Στιλέτο / Ταξίδι

Στι­λέ­το

Η αμ­μο­θύ­ελ­λα στη θέ­ση ενός κα­τό­πτρου
Ανα­ση­κώ­νει σώ­μα­τα ατά­κτως ερ­ριμ­μέ­να στο το­πίο
Όσα πά­ρει ο άνε­μος, κι όσα δεν πά­ρει
Ας τα συ­ναρ­μο­λο­γή­σει, εν τέ­λει, ο νους
Κύτ­τα­ρα και φρού­δες συ­γκολ­λή­σεις
Σε χόν­δρους δί­χως κολ­λα­γό­νο

Τό­σο απλά δυο λό­για καρ­φώ­νο­νται σφυ­ριά
Σ’ έναν πη­λό εντυ­πώ­σε­ων που ξα­μο­λιέ­ται
Δε­κά­ξι πό­ντους όνει­ρο σ’ ερ­μεία σφυ­ρά
Ελ­πί­ζο­ντας πως δεν θα κα­ταρ­ρεύ­σει

Αό­ρα­τοι εί­ναι οι θε­οί κι αρ­σε­νι­κοί
Αγ­γε­λια­φό­ροι, δη­λα­δή, απτοί της απου­σί­ας

Δεν το εν­νο­ή­σα­με αυ­τό, αλώ­βη­τοι, πο­τέ


Φωτ. Αρχείο Ν. Λάμπρου
Φωτ. Αρχείο Ν. Λάμπρου


Τα­ξί­δι

Το τραύ­μα ξα­πλώ­νε­ται μι­κρός σκαν­τζό­χοι­ρος
Στη χνου­δω­τή κου­βέρ­τα την ηδο­νή γρυ­λί­ζει
Το φα­νε­λά­κι ενώ κου­μπώ­νει της οδύ­νης

Το πλοίο με να­νού­ρι­σμα σκυ­λιού
Με­σά­νυ­χτα μάς ρί­χνει στ’ ανοι­χτά
Κερ­νά την τσέ­πη μας αγκά­θια για πυ­ξί­δα

Α! συ εξω­τι­κό τα­ξί­δι σ’ απέ­ρα­ντο ρευ­στό
Που το βα­φτί­σα­νε ουί­σκι με ιώ­διο και νε­ρό
Ήσουν, αλή­θεια, αγκυ­ρο­βό­λι από σώ­μα σκου­ρια­σμέ­νο

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: