνώστης, κατ’ επέκταση, τη σχέση της ραψωδίας με το αντίστοιχο κεφάλαιο της Ηλιάδας. Για παράδειγμα:
Στην Ηλιάδα, Α3, στα αποσπάσματα από το Ημερολόγιο του Ηλία, διαβάζουμε τη συνάντησή του στο όνειρο με τη μητέρα του, σε ένα πολύ όμορφο κείμενο.
Κυριακή / χειμώνας – βράδυ.
«Κάνε τις επιλογές σου και πάρε την ευθύνη γι’ αυτές».
Ύπνος βαθύς στο πλατύσκαλο και όνειρο. Η μάνα μου – όμορφα γερασμένη,
με το παλιό της τζην – μου χάιδεψε το κεφάλι.
Στην Ιλιάδα Α, στ. 350-427, έχουμε τη συνάντηση του Αχιλλέα με τη μητέρα του Θέτιδα.
2. Ο χρόνος.
Ο χρόνος που διαδραματίζονται τα γεγονότα, η εποχή αναφοράς με άλλα λόγια, γίνονται κάποια στιγμή συγκεκριμένα. Απόλυτα μάλιστα με την ταυτότητα του Ηλία. Χρονολογία γέννησης 1970. Η αιτία της απόλυσής του είναι τα αρχαία της οδού Βενιζέλου στον σταθμό του μετρό. Άρα 2020 περίπου. Από επόμενο κείμενο διαβάζουμε ότι 20 χρόνια μετά παραμένει άνεργος, εμείς ξέρουμε και άστεγος.
Αυτός ο συγκεκριμένος χρόνος τις πιο πολλές φορές θολώνει, λιγότερο ή περισσότερο. Οι συγκρούσεις, για παράδειγμα, ο τρομακτικός εμφύλιος που ξεσπά με κέντρο τη Θεσσαλονίκη αρχικά και εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα, δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς ξεκινά. Οι αριθμοί των νεκρών μάς δείχνουν τη ένταση της βίας. 2000 νεκροί, για παράδειγμα.
Όλη η παλινδρόμηση του χρόνου από το σαφές στο απροσδιόριστο επιτελεί την εξής λειτουργία: το βιβλίο παίρνει τη μορφή αλληγορίας, για κάθε εποχή, για κάθε τόπο. Και μπορώ να πω ότι είναι μια προεξαγγελτική καταγραφή περιστατικών βίας και αίματος, όταν το ίδιο πλαίσιο ισχύει και η εξουσία συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο.
3. Τα είδη κειμένων και η χρησιμότητά τους
Έχω πολύ έντονα στη μνήμη μου το βιβλίο του Θανάση Βαλτινού Ημερολόγιο 1836-2011, όπου τα διαφορετικών ειδών κείμενα προβάλουν αυθύπαρκτα και αποσπασματικά μεν, αλλά αποτελεσματικά δίνουν την εικόνα αρκετών ετών, διαφορετικών εποχών. Επίσης, το ευφυές Λεξικό αναμνήσεων του Γιώργου Χουλιάρα, όπου, με τον τρόπο των λημμάτων ενός λεξικού, γράφεται ένα μυθιστόρημα, με τις πληροφορίες να υπακούν μιαν άλλη λογική σειρά, ανεξάρτητα, αλλά και με δεδομένη αλληλουχία, και να στηρίζουν μια ξεχωριστή γραφή.
Από εκεί και πέρα διαφορετικά είδη κειμένων παρεισφρέουν, εμβόλιμα, κάποιες φορές σε μυθιστορήματα, δένονται όμως με την πλοκή και τη δράση. Να αναφέρω το πρόσφατο Το αλάτι του Bad
Ischl του Κώστα Μαυρουδή. Διαφορετικά και θεματικά και μορφολογικά κείμενα, στα οποία δίνει συνοχή το ιδιαίτερο προσωπικό ύφος του συγγραφέα, ώστε να μπορούν να διαβαστούν ως ενιαίο σύνολο.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην Ηλιάδα
του Γιώργου Φράγκογλου είναι ότι: έχουμε τα περισσότερα είδη κειμένων που μπορεί να σκεφτεί κανείς. Το καθένα γραμμένο με τον τρόπο του και με το δικό του ύφος. Σχετικά ωστόσο με την υπόθεση. Κάθε κείμενο παίζει τον δικό του ιδιαίτερο ρόλο στην ατμόσφαιρα της αφήγησης, στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων, στη σκοτεινή εικόνα μιας κοινωνικής και πολιτική εξουσίας που δημιουργεί εξεγέρσεις και συγκρούσεις. Διαβάζουμε από αφηγήσεις, ημερολόγια, ερωτικά τραγουδάκια, λίμερικ, έως επιστημονικά κείμενα, ανακοινώσεις, πρακτικά υπηρεσιών, κι έτσι βλέπουμε την πραγματικότητα πολυπρισματικά.
Κι αν ο αναγνώστης επιθυμεί να κατατάξει το βιβλίο που διαβάζει σε κάποιο είδος, θα αντιληφθεί πάλι ότι πρόκειται για «είδος μιχτό αλλά νόμιμο». Ποιητική αφήγηση, το ονομάζει ο συγγραφέας, υπογραμμίζοντας τη μείξη της ποίησης και του πεζού. Από εκεί και πέρα βέβαια έχουμε ένα πολυκειμενικό υβριδικό είδος, που δεν χωρά σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία, και ανοίγει τον δικό του δρόμο με την πολύμορφη σύνθεση.
4. Ο τρόπος αντίστασης. Το σχέδιο Ηλία
«Μια ήττα ακόμα και ο λαός δεν θα έχει τίποτα». Έτσι ο Ηλίας παρατά πέτρες, όπλα, μάχες και συλλαμβάνει το σχέδιό του, ένα θεότρελο σχέδιο, όπως χαρακτηρίζεται εκεί. Αφήνει τις τελείς και παύλες για άλλους, και υιοθετεί για αντίσταση τις τρεις τελείες, τα αποσιωπητικά, που είναι τέλος και αρχή μαζί.
Τα τρία αποσιωπητικά. Με τις ελλειπτικές φράσεις που συνοδεύουν.
Τα συνθήματα στους τοίχους άλλαξαν. Και μαζί άλλαξε και η σκέψη.
5. Η σημασία της γραφής. Η φωνή και η αποσιώπηση
Θεωρώ πως ο Φράγκογλου επιλέγει τον τρόπο αυτό, με τα πολλά και ποικίλα είδη κειμένων, επειδή πιστεύει στη δύναμη της γραφής, με όλους του τρόπους της. Με τη σαφήνεια και την ασάφεια και την υπαινικτικότητά της. Ακόμα και με την καταγραφή του προφορικού λόγου. Γιατί έτσι ο λόγος αποκτά διάρκεια μέσα στον χρόνο. Και γιατί έτσι δίνεται η δυνατότητα σε μελετητές να διαβάσουν παλιά κείμενα και να τα ερμηνεύσουν ίσως διαφορετικά. Και σε πολλούς αναγνώστες να συμπληρώσουν τα χαμένα κομμάτια μιας μισοτελειωμένης ιστορίας.
Ταυτόχρονα, ο Φράγκογλου πιστεύει στη δύναμη της αφαίρεσης, του υπαινιγμού, της σιωπής πλάι σε αυτά. Που υπονομεύει τις βεβαιότητες. Τις επίσημες εκδοχές. Την άνωθεν αλήθεια. Μια ειρωνεία προς τα επίσημα έγγραφα και τον τρόπο που προσπαθούν να κρατήσουν ίσες αποστάσεις και να επιδείξουν αντικειμενικότητα.
Υπάρχει φως στο σκοτεινό πλαίσιο της Ηλιάδας; Ναι, υπάρχει. Είναι αυτή η σιωπή, τα αποσιωπητικά, οι τρεις τελείες που είναι τέλος αλλά και αρχή. που είναι σκοπός. Άλλωστε, το «Υστερόγραφο 2» καταλήγει: «Κάπως έτσι θα συνεχιστούν όλα».
Είναι αυτή η ήσυχη αντίσταση, που υποβόσκει. Σαν φουσκωμένο ποτάμι. Σαν οργή υπόκωφη. Και φέρνει σε αμηχανία την εξουσία, γιατί δεν τη γνωρίζει και δεν ξέρει πώς να την αντιμετωπίσει, καθώς τη βλέπει να εξαπλώνεται, σαν πλημμύρα.
Και το «Υστερόγραφο 3» αποφαίνεται: «Κάπως έτσι αντιμετωπίζονται όλα». Σαφές το άνοιγμα στο βιβλίο, χρόνια μετά, σε μια κοινωνία που μπορεί ψύχραιμα να κοιτάζει το παρελθόν, να βρίσκει ντοκουμέντα, να τα αξιολογεί και, πιθανότατα, να βρίσκει τρόπους να αντιμετωπίσει κρίσεις με κάποιους τρόπους πιο βαθιούς και στοχαστικούς.
Έκκεντρα θεματικά και μορφολογικά κείμενα, στα οποία δίνει συνοχή το ύφος του συγγραφέα.
Φ2. Κυβερνητικός πανικός.
Εικόνα αποσύνθεσης χαρακτηρίζει από χθες το βράδυ την κυβέρνηση. Οι αντεγκλήσεις υπουργών και το σαρκαστικό γέλιο του πρωθυπουργού έδωσαν τροφή για τα δηκτικά σχόλια της αντιπολίτευσης περί ανικανότητας και πανικού.
Όλα ξεκίνησαν, όταν, αρχικά στους τοίχους κτηρίων της Θεσσαλονίκης και αργότερα όλων των πόλεων της Βόρειας Ελλάδας, εμφανίστηκαν τα «περίεργα» αποσιωπητικά. Κυβερνητικά στελέχη ομιλούν περί μυστικού κώδικα, που στοχεύει στην ανασύνταξη των εξεγερθέντων πολιτών. Κύκλοι, πάντως, του υπουργείου Εθνικής Αμύνης θεωρούν πως πρόκειται για δάκτυλο εξ ανατολών και δηλώνουν πως το κίνημα των τριών τελειών θα κατακλύσει τη χώρα.
(Από τον ημερήσιο τύπο της 5/2/2-22)
Χ6
Και άξαφνα τα συνθήματα στους τοίχους άλλαξαν. Δεν έβλεπες πια:
«ΨΩΜΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» αλλά:
«ΨΩΜΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ - ...» , και:
« Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΡΑ ...» , και:
«ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ...» , και:
«ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ...».
Και μαζί άλλαξε και η σκέψη...
Ψ1α
Σ’ ένα ξέφωτο, ένας μεσόκοπος άντρας βημάτιζε πέρα-δώθε με τα μάτια καρφωμένα στο χώμα. Μόλις με αντιλήφθηκε, με πλησίασε ατάραχος και μου ‘δειξε έναν κορμό δέντρου να καθίσω. Εκείνος έκατσε στο χώμα, απέναντί μου. Δεν ξέρω πόση ώρα παρατηρούσαμε αμίλητοι ο ένας τον άλλο. Κάποια στιγμή το ύφος του άλλαξε, σκοτείνιασε· σηκώθηκε και μου έβαλε στα χέρια ένα κομμάτι ξύλο και ένα φύλλο χαρτί. Κι εξαφανίστηκε.
Άνοιξα το χαρτί και διάβασα:
Οι τρεις τελείες.
Μοναξιά-φιλία-κοινωνία. Εγώ έκανα (ελπίζω) το πρώτο βήμα. Σε σας απομένει να κάνετε το δεύτερο. Το τρίτο θα έρθει μόνο του, εύκολα.
Όταν κοίταξα το ξύλο, παρατήρησα πως στη μία πλευρά του υπήρχε γραμμένη η λέξη ΡΙΑ. Ασυναίσθητα έβγαλα από την τσέπη μου το φυλαχτό της μάνας μου. Τα δύο ξύλα ενώνονταν τέλεια, και τώρα μπορούσα να διαβάσω μια νέα λέξη: ΜΑΡΙΑ.